Εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν αντικαταθλιπτικά χάπια αλλά υπάρχει μακρά συζήτηση για το πόσο αποτελεσματικά είναι τα φάρμακα αυτά στην πραγματικότητα.
Μια μεγάλη ανασκόπηση πολλών δημοσιευμένων μελετών παρέχει στοιχεία ότι τα αντικαταθλιπτικά χάπια είναι πράγματι πιο αποτελεσματικά σε σχέση με το εικονικό φάρμακο στη θεραπεία της οξείας κατάθλιψης στους ενήλικες. Ωστόσο οι δημοσιευμένες κλινικές μελέτες κυρίως χρηματοδοτούνται από τις φαρμακευτικές εταιρείες και έτσι υπάρχει πάντα μια μεροληψία.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet, εξέτασε τα δημοσιευμένα δεδομένα από 522 τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες οι οποίες εξέτασαν 21 διαφορετικούς τύπους αντικαταθλιπτικών.
Οι συγγραφείς της μελέτης προσέγγισαν επίσης τις φαρμακευτικές εταιρείες και τους συγγραφείς των μελετών για αδημοσίευτα στοιχεία.
Συνολικά, η συλλογή δεδομένων περιελάμβανε 116.477 άνδρες και γυναίκες, ηλικίας 18 ετών και άνω, που είχαν κατάθλιψη και οι οποίοι υποβλήθηκαν σε θεραπεία για τουλάχιστον οκτώ εβδομάδες.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι κάθε είδος αντικαταθλιπτικού που μελετήθηκε ήταν πιο αποτελεσματικό στη μείωση των συμπτωμάτων κατάθλιψης σε σχέση με το εικονικό φάρμακο. Περίμεναν να διαπιστώσουν ότι αρκετά αντικαταθλιπτικά θα αποδειχθούν καλύτερα από το εικονικό φάρμακο, αλλά εξεπλάγησαν από το γεγονός ότι κάθε φάρμακο ήταν πιο αποτελεσματικό, σύμφωνα με τον Andrea Cipriani του Τμήματος Ψυχιατρκής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης στο Ηνωμένο Βασίλειο. “Ήμασταν ανοιχτοί σε οποιοδήποτε αποτέλεσμα”, δήλωσε. “Γι’ αυτό μπορούμε να πούμε ότι αυτή είναι η τελική απάντηση στην αντιπαράθεση”.
Αν και οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι κάθε φάρμακο ήταν πιο αποτελεσματικό από το εικονικό φάρμακο, κάποια ήταν πιο αποτελεσματικά από άλλα.
Οι αποτελεσματικότερες δραστικές ουσίες ήταν:
- η αγομελατίνη (πωλείται με διάφορες εμπορικές επωνυμίες, συμπεριλαμβανομένων των Valdoxan, Melitor και Thymanax),
- η αμιτριπτυλίνη (Elavil),
- η εσιταλοπράμη (Lexapro),
- η μιρταζαπίνη (Remeron),
- η παροξετίνη (Paxil),
- η βενλαφαξίνη (Effexor XR),
- η βορτιοξετίνη.
Οι λιγότερο αποτελεσματικές δραστικές ουσίες ήταν:
- η φλουοξετίνη (Prozac),
- η φλουβοξαμίνη (Faverin),
- η ρεβοξετίνη (Edronax)
- η τραζοδόνη (Desyrel).
Οι ερευνητές αξιολόγησαν επίσης την αποδοχή των αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, κάτι που το έκαναν αναλύοντας το ποσοστό των ανθρώπων που αποχώρησαν από τη μελέτη πριν από τις οκτώ εβδομάδες. Το μόνο φάρμακο που αποδείχθηκε λιγότερο αποδεκτό από το εικονικό φάρμακο ήταν η κλομιπραμίνη.
Αν και τα αντικαταθλιπτικά χάπια αποτελούν μια πολύ κοινή μορφή θεραπείας για την κατάθλιψη, δεν είναι τέλεια. Περίπου το ένα τρίτο των ατόμων με κατάθλιψη δεν ανταποκρίνονται στη θεραπεία. Όταν τα φάρμακα “δουλεύουν”, μπορούν να χρειαστούν τέσσερις έως οκτώ εβδομάδες για να έχουν αποτέλεσμα.
Αλλά πολλοί άνθρωποι με κατάθλιψη δεν δοκιμάζουν καν αντικαταθλιπτικά χάπια ή άλλες θεραπείες, όπως η ψυχοθεραπεία.
Μια πρόσφατη μελέτη με περισσότερους από 240.000 ανθρώπους διαπίστωσε ότι μόνο το ένα τρίτο όσων είχαν πρόσφατα διαγνωστεί με κατάθλιψη έλαβε θεραπεία.
“Πρέπει να αυξήσουμε τον αριθμό των ανθρώπων που αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά”, είπε ο Cipriani. “Δεν λέω ότι όλοι οι ασθενείς με κατάθλιψη θα πρέπει να λαμβάνουν θεραπεία με αντικαταθλιπτικά φάρμακα αλλά θα πρέπει όλοι να έχουν πρόσβαση σε αποτελεσματικές θεραπείες”.
Πάντως, οι περισσότερες από τις 522 μελέτες που αναλύθηκαν χρηματοδοτήθηκαν από φαρμακευτικές εταιρείες και οι ερευνητές αναφέρουν ότι το 9% θεωρείται ότι έχει υψηλό κίνδυνο μεροληψίας.
Ο Cipriani ανέφερε ότι ο σχεδιασμός της μελέτης και η συμπερίληψη μη-δημοσιευμένων δεδομένων στην ανάλυσή τους είχε σκοπό να μετριάσει αυτή τη μεροληψία.
“Αυτή είναι η μεγαλύτερη και πιο ισχυρή μελέτη που έγινε ποτέ για τα αντικαταθλιπτικά χάπια”, είπε ο Cipriani. “Και βρήκαμε καλά νέα, ότι δουλεύουν και αντισταθμίζουν τις παρενέργειες”.