Η μεγάλη περίμετρος μέσης αυξάνει τον κίνδυνο 10 μορφών καρκίνου

Κάθε επιπλέον εκατοστό γύρω από τη μέση αυξάνει τις πιθανότητες καρκίνου, ακόμη και αν το υπόλοιπο σώμα είναι λεπτό, προειδοποίησε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ).

Η νέα έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η περιφέρεια μέσης είναι στενά συνδεδεμένη με τον κίνδυνο καρκίνου όσο και το συνολικό βάρος.

Οι επιστήμονες του Διεθνούς Οργανισμού για την Έρευνα για τον Καρκίνο του ΠΟΥ διαπίστωσαν ότι η αύξηση της περιφέρειας μέσης κατά 11 εκατοστά, αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης των καρκίνων που συνδέονται με την παχυσαρκία κατά 13%.

Δεν συνδέονται όλοι οι καρκίνοι με το αυξημένο λίπος και το σωματικό βάρος, αλλά οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το μέγεθος της μέσης συνδέεται με 10 καρκίνους.

Οι συγγραφείς, των οποίων η εργασία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό British Journal of Cancer, ανέφεραν ότι το υπερβολικό σωματικό λίπος μπορεί να αλλάξει τα επίπεδα των ορμονών του φύλου, όπως τα οιστρογόνα και τη τεστοστερόνη. Μπορεί επίσης να προκαλέσει αύξηση της ινσουλίνης και να οδηγήσει σε φλεγμονή, η οποία επίσης αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου. Δήλωσαν επίσης ότι τα νέα ευρήματα δείχνουν πως το μέρος του σώματος όπου το λίπος υπάρχει διαφοροποιεί τον κίνδυνο του καρκίνου με διάφορους τρόπους.

Στη μελέτη συμμετείχαν 18.668 άνδρες και 24.751 γυναίκες, ηλικίας 50-84 ετών. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν από τη Διεθνή Υπηρεσία Έρευνας του Καρκίνου (IARC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και πολυάριθμα ερευνητικά κέντρα στην Ευρώπη επί 12 χρόνια. Οι 1.656 εκδήλωσαν καρκίνους σχετιζόμενους με την παχυσαρκία.

Στους καρκίνους αυτούς συμπεριλαμβάνονταν οι καρκίνοι στο κατώτερο τμήμα του οισοφάγου, του ήπατος, της χοληδόχου κύστης, του παγκρέατος, του ενδομητρίου, των ωοθηκών, του νεφρού, του παχέος εντέρου και του μαστού μετά την εμμηνόπαυση.

Κοιλιακή παχυσαρκία και ΔΜΣ

Σύμφωνα με τη μελέτη, για κάθε αύξηση στην περίμετρο της μέσης κατά 11 εκατοστά αυξάνεται 13% ο κίνδυνος εκδήλωσης καρκίνου, ακόμα και σε εθελοντές οι οποίοι με βάση το δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) θεωρείται πως έχουν φυσιολογικό βάρος.

Η μεγαλύτερη αύξηση του κινδύνου φάνηκε να αφορά τον καρκίνο του παχέος εντέρου και τον καρκίνο του μαστού, που ήταν αυξημένοι κατά 21% -για τον καρκίνο του μαστού το ποσοστό αυτό παρατηρήθηκε στις  γυναίκες που δεν είχαν λάβει ορμονική θεραπεία για τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης.

Τα ευρήματα δείχνουν ότι τόσο ο δείκτης μάζας σώματος όσο και το σωματικό λίπος αποτελούν δείκτες κινδύνου για καρκίνο που σχετίζεται με την παχυσαρκία.

Ο δρ Heinz Freisling, επικεφαλής της μελέτης δήλωσε: «Το λίπος που μεταφέρεται γύρω από τη μέση μπορεί να είναι σημαντικό για ορισμένους καρκίνους, αλλά απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση». Και πρόσθεσε: «Για να αντικατοπτρίσουμε καλύτερα την υποκείμενη βιολογία, πιστεύουμε ότι είναι σημαντικό να την μελετήσουμε περισσότερο από τον ΔΜΣ όταν εξετάζουμε τον κίνδυνο καρκίνου. Η έρευνά μας προσθέτει περαιτέρω κατανόηση για το πώς το σχήμα του σώματος των ανθρώπων θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο καρκίνου».

Να σημειωθεί ότι το υπερβολικό βάρος είναι η μόνη μεγαλύτερη αιτία πρόληψης του καρκίνου μετά το κάπνισμα και συνδέεται με τους 13 τύπους καρκίνου.

Η περιφέρεια μέσης στην Ελλάδα

Η μεγάλη περιφέρεια μέσης αποτελεί αληθινή μάστιγα στη χώρα μας. Δεδομένα από μία μεγάλη μελέτη, την ΥΔΡΙΑ, την οποία πραγματοποιούν από κοινού το Ελληνικό Ιδρυμα Υγείας (ΕΙΥ) και το ΚΕΕΛΠΝΟ σε 4.000 Έλληνες εθελοντές αποκαλύπτουν ότι ένας στους δύο άνδρες έχει περιφέρεια μέσης πάνω από 99 εκατοστά. Αντίστοιχα, μία στις δύο γυναίκες έχει περιφέρεια μέσης πάνω από 90,3 εκατοστά.

Και στα δύο φύλα, οι αριθμοί αυτοί υποδηλώνουν αυξημένο μεταβολικό κίνδυνο, τονίζει η καθηγήτρια Αντωνία Τριχοπούλου, πρόεδρος του ΕΙΥ. Η κ. Τριχοπούλου ανέφερε: «Οπως έδειξε και η δημοσίευση στο περιοδικό British Journal of Cancer, η κατανομή του λίπους του σώματος σχετίζεται με τον κίνδυνο εμφάνισης διατροφο-εξαρτώμενων καρκίνων ανεξάρτητα από την “ολική παχυσαρκία”, όπως αυτή εκφράζεται με τον ΔΜΣ. Επομένως, το θέμα της κοιλιακής παχυσαρκίας στον πληθυσμό της Ελλάδας θα πρέπει να τύχει προσοχής τόσο σε ατομικό επίπεδο, όσο και στη διαμόρφωση πολιτικής Υγείας».

Δείτε επίσης