Κάθε χρόνο αρκετές χιλιάδες γυναίκες σε όλο τον κόσμο προχωρούν σε υστερεκτομή και αφαιρούν τις ωοθήκες και τη μήτρα τους, με σκοπό να προστατευθούν από τον καρκίνο. Όμως μια νέα επιστημονική μελέτη διαπίστωσε ότι τελικά οι γυναίκες που κρατούν τις ωοθήκες τους, ζουν περισσότερο χρόνο.
Ενώ οι γυναίκες που αφαίρεσαν τις ωοθήκες τους όντως εμφάνισαν λιγότερους καρκίνους του μαστού και σχεδόν εξαφάνισαν τον κίνδυνο για καρκίνο των ωοθηκών, σε μια χρονική περίοδο 24 ετών μετά την εγχείρηση αυτή, η έρευνα έδειξε ότι είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν καρδιοπάθεια και να πεθάνουν νωρίτερα σε σχέση με τις γυναίκες που κρατούν τις ωοθήκες τους.
Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο γυναικολογικό περιοδικό Obstetrics and Gynecology, έγινε από το Ινστιτούτο Καρκίνου Τζον Γουέην στην Καλιφόρνια, σύμφωνα με τους New York Times. Τα νέα ευρήματα δημιουργούν ερωτήματα για μια διαδεδομένη πρακτική και «έρχονται σε αντίθεση με 35 χρόνια διδασκαλίας στη γυναικολογία» σχετικά με την υστερεκτομή, δήλωσε ο επικεφαλής της μελέτης δρ Γουίλιαμ Πάρκερ.
Στη δεκαετία του ΄70, θεωρήθηκε σωστή επιλογή η αφαίρεση των ωοθηκών για προστασία από τον κίνδυνο του καρκίνου των ωοθηκών, ο οποίος, αν και σπάνιος, είναι δύσκολα ανιχνεύσιμος και συχνά θανατηφόρος. Από τις περίπου 30.000 γυναίκες που μελέτησε η έρευνα (οι 16.500 είχαν αφαιρέσει και τις δύο ωοθήκες τους, ενώ οι υπόλοιπες είχαν κάνει υστερεκτομή, αλλά τις είχαν κρατήσει), διαπιστώθηκε ότι, μετά από 24 χρόνια, οι γυναίκες της πρώτης κατηγορίας (αφαίρεση ωοθηκών) εμφάνισαν 25% χαμηλότερο ρίσκο για καρκίνο μαστού σε σχέση με όσες κράτησαν τις ωοθήκες τους, καθώς επίσης 96% μικρότερο ρίσκο για καρκίνο των ωοθηκών.
Παρόλα αυτά, οι γυναίκες που είχαν αφαιρέσει τις ωοθήκες τους, ήσαν 12% πιο πιθανό να πεθάνουν στη διάρκεια της 24ετούς περιόδου μετά την επέμβαση της αφαίρεσης. Σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στο ότι είχε στο μεταξύ αυξηθεί γι’Α αυτές κατά 17% ο κίνδυνος για καρδιοπάθεια σε σχέση με τις γυναίκες που κράτησαν τις ωοθήκες τους. Ο αυξημένος κίνδυνος για καρδιοπάθεια και πρόωρο θάνατο ήταν ακόμα πιο μεγάλος για τις γυναίκες που είχαν αφαιρέσει τόσο τη μήτρα όσο και τις δύο ωοθήκες τους πριν την ηλικία των 50 ετών και δεν έπαιρναν οιστρογόνα, σε σχέση με τις γυναίκες που έκαναν υστερεκτομή πριν τα 50 τους, αλλά κράτησαν τις ωοθήκες τους.
Ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ Ισαάκ Σιφ, επικεφαλής του γυναικολογικού τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης, που δεν συμμετείχε στην μελέτη, σχολίασε ότι τα ευρήματα της νέας έρευνας δεν σημαίνουν ότι οι γυναίκες δεν πρέπει ποτέ να αφαιρούν τις ωοθήκες τους. «Μια γυναίκα με ισχυρό οικογενειακό ιστορικό καρκίνου των ωοθηκών ή του μαστού πρέπει να έχει την επιλογή αφαίρεσης των ωοθηκών της. Η κάθε γυναίκα πρέπει να έχει την κατάλληλη πληροφόρηση και μετά να αποφασίζει τι είναι καλύτερο για αυτήν». Πρόκειται, πρόσθεσε, για μια αλλαγή νοοτροπίας σε σχέση με το παρελθόν, όταν οι γιατροί συνήθως, αυθαίρετα, συνιστούσαν στις γυναίκες να αφαιρούν τις ωοθήκες τους μετά τα 45 χρόνια τους για προληπτικούς λόγους.