Γράφει ο Ο Μάριος Λαζανάς, Παθολόγος-Λοιμωξιολόγος, Διευθυντής Παθολογικής-Λοιμωξιολογικής Κλινικής Μetropolitan General, Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης και Αντιμετώπισης του AIDS
Η HIV λοίμωξη είναι μία πανδημία που έχει προσβάλει όλες τις ηπείρους. Εκτιμάται ότι το 2017, 37,9 εκατομμύρια ζούσαν με HIV λοίμωξη. Οι νέες μολύνσεις κατά το 2017 ανήλθαν σε 1,7 εκατομμύρια. Είναι σημαντικό ότι καθημερινά καταγράφονται 5.000 νέες μολύνσεις, εκ των οποίων το 43% είναι γυναίκες.
Στην Ελλάδα, από στοιχεία που παρέχονται από το ΚΕΕΛΠΝΟ, από την αρχή της επιδημίας έχουν καταγραφεί 17.000 άτομα με HIV λοίμωξη.
Το 2011 παρατηρήθηκε μια σημαντική μεταβολή, η οποία αποδόθηκε στην πληθυσμιακή ομάδα των χρηστών ενδοφλεβίων ναρκωτικών (ΧΕΝ, αύξηση κατά 1.250%).
Η επιδημία αυτή μεταξύ των ΧΕΝ έχει τεθεί υπό έλεγχο με την ενημέρωση, περίθαλψη και διανομή συρίγγων στον ανωτέρω πληθυσμό. Ετησίως υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα προσβάλλονται από τον ιό 500-600 άτομα.
Ο ιός έχει απομονωθεί στο αίμα, στο σπέρμα, στους λεμφαδένες, στις κολπικές εκκρίσεις, στο αίμα, στα σάλιο, στα ούρα, στα δάκρυα, στο ασκιτικό, περικαρδιακό, πλευριτικό, αρθρικό υγρό και το μητρικό γάλα.
Μετάδοση
Κύριος τρόπος μετάδοσης θεωρείται η ομοφυλοφιλική ή ετεροφυλοφιλική επαφή με οροθετικό άτομο. Αναφέρονται ως πρακτικές αυξημένου κινδύνου για τη μετάδοση η μη χρησιμοποίηση προφυλακτικού, η σεξουαλική επαφή δια του ορθού, η συνύπαρξη άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων και το προχωρημένο στάδιο νόσου του μεταδίδοντος το νόσημα.
Στην Ελλάδα εξακολουθεί η ομοφυλοφιλική μετάδοση να ενοχοποιείται σε ποσοστό 60%, ενώ η ετεροφυλοφιλική σε ποσοστό 24,7%.
Η επαναχρησιμοποίηση μολυσμένων από τον HIV συρίγγων από τους τοξικομανείς θεωρείται σημαντικός τρόπος μετάδοσης και για την Ελλάδα, κατά το 2018, αντιπροσωπεύει το 20% των δηλωθέντων περιστατικών της συγκεκριμένης περιόδου.
Αξίζει να τονισθεί ότι οι ΧΕΝ με ΗΙV λοίμωξη σε ποσοστό 95% έχουν προσβληθεί και από ηπατίτιδα C.
Από το 1985 έχει καθιερωθεί στις αιμοδοσίες ο έλεγχος των αιμοδοτών με την αναζήτηση των HIV αντισωμάτων. Ο κίνδυνος ψευδώς αρνητικών αποτελεσμάτων κυμαίνεται μεταξύ 1 ανά 100.000 έως 1.000.000 αιμοδοτών και πρακτικά η μετάδοση θεωρείται απίθανη.
Η μετάδοση από την οροθετική έγκυο στο κύημα μπορεί να επισυμβεί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του τοκετού. Με την εφαρμογή των νεότερων θεραπειών κατά την εγκυμοσύνη και στο νεογνό μετά την γέννηση, το ποσοστό έχει μειωθεί κάτω του 2%.
Επίσης υπάρχει η δυνατότητα φυσιολογικού τοκετού και αποφυγή καισαρικής τομής όταν το ιικό φορτίο (ποσό του ιού που κυκλοφορεί στο αίμα) είναι κάτω των 1000 σωματιδίων/ml.
