Μια νέα αιτία για την εκδήλωσης οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας (ΟΛΛ) στα παιδιά πιθανολογεί μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Review Cancer.
To 90% των περιπτώσεων ΟΛΛ στα παιδιά θεραπεύεται σήμερα με χημειοθεραπεία και άλλες θεραπείες και αυτό είναι ένα παράδειγμα επιτυχίας στην ογκολογία. Από την άλλη μεριά όμως, η θεραπεία είναι τραυματική για τα παιδιά και τις οικογένειές τους. Επίσης, η οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία είναι πιο διαδεδομένη στις ανεπτυγμένες κοινωνίες και τα περιστατικά αυξάνονται με ρυθμό περίπου 1% ετησίως.
Την ασθένεια είναι πιθανότερο να εμφανίσουν παιδιά που δεν έχουν θηλάσει, που έχουν μεγαλώσει απομονωμένα και χωρίς αδέρφια και που έχουν γεννηθεί με καισαρική τομή.
Ο καθηγητής Mel Greaves από το Institute of Cancer Research του Λονδίνου, αξιολόγησε τις μελέτες της τελευταίας 30ετίας και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πρόοδοι στην καθαριότητα ίσως ευνοούν την εκδήλωση της οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας. Πρόκειται για την πρώτη μελέτη που αναδεικνύει μια τέτοια συσχέτιση.
Κατά τον Greaves όταν ένα παιδί με γενετική επιρρέπεια στην εκδήλωση οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας δεν εκτίθεται στο σπίτι ή στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον σε μικροοργανισμούς ώστε να δυναμώσει το ανοσοποιητικό του σύστημα, πυροδοτείται μια αλυσίδα βιολογικών αντιδράσεων που ευνοούν την εκδήλωση λευχαιμίας. Χωρίς επαρκή ανοσία ένα παιδί που κολλά τον ιό της εποχικής γρίπης, το δυσλειτουργικό ανοσοποιητικό σύστημά του είναι δυνατό να κάνει υπερπαραγωγή λευκών κυττάρων, κάτι που ευνοεί την εκδήλωση καρκίνου.
Η επαφή με άλλα παιδιά από μικρή ηλικία, ο θηλασμός, το παιχνίδι στην ύπαιθρο και η αποφυγή υπερβολικής οικιακής καθαριότητας είναι ανάμεσα στα προτεινόμενα μέτρα πρόληψης.
Η θεωρία ότι η λευχαιμία μπορεί να προκαλείται από κάποια μόλυνση δεν είναι καινούργια, υπάρχει εδώ και 100 χρόνια. Όταν παρατηρήθηκε η εκδήλωση λευχαιμίας σε κοτόπουλα, ποντίκια, γάτες και άλλα ζώα ύστερα από επιδημία κάποιου ιού, θεωρήθηκε ότι το ίδιο μπορεί να συμβαίνει και στους ανθρώπους. Πάντως, οι μέχρι σήμερα προσπάθειες να ταυτοποιήσουν κάποιον συγκεκριμένο ιό για τη λευχαιμία έχουν αποτύχει.
Πρόληψη
«Οι περισσότερες περιπτώσεις παιδικής λευχαιμίας είναι πιθανώς εφικτό να προληφθούν, με τον ίδιο ίσως τρόπο που ήδη εξετάζεται για τις αυτοάνοσες παθήσεις ή τις αλλεργίες, δηλαδή με απλές και ασφαλείς παρεμβάσεις για να εκτίθενται τα μικρά παιδιά σε μια ποικιλία κοινών και αβλαβών μικροοργανισμών», είπε ο Greaves. Και πρόσθεσε ότι «επ’ ουδενί δεν πρέπει να θεωρηθούν υπεύθυνοι οι γονείς για την εμφάνιση λευχαιμίας στο παιδί τους» και τους συμβουλεύει να ενθαρρύνουν με κάθε τρόπο την επαφή των παιδιών τους με άλλα παιδιά.
Σύμφωνα με την έρευνα, η νόσος συνήθως προκαλείται από γενετική μετάλλαξη της οποία φέρει το άτομο πριν ακόμα γεννηθεί, με αποτέλεσμα το 1% των παιδιών να έχει εκ γενετής προδιάθεση για την εκδήλωση της εν λόγω μορφής καρκίνου. Ωστόσο, μπορεί να πυροδοτηθεί μετέπειτα κατά την έκθεση του παιδιού σε λοιμώξεις.
Κατά τον Greaves έχει παρατηρηθεί αύξηση των κρουσμάτων οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας περίπου 6 μήνες έπειτα από επιδημία γρίπης, ενώ δεν προκύπτει συσχετισμός με την έκθεση σε περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως η ιοντίζουσα ακτινοβολία, η ακτινοβολία από τα καλώδια του ηλεκτρικού δικτύου, τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία ή οι ανθρωπογενείς χημικές ουσίες.