Η πρώιμη περιορισμένη σίτιση, ένας τύπος διαλειμματικής νηστείας, έχει ως αποτέλεσμα βελτιωμένες διακυμάνσεις στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στην ENDO 2023, την ετήσια συνάντηση της Ενδοκρινικής Εταιρείας στο Σικάγο. Τελικά, η μελέτη δημοσιεύθηκε το 2024 στο περιοδικό iScience.
«Η έρευνά μας δείχνει ότι μόνο μία εβδομάδα ακολουθώντας αυτή τη στρατηγική διατροφής μειώνει τις διακυμάνσεις στα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και μειώνει τον χρόνο που το σάκχαρο στο αίμα αυξάνεται πάνω από τα φυσιολογικά επίπεδα», δήλωσε η Joanne Bruno, ενδοκρινολόγος στο NYU. Langone Health στη Νέα Υόρκη. «Αυτό υποδηλώνει ότι η πρώιμη χρονικά περιορισμένη σίτιση μπορεί να είναι μια χρήσιμη στρατηγική για όσους πάσχουν από προδιαβήτη ή παχυσαρκία για να διατηρήσουν το σάκχαρό τους σε ένα φυσιολογικό εύρος και να αποτρέψουν την εξέλιξη τους σε διαβήτη τύπου 2».
Ωστόσο, η Bruno και οι συνεργάτες της ήθελαν να προσδιορίσουν εάν αυτές οι βελτιώσεις σχετίζονται με την απώλεια βάρους ή τη στρατηγική της νηστείας.
Η χρονικά περιορισμένη κατανάλωση φαγητού είναι μια στρατηγική χρονισμού γευμάτων που περιορίζει τη χρονική περίοδο που τρώτε μέσα στην ημέρα, ενώ παράλληλα παρατείνει την περίοδο νηστείας μεταξύ του τελευταίου γεύματος της ημέρας και του πρώτου γεύματος το επόμενο πρωί. Οι περισσότερες μελέτες έχουν δείξει -αλλά όχι όλες- ότι η αυτό καταλήγει σε απώλεια βάρους. Ο βασικός λόγος είναι ότι περιορίζοντας την τροφή μέσα σε 6-8 ώρες μειώνεται η πρόσληψη θερμίδων.
Εκτός από τη μείωση του σωματικού βάρους, τα δεδομένα από προηγούμενες μελέτες έχουν υποδείξει ότι η χρονικά περιορισμένη σίτιση έχει επιπρόσθετα ευεργετικά μεταβολικά αποτελέσματα, όπως βελτιωμένη ευαισθησία στην ινσουλίνη, μειώσεις στα επίπεδα γλυκόζης, μειωμένη αρτηριακή πίεση, βελτιωμένα λιπιδαιμικά προφίλ και μειωμένους δείκτες φλεγμονής.
Ο χρόνος του παραθύρου σίτισης φαίνεται να είναι κρίσιμος για αυτά τα παρατηρούμενα αποτελέσματα, με τα νωρίτερα παράθυρα σίτισης να είναι πιο αποτελεσματικά από τα αργότερα παράθυρα σίτισης στην πρόκληση μεταβολικής αλλαγής. Αυτό υποδηλώνει ότι οι επιδράσεις δεν είναι μόνο επακόλουθες της απώλειας βάρους, αλλά οφείλονται και στον συγχρονισμό της πρόσληψης θρεπτικών συστατικών με τον χρονοτύπο ενός ατόμου.
Η πρώιμη χρονικά περιορισμένη σίτιση (eTRF: Early time-restricted feeding) μετατοπίζει το “παράθυρο” φαγητού -το διάστημα που καταναλώνεται το φαγητό- στις πρώτες 6-8 ώρες της ημέρας. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι αυτή η μορφή διαλειμματικής νηστείας μπορεί να βελτιώσει την καρδιομεταβολική υγεία και τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.
