Μια απλή γενετική εξέταση θα μπορεί στο μέλλον να προβλέπει ποιες γυναίκες θα έχουν πρόωρη εμμηνόπαυση. Βρετανοί επιστήμονες εντόπισαν τέσσερα γονίδια που επηρεάζουν το χρόνο της εμμηνόπαυσης.
Οι ερευνητές, υπό την Άνα Μάρεϊ της Ιατρικής Σχολής Χερσονήσου του πανεπιστημίου του Έξετερ, δημοσίευσαν την εργασία τους στο περιοδικό “Human Molecular Genetics” όπου ανέφεραν ότι η ικανότητα μιας γυναίκας να γεννήσει παιδί, μειώνεται κατά μέσο όρο δέκα χρόνια πριν αρχίσει η εμμηνόπαυση.Συνεπώς, όσες γυναίκες πρόκειται να έχουν πρόωρη εμμηνόπαυση και καθυστερούν τη γέννηση ενός παιδιού μετά τα 30 τους, είναι πιθανότερο να έχουν προβλήματα σύλληψης.
Η νέα ανακάλυψη αποτελεί το πρώτο ουσιαστικό βήμα για τη δημιουργία ενός εύκολου και φθηνού γενετικού τεστ (με κόστος γύρω στα 60 ευρώ) που θα βοηθά τις γυναίκες στην ηλικία των 20 – 30 ετών να μαθαίνουν έγκαιρα αν κινδυνεύουν από πρόωρη εμμηνόπαυση και να προγραμματίζουν πιο σωστά τις επιλογές τους σε σχέση με το γάμο και τα παιδιά.
Οι βρετανοί ερευνη΄τες συνέκριναν το DNA περίπου 2.000 γυναικών που είχαν πρόωρη εμμηνόπαυση, με άλλες τόσες γυναίκες που δεν είχαν, καταφέρνοντας με τον τρόπο αυτό να βρουν τέσσερα γονίδια που αυξάνουν τον κίνδυνο πρόωρης εμμηνόπαυσης. Το κάθε ένα ξεχωριστά γονίδιο επηρεάζει την ηλικία της εμμηνόπαυσης, ενώ αν υπάρχουν και τα τέσσερα, η πιθανότητα αυξάνεται περισσότερο.
Κατά μέσο όρο οι γυναίκες φτάνουν στην εμμηνόπαυση στην ηλικία των 51 ετών, αλλά μερικές αργούν μετά τα 60 τους και άλλες φτάνουν σε αυτήν πρόωρα μετά τα 40 τους. Η εμμηνόπαυση εμφανίζεται συνήθως σε μια γυναίκα, όταν ο αριθμός των ωαρίων στις ωοθήκες της πέφτει κάτω από 1.000 περίπου.
Υπάρχουν σήμερα τεστ μέσω υπερήχων και ορμονικά τεστ για πρόβλεψη της εμμηνόπαυσης, αλλά δεν έχουν αξιοπιστία παρά μόνο πριν από δύο έως τρία χρόνια, με συνέπεια αρκετές γυναίκες να μαθαίνουν ότι σύντομα θα φτάσουν στην εμμηνόπαυση, όταν πια είναι πολύ κοντά στο να μην είναι γόνιμες.
Οι βιολογικοί παράγοντες που καθορίζουν πόσο γρήγορα θα συμβεί αυτό, δεν έχουν ακόμα γίνει κατανοητοί πλήρως. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι τα γονίδια εξηγούν περίπου το 50% της πρόωρης εμμηνόπαυσης στις περισσότερες γυναίκες, ενώ ο τρόπος ζωής και η διατροφή εξηγούν το υπόλοιπο 50%. Αν μερικές γυναίκες έχουν τα συγκεκριμένα γονίδια που αυξάνουν τον κίνδυνο για πιο πρόωρη εμμηνόπαυση, τότε θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν ανάλογα τους άλλους παράγοντες που βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους (στιλ ζωής, περιβάλλον, φαγητό κ.α.).