Αξίζει να τονισθεί ότι ο ιός δεν μεταδίδεται με το άγγιγμα, τα δάκρυα, τον ιδρώτα, το σάλιο, το τσίμπημα των κουνουπιών ή των εντόμων, από την κολύμβηση στην πισίνα, από το κοινωνικό φιλί. Με το ερωτικό φιλί οι πιθανότητες είναι ελάχιστες και αυξάνονται εάν στο στόμα των ερωτικών συντρόφων υπάρχουν πληγές ή αιμορραγίες. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι δεν κινδυνεύουμε από τις κοινωνικές επαφές, την συγκατοίκηση ή την συνεύρεση στον ίδιο εργασιακό χώρο.
Συμπτώματα
Η πρωτολοίμωξη, η πρώτη φάση της λοίμωξης μετά τη μόλυνση από τον ιό και η διάγνωση της, είναι πρωταρχικής σημασίας τόσο για την πρώιμη συστηματική παρακολούθηση, όσο και τον έλεγχο της μετάδοσης. Η πρωτολοίμωξη συνοδεύεται από συμπτώματα σε ποσοστό 40-90%.
Τα συμπτώματα είναι μη ειδικά και συνήθως ήπια, συνοδεύεται από πυρετό και συμπτωματολογία ιογενούς λοιμώξεως. Η περίοδος επώασης είναι 2-4 εβδομάδες, μετά την έκθεση στον ιό, με ακραίες περιόδους 6 ημέρες – 6 εβδομάδες. Η μέση διάρκεια των συμπτωμάτων είναι 2-3 εβδομάδες.
Η πρόοδος της HIV λοίμωξης εξατομικεύεται και μπορεί να υπάρξει ταχεία εξέλιξη (2-3 χρόνια), ή να παραμείνει ασυμπτωματική για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 10 ετών. Εφ’ όσον η ακολουθητέα αντιρετροϊκή αγωγή είναι επιτυχής, επισυμβαίνει σημαντική καταστολή του ιού με αποτέλεσμα την βελτίωση ποιοτικά και ποσοτικά του ανοσολογικού συστήματος και επιβίωσης ανάλογης με τα άτομα χωρίς λοίμωξη.
Θεραπεία
Ως θεραπεία συνιστάται αντιρετροϊκή αγωγή, άμεσα από τη διάγνωση της νόσου. Η αντιρετροϊκή αγωγή έχει σαν στόχο τη μέγιστη καταστολή του πολλαπλασιασμού του ιού, την βελτίωση λειτουργίας του ανοσολογικού συστήματος, την διατήρηση της επιτυχίας του σχήματος επί μακρόν και την αποφυγή δημιουργίας αντοχής.
Τα νεώτερα αντιρετροϊκά φάρμακα είναι ιδιαίτερα δραστικά με λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες και εύκολο δοσολογικό σχήμα (1 χάπι την ημέρα). Αξίζει να τονισθεί ότι είναι υπό κυκλοφορία φάρμακα υπό μορφή ενδομυϊκών ενέσεων με χρόνο δράσεως 30-60 ημέρες.
Είναι καθήκον της πολιτείας, του γιατρού και του ασθενούς να φροντίζει τη μείωση της επέκτασης της νόσου. Η χρήση προφυλακτικού συνιστάται ανεπιφύλακτα, ιδιαίτερα σε άτομα με πολλαπλές και ανεξέλεγκτες σεξουαλικές επαφές.
Τελευταίες επιστημονικές αναφορές συνιστούν την προληπτική χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής σε οροαρνητικά άτομα αναφορικά με την HIV λοίμωξη, που λόγω συμπεριφορών έχουν αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης, για να αποφευχθεί η μόλυνσή τους (χορήγηση PreP). Καθήκον της πολιτείας είναι η εφαρμογή αυτής της προληπτικής χορήγησης καθώς και η προώθηση ειδικών προγραμμάτων που να απευθύνονται στους χρήστες ενδοφλεβίων τοξικών ουσιών ώστε να μειωθεί η μετάδοση.