H διαμάχη για την ανοσία της αγέλης

Τo δεύτερο κύμα της COVID-19 βρίσκεται σε εξέλιξη φέρνοντας στο προσκήνιο ξανά την ανοσία της αγέλης. Πλην της περίπτωσης να συμβεί ένα θαύμα και να εξαφανιστεί ο κορωνοϊός ή να γίνει ακίνδυνος, η ανοσία της αγέλης είναι ο μοναδικός τρόπος για να ελεγχθεί η επιδημία.

Ανοσία της αγέλης επιτυγχάνεται όταν ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού αποκτά ανοσία έναντι ενός λοιμώδους νοσήματος περιορίζοντας την περαιτέρω εξάπλωσή του από άτομο σε άτομο -για τον ιό SARS-COV-2 εικάζεται ότι το ποσοστό αυτό μπορεί να είναι γύρω στο 60-70%. Μπορεί να επιτευχθεί είτε μέσω φυσικής μόλυνσης και ανάρρωσης, είτε μέσω εμβολιασμού. Οι άνθρωποι που δεν έχουν ανοσία προστατεύονται έμμεσα λόγω του ότι η εξάπλωση της νόσου είναι χαμηλή.

Σήμερα δεν υπάρχει εμβόλιο για τον κορωνοϊό, συνεπώς όταν κάποιος μιλά για ανοσία της αγέλης υπονοεί τη διάδοση της φυσικής μόλυνσης. Αρχικά ορισμένες χώρες είδαν με θετικό μάτι τη διάδοση του ιού στις ομάδες χαμηλού κινδύνου με σκοπό να προστατευτούν οι ευάλωτες ομάδες. Οι ΗΠΑ αποδέχτηκαν την ιδέα, το ίδιο η Βραζιλία και η Σουηδία ενώ η Βρετανία έκανε πίσω όταν άρχισε να καταγράφει υψηλά ποσοστά θνητότητας. Οι χώρες που δεν αποδέχτηκαν την ιδέα προχώρησαν σε lockdown περιμένοντας την άφιξη των εμβολίων.

Η φυσική ανοσία της αγέλης έχει ένα σημαντικό μειονέκτημα. Για να επιτευχθεί, πρέπει να νοσήσουν πολλοί άνθρωποι και θα υπάρξει υψηλός αριθμός θανάτων. Αν υποθέσουμε ότι η θνητότητα του ιού είναι 1%, και για να επιτευχθεί ανοσία αγέλης πρέπει να μολυνθεί το 65% του πληθυσμού, οι ΗΠΑ με πληθυσμό 328 εκατομμύρια, θα έχουν πάνω από 2 εκατομμύρια θανάτους. Στη πόλη Μανάους, της Βραζιλίας, στην οποία ζουν 2 εκατομμύρια άτομα, στο τέλος του πρώτου κύματος, όταν το 65% των ανθρώπων είχε μολυνθεί, τα νοσοκομεία της πόλης κατακλύστηκαν και οι θάνατοι είχαν φτάσει τους 120 θανάτους την ημέρα. Η Σουηδία έχει μέχρι σήμερα πάνω από 10 φορές τον αριθμό των θανάτων ανά 100.000 άτομα σε σχέση με τη γειτονική Νορβηγία (58,1 και με 5,2 θάνατοι ανά 100.000 άτομα αντίστοιχα).

Η ανοσία της αγέλης έχει σχετιστεί με τη “δεξιά” ή “φιλελεύθερη” πολιτική γιατί αφήνει τα πράγματα να εξελιχθούν χωρίς παρέμβαση, μέχρι να βρουν την ισορροπία τους. Ειδικά στις ΗΠΑ, ορισμένοι πολιτικοί θεωρούν ότι τα συνεχή lockdown θα φέρουν τη χώρα πίσω οικονομικά σε σχέση με την Κίνα που ελέγχει καλύτερα την κατάσταση. Αλλά δεν είναι μόνο ορισμένοι πολιτικοί που βλέπουν θετικά τη φυσική ανοσία, είναι και πολλοί επιστήμονες της υγείας.

Στις αρχές Οκτωβρίου, ένα φιλελεύθερο think tank και μια ομάδα επιστημόνων κυκλοφόρησαν ένα έγγραφο που ονομάστηκε Great Barrington Declaration. Σε αυτό, ζητούν να επιστέψει η κανονική ζωή για τα άτομα που έχουν χαμηλό κίνδυνο σοβαρής νόσου COVID-19, δηλαδή για τα νεαρά άτομα, με σκοπό να εξαπλωθεί ο SARS-CoV-2 σε επαρκές επίπεδο σ’ αυτά τα άτομα και να προκύψει η ανοσία της αγέλης. Από την άλλη πλευρά, τα άτομα με υψηλό κίνδυνο, όπως οι ηλικιωμένοι, θα μπορούσαν να προστατευτούν μέσω ορισμένων μέτρων. Προτάθηκε να ηγηθεί της ομάδας ο Γιάννης Ιωαννίδη, καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ και ειδικός σε θέματα επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, ο οποίος όμως δεν το έκανε παρότι είπε ότι συμφωνεί με το 90% των απόψεων.

