Νέες συστάσεις για τη χορήγηση των στατινών

statines2Για τουλάχιστον μια δεκαετία οι καρδιολόγοι και οι καρδιοπαθείς ζούσαν με τη φράση «όσο λιγότερη κακή χοληστερίνη τόσο καλύτερα». Αυτό όμως φαίνεται να αλλάζει με τις νέες γνωμοδοτικές συστάσεις οι οποίες μεταβάλλουν σημαντικά αυτές που ίσχυαν από το 2004.

Η ιδέα ότι τα επίπεδα της χοληστερίνης είναι σημαντικά για το αν κάποιος θα αναπτύξει στεφανιαία νόσο ή όχι παραμένει αλλά δίνεται λιγότερη έμφαση στην αριθμητική τιμή της χοληστερίνης σε σχέση με τους άλλους παράγοντες κινδύνου.

Γίνεται αποδεκτό πλέον ότι ορισμένα άτομα που έχουν υψηλότερη από το κανονικό χοληστερίνη, αλλά είναι κατά τα άλλα υγιείς, ίσως δεν πρέπει να λαμβάνουν στατίνες. Από την άλλη, τα άτομα που δεν έχουν υψηλή χοληστερίνη αλλά άλλους παράγοντες κινδύνου μπορεί να επωφεληθούν από αυτά τα φάρμακα.

Πιο απλά, οι στατίνες δεν θα χορηγούνται πλέον μόνο και μόνο επειδή έχει κάποιος “τσιμπημένη” χοληστερίνη αλλά ο καρδιολόγος πρέπει να συνυπολογίζει τους άλλους παράγοντες κινδύνου για καρδιακή προσβολή. Και θα συνταγογραφεί τις στατίνες σε όποιον θεωρεί ότι βρίσκεται σε ομάδα υψηλού κινδύνου έστω κι αν δεν έχει υψηλή χοληστερίνη. Αυτό σημαίνει μια ευρύτερη συνταγογράφηση των στατινών, αλλά περιορίζεται η χρήση που συνδεόταν με την μείωση της χοληστερίνης κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο, π.χ. τα 70 ή 100 mg/dl.

Να σημειωθεί ότι οι στατίνες μπορεί να κάνουν καλό για λόγους που δεν σχετίζονται με την ικανότητά τους να ρίχνουν τη χοληστερίνη αλλά επειδή μειώνουν τη φλεγμονή και τη θρόμβωση. Τα φάρμακα αυτά πέρα από το γεγονός ότι ρίχνουν τη χοληστερίνη έχουν και άλλες δράσεις. Ορισμένοι μάλιστα θεωρούν ότι από αυτές τις «πλειοτροπικές» δράσεις των στατινών προκύπτουν κυρίως τα οφέλη τους παρά από το μηχανισμό δράσης που μειώνει τη χοληστερίνη.

Όχι πια αριθμητικός στόχος

Το Αμερικανικό Κολλέγιο Καρδιολογίας και ο Αμερικανικός Καρδιολογικός Σύλλογος, διακρίνουν δύο βασικές κατηγορίες ατόμων που χρειάζονται θεραπεία με στατινες: α) Τους διαβητικούς ηλικίας 40-75 ετών και όσους έχουν ήδη πάθει έμφραγμα και β) όσους έχουν «κακή» χοληστερίνη πάνω από 190 mg/dl. Ωστόσο, δεν θα απαιτείται πλέον αυτοί ασθενείς να μειώσουν το επίπεδο της LDL στα 70 mg/dl.

Η επιτροπή που εισηγήθηκε τις αλλαγές, διατείνεται ότι οι μεγάλες κλινικές δοκιμές έχουν συστηματικά δείξει πως οι στατίνες μειώνουν τον κίνδυνο εμφράγματος και εγκεφαλικού, όμως δεν δείχνουν ότι έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία το να «πιάσει» κανείς χαμηλούς αριθμητικούς στόχους για το επίπεδο της χοληστερίνης (αν π.χ. η LDL θα είναι 70 ή 100).

Ο πρόεδρος της επιτροπής Νιλ Στόουν, καθηγητής προληπτικής καρδιολογίας στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου Nortwestwern, δήλωσε ότι, μετά από αρκετά χρόνια ερευνών, «δεν βρήκαμε στοιχεία που να δικαιολογούν τους συγκεκριμένους στόχους για την LDL».

Από την άλλη μεριά, οποιοδήποτε άλλο άτομο ηλικίας 40 έως 75 ετών θα πρέπει να θεωρείται υποψήφιος για θεραπεία με στατίνες, αν ο καρδιολόγος εκτιμήσει ότι ο κίνδυνος για έμφραγμα ή εγκεφαλικό μέσα στα επόμενα 10 χρόνια είναι τουλάχιστον 7,5%. Γι’ αυτό τον υπολογισμό, οι γιατροί καλούνται να χρησιμοποιήσουν μια φόρμουλα αξιολόγησης κινδύνου, η οποία παίρνει υπόψη διάφορους παράγοντες (αρτηριακή πίεση και ολική χοληστερίνη, ηλικία, φύλο, κάπνισμα κ.α.).

Η νέα προσέγγιση, εκτός από τα εμφράγματα του μυοκαρδίου, αναφέρεται και στα εγκεφαλικά, κάτι που θα καταστήσει περισσότερους ανθρώπους υποψήφιους για χορήγηση στατινών. Η «Wall Street Journal» έδωσε ιδιαίτερη δημοσιότητα στην απόφαση αυτή, υποσημειώνοντας ότι μια μεγάλη φαρμακευτική εταιρεία που το 2012 είχε κέρδη της τάξης των 8,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, υπολογίζεται με τις νέες οδηγίες να υπερδιπλασιάσει τα κέρδη της. Εκτιμάται ότι στις ΗΠΑ, περίπου το 30% των ενηλίκων θα θεωρούνται πλέον υποψήφιοι για θεραπεία με στατίνες έναντι ποσοστού 15% σήμερα.

Πάντως, ορισμένοι καρδιολόγοι εμφανίζονται αβέβαιοι για το κατά πόσο οι νέες συστάσεις θα αλλάξουν την τρέχουσα κλινική πρακτική. Μερικοί θεωρούν ότι οι καρδιολόγοι απλώς θα συνεχίσουν να ακολουθούν τους παλαιότερους στόχους για μείωση της «κακής» χοληστερίνης (LDL). Επίσης υπάρχουν τώρα περισσότερες απαιτήσεις από τους γιατρούς οι οποίοι θα πρέπει να υπολογίζουν το μελλοντικό κίνδυνο των ασθενών τους και να τον αντισταθμίζουν με τις ενδεχόμενες παρενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν οι στατίνες.

Όπως και να έχει, οι νέες συστάσεις αποτελούν μια αξιοσημείωτη αλλαγή στον τρόπο σκέψης των καρδιολόγων. Θεωρείται ότι κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά ίσως προκληθεί αρχικά σύγχυση καθώς οι γιατροί είχαν συνηθίσει μέχρι τώρα να σκέφτονται την χοληστερίνη με «αριθμητικό τρόπο».

Δείτε επίσης