Ανακαλύφθηκε στη Σιβηρία νέο είδος ανθρώπου, πέρα από τον homo sapiens και τον Νεάντερταλ

Το ανθρώπινο “οικογενειακό δέντρο” δεν αποκλείεται να χρειαστεί να ξανασχεδιαστεί, καθώς η ανάλυση δείγματος μιτοχονδριακού DΝΑ από ένα απολιθωμένο οστό δαχτύλου που ανακαλύφθηκε στη Σιβηρία, δείχνει ότι ανήκε σε ένα μυστηριώδες, άγνωστο μέχρι σήμερα, αρχαίο ανθρωποειδές, πιθανότατα σε ένα νέο είδος προγόνου του ανθρώπου.

Είναι μάλιστα η πρώτη φορά, που ανακαλύπτεται νέο είδος ανθρώπου όχι από απολιθώματα, αλλά από την ανάλυση γενετικού υλικού. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική ανακάλυψη, η οποία έρχεται να προστεθεί στην πρόσφατη ανακάλυψη του νάνου “χόμπιτ” της Ινδονησίας και δείχνει ότι τελικά στο, όχι πολύ μακρινό, παρελθόν πολλά συγγενικά ανθρώπινα είδη συμβίωναν στον πλανήτη μας.

Η “γυναίκα-Χ”, όπως ονομάστηκε το πλάσμα, που ζούσε πριν από 30.000 – 50.000 χρόνια, είχε ένα κοινό πρόγονο με τους ανθρώπους και τους Νεάντερταλ πριν από περίπου ένα εκατομμύριο χρόνια, αλλά διαφέρει από αυτά τα δύο είδη.

Η ανακάλυψη, που παρουσιάστηκε στο περιοδικό “Nature”, σύμφωνα με το BBC και τα πρακτορεία Ρόιτερ και Γαλλικό, έγινε από ερευνητές του επιφανούς Ινστιτούτου Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Μαξ Πλανκ της Λειψίας στη Γερμανία, υπό τον κορυφαίο παλαιοντολόγο και γενετιστή Σβάντε Πάαμπο, με τη συνεργασία αμερικανών, ρώσων και αυστριακών ερευνητών.

Για “την κορφή του παγόβουνου”, έκανε λόγο ο παλαιοανθρωπολόγος Κρις Στρίνγκερ του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου, εκτιμώντας ότι πολλοί περισσότεροι ανθρωπίδες (ανθρωποειδείς), που δεν θα είναι ούτε άνθρωποι ούτε Νεάντερταλ, θα ανακαλυφθούν τα επόμενα χρόνια, ιδίως στην κεντρική και ανατολική Ασία.

Μέχρι πρόσφατα, οι ανθρωπολόγοι πίστευαν ότι οι Νεάντερταλ και οι άνθρωποι ήσαν οι μόνο ανθρωπίδες που περιπλανιούνταν στην Ευρώπη και στην Ασία κατά την ύστερη Πλειστόκαινο περίοδο. Όμως η ανακάλυψη το 2003 στην Ινδονησία του, ηλικίας 17.000 ετών, μικρόσωμου “χόμπιτ” (Homo floresiensis), που θεωρείται νέο είδος, ήρθε να ανατρέψει αυτή την αντίληψη.

Το νέο πλάσμα που ανακαλύφθηκε το 2008 στο σπήλαιο Ντενίσοβα της νότιας Σιβηρίας (στα όρη Αλτάι) από ρώσους αρχαιολόγους και το οποίο πιθανώς ζούσε κοντά με τους ανθρώπους και τους Νεάντερταλ, επιβεβαιώνει ότι επικρατούσε μια πολύ πιο πολύπλοκη εικόνα, πέρα από το απλοϊκό δίπoλο “σοφός” άνθρωπος (homo sapiens)-Νεάντερταλ.

Αν και το φύλο του πλάσματος δεν είναι γνωστό, ονομάστηκε “γυναίκα-Χ”, επειδή τα μιτοχόνδρια (από όπου αναλύθηκε το DNA) κληρονομούνται μέσω της μητέρας. Σύμφωνα με τον Πάαμπο, τα μιτοχόνδρια της “γυναίκας-Χ” διαφέρουν από αυτά του ανθρώπου κατά περίπου 400 “γράμματα” DNA, ενώ οι Νεάντερταλ έχουν τις μισές μόνο διαφορές με τον άνθρωπο.

Είναι, προς το παρόν, αδύνατο για τους ερευνητές να έχουν την παραμικρή εικόνα για το πώς έμοιαζε η “γυναίκα-Χ”, απλώς και μόνο με ένα μικρό οστό άκρου, για το λόγο αυτό ο Πάαμπο και οι συνεργάτες του επιφυλάσσονται ακόμα να την χαρακτηρίσουν οριστικά νέο είδος, συγγενικό με τον άνθρωπο.

Οι ερευνητές ήδη επιχειρούν να “διαβάσουν” γενετικές αλληλουχίες DNA από τα 3,1 δισ. “γράμματα” του γονιδιώματος του πυρήνα του κυττάρου (και όχι των μιτοχονδρίων που βρίσκονται εκτός πυρήνα) της “γυναίκας-Χ”. Τα πρώτα αποτελέσματα αναμένονται σε μερικούς μήνες. Οι πρώτες αναλύσεις του μιτοχονδριακού DNA δείχνουν ότι η “γυναίκα-Χ” δεν είχε επιμειξίες ούτε με homo sapiens, ούτε με Νεάντερταλ, αλλά για μια πιο σίγουρη εικόνα θα πρέπει οι ερευνητές να περιμένουν τις αναλύσεις του πυρηνικού DNA.

Σύμφωνα με τις πρώτες γενετικές αναλύσεις, η “γυναίκα-Χ” είχε έναν κοινό Αφρικανό πρόγονο με τον άνθρωπο και τον Νεάντερταλ πριν από 780.000 έως 1,3 εκατ. χρόνια, πριν αρχίσει να μεταναστεύει προς το Βορρά και την Ανατολή. Η μετανάστευση αυτή είναι διαφορετική από εκείνη, που συνέβη πριν από περίπου 500.000 χρόνια από τον Homo heidelbergensis, τον θεωρούμενο ως πρόγονο των Νεάντερταλ, και οδήγησε στην επικράτηση των τελευταίων. Η “γυναίκα-Χ” εξάλλου, επειδή εμφανίστηκε πολύ αργότερα, δεν φαίνεται να συγγενεύει με τον πρόγονο του ανθρώπου, τον “όρθιο άνθρωπο” (homo erectus), που άρχισε να εγκαταλείπει την Αφρική πριν από περίπου 2 εκατ. χρόνια.

Link: Για την πρωτότυπη επιστημονική εργασία (με συνδρομή) στη διεύθυνση: http://www.nature.com/nature/journal/vaop/ncurrent/full/nature08976.html

Δείτε επίσης