Προβιοτικά: Εξατομικευμένο το όφελος και πιθανές παρενέργειες μετά τη λήψη αντιβιοτικών

Υπολογίζεται ότι στις ΗΠΑ 3,9 εκατομμύρια άνθρωποι λαμβάνουν προβιοτικά και το 60% των παρόχων υγείας συνταγογραφούν αυτά τα συμπληρώματα διατροφής. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να περιμένει κανείς ότι τα προβιοτικά, δηλαδή τα ζωντανά βακτήρια που κατοικούν στο έντερο και κάνουν καλό στον ανθρώπινο οργανισμό, αν αγορασθούν στα “τυφλά” από το σουπερμάρκετ ή το φαρμακείο, θα “δουλέψουν” για τον καθένα.

Μια σειρά από οφέλη για την υγεία έχουν αποδοθεί στην ύπαρξη ενός καλώς καλλιεργημένου μικροβιώματος, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης των καρδιακών παθήσεων και της βελτίωσης της ψυχικής υγείας. Έτσι, τα προβιοτικά συμπληρώματα αγοράζονται από εκατομμύρια ανθρώπους για να συμπληρώσουν τα “καλά” βακτήρια στο έντερο τους.

Όμως οι προβιοτικές τροφές (γιαούρτι, κεφίρ κ.α.) και τα διατροφικά συμπληρώματα που περιέχουν προβιοτικά είναι για πολλούς ανθρώπους άχρηστα ενώ μπορεί να αποδειχθούν και επιβλαβή όταν λαμβάνονται μετά από μια θεραπεία με αντιβιοτικά. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει από δύο μικρές μελέτες που έγιναν από Ισραηλινούς ερευνητές. Πάντως, οι μελέτες αυτές θα πρέπει να επιβεβαιωθούν από άλλες μεγαλύτερες.

Οι νέες μελέτες έδειξαν ότι κάθε άνθρωπος αντιδρά πολύ διαφορετικά στα προβιοτικά (ενώ κάποιοι δεν αντιδρούν καθόλου). Επιπλέον τα προβιοτικά μπορούν όχι να επισπεύσουν αλλά, αντίθετα, να καθυστερήσουν την αποκατάσταση των καλών βακτηρίων του εντέρου μετά από τη λήψη αντιβιοτικών.

Oι δύο νέες μελέτες απομυθοποιούν τα οφέλη των προβιοτικών. Δείχνουν ότι, για να παρέχουν πραγματικά όφελος πρέπει να χορηγούνται με εξατομικευμένο τρόπο, προσαρμοσμένα στις ανάγκες κάθε ανθρώπου, κάτι που σήμερα δεν γίνεται.

Οι ερευνητές του Τμήματος Ανοσολογίας του Ινστιτούτου Επιστημών Weizmann, με επικεφαλής τον καθηγητή ανοσολογίας Eran Elinav, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Cell, χορήγησαν σε 15 υγιείς εθελοντές ένα «κοκτέιλ» προβιοτικών αποτελούμενο από 11 κοινά “καλά” βακτήρια (Lactobacillus, Bifidobacteria κ.α.) ή εναλλακτικά ένα εικονικό σκεύασμα. Η χορήγηση ήταν για ένα μήνα, δύο φορές την ημέρα.

Στη συνέχεια, ελήφθησαν από τους συμμετέχοντες μέσω ενδοσκοπίου δείγματα από διάφορα σημεία του στομάχου, του λεπτού και του παχέος εντέρου, για να διαπιστωθεί κατά πόσο τα προβιοτικά είχαν αποικίσει το γαστρεντερικό σύστημα. Δείγματα ελήφθησαν και από τα κόπρανα των εθελοντών.

Στους μισούς εθελοντές τα προβιοτικά δεν είχαν παραμείνει καθόλου στον οργανισμό τους, ενώ στους υπόλοιπους υπήρχαν στο έντερο κάποια από τα 11 προβιοτικά που είχαν χορηγηθεί.

“Παραδόξως, είδαμε ότι πολλοί υγιείς εθελοντές ήταν ανθεκτικοί στα προβιοτικά τα οποία δεν μπορούσαν να αποικίσουν τις γαστρεντερικές τους οδούς”, δήλωσε ο Eran Elinav. “Αυτό υποδηλώνει ότι τα προβιοτικά δεν πρέπει να δίνονται καθολικά ως συμπλήρωμα για όλους”.

“Αν και όλοι οι εθελοντές μας που κατανάλωσαν προβιοτικά είχαν τα προβιοτικά στα κόπρανα τους, μόνο μερικοί από αυτούς τους έδειξαν να τα έχουν στο έντερο, εκεί δηλαδή που είναι χρήσιμα”, ανέφερε ένας άλλος συγγραφέας της μελέτης, ο καθηγητής Eran Segal, “Εάν μερικοί άνθρωποι είναι ανθεκτικοί στη λήψη προβιοτικών, τα οφέλη από τα συνήθη προβιοτικά που παίρνουν όλοι δεν μπορούν να είναι τόσο καθολικά όσο πιστεύαμε κάποτε”.

Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε ότι ήταν σε θέση να προβλέψει από γενετικούς δείκτες ποιοί ήταν πιθανόν να είναι ανθεκτικοί στα προβιοτικά και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να χορηγούνται με εξατομικευμένο τρόπο στις πραγματικές ανάγκες κάθε ανθρώπου για να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των μεταβολικών διαταραχών όπως η παχυσαρκία και ο διαβήτης.

Πιθανές παρενέργειες

Σε μια δεύτερη μελέτη από την ίδια ερευνητική ομάδα που δημοσιεύθηκε επίσης στο περιοδικό Cell, εξετάστηκε σε 21 ανθρώπους η επίπτωση των προβιοτικών μετά τη λήψη αντιβιοτικών ευρέος φάσματος.

Τα προβιοτικά αποίκισαν πράγματι το έντερο αλλά αντίθετα με αυτό που θα περίμενε κανείς όταν λαμβάνει προβιοτικά μετά από μια θεραπεία με αντιβιοτικά, δηλαδή να αποκαταστήσει γρήγορα τους πληθυσμούς των “καλών” βακτηρίων, στην πραγματικότητα οδήγησαν σε καθυστερημένη έως και κατά 6 μήνες επανάκαμψη του οικοσυστήματος των “καλών” βακτηρίων.

“Σε αντίθεση με το σημερινό δόγμα ότι τα προβιοτικά είναι αβλαβή και ωφελούν τον καθένα, αυτά τα αποτελέσματα αποκαλύπτουν μια νέα πιθανή παρενέργεια της προβιοτικής χρήσης με αντιβιοτικά που μπορεί να έχουν και μακροπρόθεσμες συνέπειες”, δήλωσε ο Elinav.

Ο Segal πρόσθεσε: “Αυτό ανοίγει την πόρτα για μια διάγνωση, η οποία θα μας οδηγούσε από μια εμπειρική γενική κατανάλωση προβιοτικών, η οποία φαίνεται να είναι άχρηστη σε πολλές περιπτώσεις, σε μία που είναι προσαρμοσμένη στο άτομο και μπορεί να συνταγογραφηθεί σε διαφορετικά άτομα με βάση ορισμένα χαρακτηριστικά τους”.

Πηγές: 1. Personalized Gut Mucosal Colonization Resistance to Empiric Probiotics Is Associated with Unique Host and Microbiome Features. 2. Post-Antibiotic Gut Mucosal Microbiome Reconstitution Is Impaired by Probiotics and Improved by Autologous FMT.

Δείτε επίσης