Οι επιστήμονες αυτοί έγραψαν: «Προερχόμενοι από την Αριστερά και τη Δεξιά, καθώς και από όλο τον κόσμο, έχουμε αφιερώσει την καριέρα μας στην προστασία των ανθρώπων. Οι τρέχουσες πολιτικές lockdown προκαλούν καταστροφικές επιπτώσεις στη βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη δημόσια υγεία. Τα αποτελέσματα (για να αναφέρουμε μερικά μόνο) περιλαμβάνουν χαμηλότερα ποσοστά εμβολιασμού στην παιδική ηλικία, λιγότερους διαγνωστικούς ελέγχους για καρκίνο, επιδείνωση των καρδιαγγειακών παθήσεων αλλά και της ψυχικής υγείας -οδηγώντας σε αύξηση της θνησιμότητας παραπάνω από το αναμενόμενο μέσα στα επόμενα χρόνια, με την εργατική τάξη και τα νεότερα μέλη της κοινωνίας να επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος. Η παραμονή των μαθητών εκτός σχολείου είναι επίσης μια σοβαρή κοινωνική αδικία. Η διατήρηση αυτών των μέτρων έως ότου είναι διαθέσιμο ένα εμβόλιο θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη, με τους μη προνομιούχους να πλήττονται δυσανάλογα».

Και πρόσθεσαν: «Τα σχολεία και τα πανεπιστήμια πρέπει να είναι ανοιχτά για διά ζώσης διδασκαλία. Οι εξωσχολικές δραστηριότητες, όπως τα αθλήματα, πρέπει να συνεχιστούν. Οι νεαροί ενήλικες χαμηλού κινδύνου πρέπει να εργάζονται κανονικά και όχι από το σπίτι. Τα εστιατόρια και οι άλλες επιχειρήσεις πρέπει να ανοίξουν. Οι τέχνες, η μουσική, ο αθλητισμός και άλλες πολιτιστικές δραστηριότητες πρέπει να ξαναρχίσουν».

Η κίνηση αυτή πυροδότησε μια αντίδραση, από άλλους επιστήμονες, που χαρακτήρισε την παραπάνω προσέγγιση «επικίνδυνη πλάνη η οποία δεν στηρίζεται από επιστημονικά στοιχεία». Υπογράφοντας το αντίπαλο John Snow Memorandum, οι επιστήμονες αυτοί θεωρούν ότι η πολιτική της φυσικής ανοσίας της αγέλης θα έχει απαράδεκτα υψηλό ανθρώπινο τίμημα. Λένε ότι στην πραγματικότητα ποτέ δεν έχουμε φτάσει σε ανοσία αγέλης μέσω φυσικής μόλυνσης και ο SARS-CoV-2 δεν αποτελεί εξαίρεση. Ούτε υπάρχουν στοιχεία ότι η μόλυνση δημιουργεί μόνιμη προστασία από το ιό. Συνεπώς, η φυσική ανοσία δεν θα τερματίσει την πανδημία αλλά θα καταλήξει σε επαναλαμβανόμενες επιδημίες, όπως συνέβη με άλλες μολυσματικές ασθένειες πριν από την έλευση του εμβολιασμού. Εν τέλει, ο εμβολιασμός είναι ο μόνος ηθικός δρόμος.

Στο John Snow Memorandum αναφέρεται: «Είναι κρίσιμο να δράσουμε αποφασιστικά και επείγοντα. Τα αποτελεσματικά μέτρα που καταστέλλουν και ελέγχουν τη μετάδοση πρέπει να εφαρμοστούν ευρέως και πρέπει να υποστηρίζονται από οικονομικά και κοινωνικά προγράμματα που ενθαρρύνουν τις κοινοτικές αντιδράσεις και αντιμετωπίζουν τις ανισότητες που έχουν ενισχυθεί από την πανδημία. Μάλλον θα απαιτηθούν συνεχείς περιορισμοί βραχυπρόθεσμα, για τη μείωση της μετάδοσης και τη διόρθωση αναποτελεσματικών συστημάτων απόκρισης πανδημίας, προκειμένου να αποφευχθούν τα μελλοντικά lockdown. Ο σκοπός αυτών των περιορισμών είναι να καταστείλουν αποτελεσματικά τις μολύνσεις SARS-CoV-2 σε χαμηλά επίπεδα που επιτρέπουν την ταχεία ανίχνευση εντοπισμένων εστιών και ταχεία απόκριση μέσω αποτελεσματικών και ολοκληρωμένων συστημάτων εύρεσης, δοκιμής, ανίχνευσης, απομόνωσης και υποστήριξης, ώστε η ζωή να μπορεί να επιστρέψει σε σχεδόν φυσιολογικό χωρίς την ανάγκη γενικευμένων περιορισμών».

Δείτε επίσης