Μια δημοσίευση συνέκρινε τις επιδράσεις της πρώιμης χρονικά περιορισμένης διατροφής (eTRE· παράθυρο σίτισης 6 ωρών πριν τις 15:00) με ένα πρόγραμμα σίτισης 12 ωρών σε διάφορους δείκτες καρδιομεταβολικής υγείας. Η eTRE βελτίωσε την ευαισθησία στην ινσουλίνη, την απόκριση των β κυττάρων, την αρτηριακή πίεση, το οξειδωτικό στρες και το αίσθημα κορεσμού το βράδυ υπό συνθήκες ουδέτερου βάρους, δείχνοντας για πρώτη φορά ότι ορισμένα οφέλη της TRE είναι εγγενή στην ίδια τη στρατηγική σίτισης.
Στην παρούσα διασταυρούμενη μελέτη, οι ερευνητές συνέκριναν την eTRF (80% των θερμίδων καταναλώθηκαν πριν από τις 8 το πρωί έως τις 4 το μεσημέρι) με ένα συνηθισμένο μοτίβο σίτισης που 50% των θερμίδων που καταναλώθηκε μετά τις 4 μ.μ.. Συμμετείχαν 10 άτομα με προδιαβήτη και παχυσαρκία που τυχαιοποιήθηκαν σε eTRF ή σε συνήθη μοτίβα σίτισης για έξι μέρες και άλλαξαν στο εναλλακτικό σκέλος για άλλες έξι μέρες. Οι συμμετέχοντες φορούσαν συσκευές συνεχούς μέτρησης της γλυκόζη (CGMs) καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης.
Οι ερευνητές πραγματοποίησαν τεστ ανοχής γλυκόζης κατά την έναρξη, τη διασταύρωση (ημέρα 7) και στο τέλος της μελέτης (ημέρα 14). Το βάρος των συμμετεχόντων ήταν σταθερό σε όλη τη διάρκεια της μελέτης. Η τροφή που παρασχέθηκε ήταν για την κάλυψη των θερμιδικών αναγκών και για τη διατήρηση του βάρους, προκειμένου να καθοριστούν τα αποτελέσματα της στρατηγικής ανεξάρτητα από το βάρος.
Διαπιστώθηκε ότι η eTRF οδήγησε σε μειωμένο μέσο εύρος γλυκαιμικών εκτροπών (MAGE) και μειωμένο χρόνο σε υπεργλυκαιμία (μεγαλύτερος από 140 mg/dL) χωρίς να επηρεάζονται οι φλεγμονώδεις δείκτες (ρυθμός καθίζησης ερυθρών κυττάρων και C-αντιδρώσα πρωτεΐνη).

Αυτή η 6ήμερη τυχαιοποιημένη διασταυρούμενη εποπτευόμενη μελέτη καταδεικνύει ότι η ουδέτερη ως προς το βάρος eTRE μειώνει τη γλυκαιμική μεταβλητότητα κατά 17% και τον χρόνο στην υπεργλυκαιμία (140–180 mg/dL) κατά 52%, σε σύγκριση με τη συνήθη σίτιση σε ενήλικες με προδιαβήτη και παχυσαρκία. Αυτές οι γλυκαιμικές αλλαγές παρατηρούνται γρήγορα, από την δεύτερη ημέρα στο σκέλος της παρέμβασης.
«Η κατανάλωση των περισσότερων θερμίδων νωρίτερα μέσα στην ημέρα μειώνει τον χρόνο που αυξάνεται το σάκχαρο στο αίμα, βελτιώνοντας έτσι τη μεταβολική υγεία», είπε η Bruno.
Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η eTRF έχει τη δυνατότητα να βελτιώσει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, ανεξάρτητα από το βάρος. Ωστόσο, απαιτούνται περισσότερες μελέτες για να κατανοηθεί το πραγματικό όφελος αυτών των στρατηγικών παρέμβασης, είπαν οι ερευνητές.
Περισσότερες πληροφορίες: Weight-neutral early time-restricted eating improves glycemic variation and time in range without changes in inflammatory markers.