Με μέσο όρο σκορ το 100 για τις γνωστικές και λεκτικές ικανότητες, τα μωρά που δεν έχουν θηλάσει επιτυγχάνουν 97 ενώ όσα έχουν θηλάσει πάνω από έξι μήνες επιτυγχάνουν 104, συμπεραίνει ελληνική μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Journal of Epidemiology and Community Health.
Το οφέλη του μητρκού θηλασμού
Προηγούμενη μελέτη είχε συσχετίσει το θηλασμό με καλύτερες ικανότητες σκέψης και μνήμης. Είναι όμως, η πρώτη φορά που ο μητρικός θηλασμός σχετίζεται και με τις λεκτικές ικανότητες και την κινητική ανάπτυξη του παιδιού.
Η δρ Λήδα Χατζή από το Πανεπιστήμιο της Κρήτης και οι συνεργάτες της μελέτησαν στοιχεία από μια έρευνα στην οποία είχαν λάβει μέρος 540 μητέρες και τα παιδιά τους. Όταν τα παιδιά ήταν εννέα μηνών, οι ερευνητές ρώτησαν τις μητέρες για την έναρξη του θηλασμού και τη διάρκειά του. Το ίδιο έγινε όταν τα παιδιά ήταν 18 μηνών. Ψυχολόγοι μελέτησαν επίσης τις γνωστικές ικανότητες των παιδιών, την γλωσσική και κινητική τους ανάπτυξη, σε ηλικία 18 μηνών.
Το 89% των παιδιών είχε θηλάσει. Εξ αυτών το 13% είχε θηλάσει λιγότερο από έναν μήνα, το 52% από έναν έως έξι μήνες και το 35% περισσότερο από έξι μήνες. Τα παιδιά που είχαν θηλάσει παρουσίασαν υψηλότερο σκορ στην γνωστικότητα, την επικοινωνία και τους λεπτούς κινητικούς χειρισμούς, από τα παιδιά που δεν είχαν θηλάσει.
Τα σκορ των παιδιών που είχαν θηλάσει πάνω από έξι μήνες, ήταν καλύτερα ως προς την γνωστικότητα, την επικοινωνία και τον κινητικό συντονισμό. Για παράδειγμα, στην γνωστικότητα με φυσιολογικό σκορ το 100, τα νήπια που δεν είχαν θηλάσει καθόλου είχαν σκορ 97, κατά μέσο όρο ενώ όσα είχαν θηλάσει πάνω από έξι μήνες είχαν σκορ 104.
Χαμηλά τα επίπεδα θηλασμού στην Ελλάδα
Αξίζει να σημειωθεί ότι, η Χατζή και οι συνεργάτες της δήλωσαν απογοητευμένοι από τα επίπεδα του θηλασμού στην Ελλάδα, τα οποία χαρακτήρισαν ως χαμηλά. «Μας εξέπληξαν τα χαμηλά επίπεδα του μητρικού θηλασμού, παρά την προσπάθεια του κράτους να προάγει τον θηλασμό ως την βέλτιστη πρακτική για τα μωρά», επεσήμανε η Δρ Χατζή.
Ο δρ Δημήτρης Χριστάκης, καθηγητής Παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον και διευθυντής του Κέντρου για την Υγεία, τη Συμπεριφορά και την Ανάπτυξη του Παιδιού στο Ινστιτούτο Έρευνας Παίδων του Σιατλ σχολιάζει ότι «τα στοιχεία είναι ξεκάθαρα για τα οφέλη του θηλασμού. Σ’ αυτό που θα πρέπει στο εξής να επικεντρωθούμε είναι, η εδραίωση του θηλασμού στον πρώτο ζωής του παιδιού».
Σύμφωνα με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ο αποκλειστικός θηλασμός (δηλαδή χωρίς τεχνητό γάλα ή στέρεες τροφές), θα πρέπει να εφαρμόζεται τουλάχιστον το πρώτο εξάμηνο της ζωής του παιδιού και στη συνέχεια να συνδυάζεται με στέρεες τροφές μέχρι την ηλικία των δύο ετών.