Τεϊξοβακτίνη: Ένα αντιβιοτικό κατά των ανθεκτικών βακτηρίων

Η εποχή των αντιβιοτικών ξεκίνησε με την πενικιλίνη που ανακαλύφθηκε τυχαία από τον Αλεξάντερ Φλέμινγκ το 1928. Παρασκευάστηκε μαζικά το 1943. Αν και τις πρώτες δεκαετίες, ιδίως του΄50 και του΄60, τα αντιβιοτικά έκαναν «θαύματα», η μικροβιακή αντοχή είναι σήμερα ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Μετά το 1987 κανένα νέο αντιβιοτικό δεν έφθασε στα χέρια των γιατρών. Οι ανθεκτικές στα αντιβιοτικά λοιμώξεις, σκοτώνουν περίπου 700.000 ανθρώπους κάθε χρόνο.

Καθώς τα βακτήρια εξελίσσονται, αναπτύσσουν στρατηγικές που τα κάνουν ανθεκτικά στα αντιβιοτικά και μετατρέπονται σε superbugs τα οποία μπορούν να αντισταθούν στις περισσότερες διαθέσιμες θεραπείες και να προκαλέσουν ενδεχομένως θανατηφόρες λοιμώξεις.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης προσπαθούν να βρουν τρόπους για να νικήσουν τα superbugs κάτι που θα μπορούσε να βοηθήσει στην καταπολέμηση των επιπλοκών του κορωναϊού (COVID-19).

Η ερευνητική ομάδα έδειξε ότι ένα πρόσφατα ανακαλυφθέν φυσικό αντιβιοτικό, η τεϊξοβακτίνη (teixobactin), θα μπορούσε να είναι αποτελεσματικό στη θεραπεία των βακτηριακών πνευμονικών καταστάσεων όπως η φυματίωση και ορισμένων που σχετίζονται με τη νόσο COVID-19. Η δουλειά τους θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για μια νέα γενιά θεραπειών για τα superbugs.

Το τεϊξοβακτίνη ανακαλύφθηκε το 2015 από μια ομάδα με επικεφαλής τον καθηγητή Kim Lewis στο Northeastern University της Βοστώνης το 2015. Το αντιβιοτικό ανήκει σε μια νέα κατηγορία δραστικών ουσιών, που εξοντώνουν τα βακτήρια καταστρέφοντας τις μεμβράνες των κυττάρων τους. Εκτιμάται ότι θα περάσουν πάνω από 30 χρόνια χρήσης του, έως ότου οι παθογόνοι μικροοργανισμοί αποκτήσουν αντίσταση εναντίον του (αν και το χρονικό αυτό διάστημα θα εξαρτηθεί από το πόσο συχνά θα συνταγογραφείται το φάρμακο). Το μειονέκτημα της τεϊξοβακτίνης είναι ότι φαίνεται να «δουλεύει» σε θετικά κατά γκραμ βακτήρια (όπως ο σταφυλόκοκκος MRSA, ο στρεπτόκοκκος και το μυκοβακτήριο της φυματίωσης), αλλά όχι σε αρνητικά κατά γκραμ βακτήρια, όπως το κολοβακτηρίδιο (E.coli) και η κλεμπσιέλλα.

Η νέα έρευνα του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης, που δημοσιεύθηκε στο mSystems, είναι η πρώτη που εξηγεί πώς λειτουργεί η τεϊξοβακτίνη σε σχέση με το MRSA (χρυσίζουν σταφυλόκοκκος ανθεκτικός στη μεθυκικλίνη), που ευθύνεται για χιλιάδες θανάτους κάθε χρόνο. Οι ερευνητές συνέθεσαν μια πτυχή της τεϊξοβακτίνςη για να παράγουν μια ένωση που έδειξε εξαιρετική αποτελεσματικότητα έναντι του MRSA.

Δεν υπάρχει τρόπος να σταματήσουν τα βακτήρια να γίνονται ανθεκτικά στα αντιβιοτικά, καθώς αυτό είναι μέρος της εξέλιξής τους, μέσω της διαδικασίας που είναι γνωστή ως φυσική επιλογή. Η αύξηση των ανθεκτικών στα φάρμακα βακτηρίων είναι αναπόφευκτη. Αυτά τα βακτήρια προκαλούν πολλές θανατηφόρες λοιμώξεις, ιδιαίτερα σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς, σε διαβητικούς, σε καρκινοπαθείς ή ακόμη και σε ηλικιωμένα άτομα με δευτερογενείς βακτηριακές λοιμώξεις μετά από γρίπη.

Η ομάδα του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης είναι η πρώτη που διαπίστωσε ότι η τεϊξοβακτίνη κατέστειλε σημαντικά τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στην αντοχή στα αντιβιοτικά με βάση τη βανκομυκίνη που συνιστώνται για περίπλοκες λοιμώξεις του δέρματος, λοιμώξεις του αίματος, ενδοκαρδίτιδα, λοιμώξεις των οστών και των αρθρώσεων και μηνιγγίτιδα που προκαλείται από το MRSA.

Τα βακτήρια αναπτύσσουν συχνά αντίσταση στα αντιβιοτικά εντός 48 ωρών μετά την έκθεση. Τα βακτήρια απέτυχαν να αναπτύξουν αντοχή έναντι αυτής της ένωσης για 48 ώρες.

Δείτε επίσης