Παχυσαρκία: Γονίδια και επιγενετική

Η παχυσαρκία είναι μία από τις μεγάλες απειλές για την υγεία. Συνδέεται με πολλά προβλήματα υγείας όπως καρδιακές παθήσεις, διαβήτη και καρκίνο. Επίσης, αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής ασθένειας μετά από μόλυνση με COVID-19.

Ο αριθμός των ατόμων με παχυσαρκία, που ορίζεται ότι έχουν δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) άνω του 30, έχει τριπλασιαστεί μεταξύ των ετών 1975 και 2016. Το ενδιαφέρον είναι ότι τα παιδιά γίνονται επίσης πιο παχύσαρκα -στο Ηνωμένο Βασίλειο σήμερα, σχεδόν το ένα τρίτο των παιδιών είναι υπέρβαρα ή έχουν παχυσαρκία.

Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μπορούν να συμβάλουν στην παχυσαρκία, και ένας από αυτούς είναι η γενετική. Κατάφεραν οι επιστήμονες να εντοπίσουν ένα «γονίδιο παχυσαρκίας» ή η γενετική αυτής της κατάστασης είναι πιο περίπλοκη;

Προκειμένου να διερευνηθεί η γενετική πίσω από την παχυσαρκία, οι ερευνητές σαρώνουν το DNA πολλών ανθρώπων για να διαπιστώσουν εάν μπορούν να εντοπίσουν ορισμένα γονίδια ή παραλλαγές γονιδίων που συσχετίζονται με την παχυσαρκία.

Η καθηγήτρια Cornelie Nienaber-Rousseau, ειδική στη διατροφή από το Πανεπιστήμιο North-West στη Νότια Αφρική, λέει: «Μελέτες συσχετίσεων σε γενετικό επίπεδο (GWAS) έχουν εντοπίσει πολλούς τόπους που σχετίζονται με το δείκτη μάζας σώματος και όχι μόνο έναν τόπο/γονίδιο”. Ωστόσο, σε σπάνιες περιπτώσεις, η παχυσαρκία προκαλείται από ένα συγκεκριμένο σύνδρομο λόγω μετάλλαξης σε ένα και μόνο γονίδιο.

Τα γονίδια που συσχετίζονται με τον δείκτη μάζας σώματος ή την παχυσαρκία διαφέρουν σημαντικά στη λειτουργία τους. Ο Δρ. Ivor Ebenezer, ειδικός στη νευροεπιστήμη από το Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ στο Ηνωμένο Βασίλειο, λέει ότι αυτά τα γονίδια ελέγχουν τις ορμόνες, τους νευροδιαβιβαστές, τους νευροδιαμορφωτές και τα ένζυμα που εμπλέκονται στη ρύθμιση της πρόσληψης τροφής και της ομοιόστασης της ενέργειας.

Γιατί κάποια γονίδια συνδέονται με την παχυσαρκία; Από εξελικτικής άποψης έχει εξήγηση ότι τα γονίδιά μας τα οποία περνούν από γενιά σε γενιά συμβάλλουν σε μια επικίνδυνη κατάσταση όπως η παχυσαρκία. Ο Ebenezer εξηγεί ότι “αν κοιτάξουμε πίσω στην ιστορία, σε μια εποχή που οι πρόγονοί μας κυνηγοί-συλλέκτες περιπλανήθηκαν στη Γη, διαπιστώνουμε ότι ο πρώτος άνθρωπος ζούσε κυρίως με ρίζες λαχανικών (τα οποία είναι πλούσια σε υδατάνθρακες) και κυνηγούσε ζώα για πρωτεΐνες. Υπήρχαν περίοδοι πολλών ημερών πείνας. Όσοι επέζησαν κατάφερναν να αποθηκεύουν σωματικό λίπος σε περιόδους αφθονίας για να έχουν ενέργεια σε περιόδους δυσκολίας. Έτσι, η πλειονότητα από εμάς έχει κληρονομήσει γονίδια από τους προγόνους μας που μας προδιαθέτουν να συσσωρεύουμε σωματικό λίπος”.

Αυτά τα γονίδια, τα οποία ήταν απαραίτητα για την επιβίωσή μας όταν τα τρόφιμα ήταν λιγοστά, είναι πλέον επιζήμια τώρα που έχουμε εύκολη πρόσβαση στο φαγητό και δεν χρειάζεται να έχουμε συνεχή σωματική δραστηριότητα.

Ποιοι άλλοι παράγοντες συμβάλλουν στην παχυσαρκία; Ενώ η γενετική είναι ένας παράγοντας, δεν είναι ο μόνος. Ο Δρ. Richard Edwards, ειδικός στη βιοπληροφορική και τη γενετική από το UNSW Sydney στην Αυστραλία, λέει: “Η παχυσαρκία είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο χαρακτηριστικό που ελέγχεται από αλληλεπιδράσεις μεταξύ πολλών γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Αρκεί να εξετάσουμε τις αλλαγές στα επίπεδα παχυσαρκίας που βλέπουμε σε σύγχρονους πληθυσμούς έναντι των πρόσφατων προγόνων μας. Τα γονίδιά μας δεν έχουν αλλάξει ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου”.

Συνεπώς, το περιβάλλον επηρεάζει έντονα την παχυσαρκία η οποία οφείλεται σε υπερβολική πρόσληψη ενέργειας (τροφής) σε συνδυασμό με μειωμένη ενεργειακή δαπάνη. Ωστόσο, το περιβάλλον μας αλληλεπιδρά επίσης με τη γενετική. Ο Edwards επισημαίνει ότι “ο μεγαλύτερος γενετικός παράγοντας είναι πιθανότατα επιγενετικός -σχετίζεται όχι τόσο με τα γονίδια που έχετε, αλλά με το πώς εκφράζονται και ελέγχονται”.

Ο Ebenezer εξηγεί ότι “περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως η έλλειψη τροφών και συστατικών της μητέρας ή η κατανάλωση τροφών με υψηλή περιεκτικότητα σε σάκχαρα, μπορούν να προκαλέσουν επιγενετικές αλλαγές στο έμβρυο και μπορούν να οδηγήσουν σε παχυσαρκία στους απογόνους”.

Μπορεί να υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που επηρεάζουν την παχυσαρκία οι οποίοι δεν εκτιμώνται ευρέως. Για παράδειγμα, πρόσφατα, διαπιστώθηκε ότι το μικροβίωμα του εντέρου παίζει σημαντικό ρόλο στον έλεγχο της πείνας και του κορεσμού, ρυθμίζοντας τις εμπλεκόμενες ορμόνες και τους νευροδιαβιβαστές.

Το συμπέρασμα είναι: ενώ η γενετική συμβάλλει στην παχυσαρκία, δεν είναι ο μόνος παράγοντας που εμπλέκεται και δεν υπάρχει μόνο ένα γονίδιο παχυσαρκίας.

Δείτε επίσης