Τα καρδιακά επεισόδια και η υψηλή αρτηριακή πίεση σχετίζονται με τη μελατονίνη, μια ορμόνη με πολλαπλές δράσεις η οποία μεταξύ άλλων φαίνεται ότι είναι φυσικός ογκοστατικός παράγοντας και συμβάλλει στην προστασία του οργανισμού από την καρκινογένεση. Η μελατονίνη παράγεται από τον εγκέφαλο και συγκεκριμένα από ένα αδένα στο πίσω μέρος του, την επίφυση, και η έκκριση της αρχίζει όταν υπάρχει σκοτάδι και είναι μεγάλη κατά τη διάρκεια της νύκτας ενώ το αντίθετο συμβαίνει την ημέρα.
Τα αποτελέσματα ερευνών έδειξαν ότι άτομα που πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση έχουν κατά τις βραδινές ώρες χαμηλά επίπεδα μελατονίνης. Με βάση τα δεδομένα αυτά Ολλανδοί ερευνητές εξέτασαν κατά πόσο η μελατονίνη θα μπορούσε να αποτελέσει μια θεραπεία για την αντιμετώπιση της υψηλής πίεσης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι εθελοντές που έπαιρναν τη μελατονίνη κάθε βράδυ για 3 εβδομάδες, παρουσίαζαν μια σημαντική πτώση της πίεσης τους κατά τη χρονική περίοδο της έρευνας. Επίσης παρατηρήθηκε ότι αυτοί που έπαιρναν τη μελατονίνη, κοιμόντουσαν καλύτερα, αλλά αυτό δεν οφειλόταν αναγκαστικά στη μείωση της αρτηριακής τους πίεσης.
Η μείωση του καρδιακού ρυθμού και της πίεσης που παρατηρούνται κατά τον ύπνο, έχουν αποδοθεί στη δράση της μελατονίνης, της οποίας η συγκέντρωση κατά τις νυκτερινές ώρες είναι μεγαλύτερη. Επίσης έχει παρατηρηθεί ότι κατά τις πρωινές ώρες, η συχνότητα των καρδιαγγειακών επεισοδίων είναι αυξημένη. Το φαινόμενο αυτό έχει συσχετισθεί με τις μεταβολές που παρατηρούνται στους βιολογικούς ρυθμούς και στις διακυμάνσεις της μελατονίνης. Ο ρυθμός της (κιρκάδιος ρυθμός) είναι από τους πιο σταθερούς που υπάρχουν, εξακολουθεί δε να παραμένει και όταν λείπουν περιβαλλοντικά ερεθίσματα.
Η μελατονίνη υπάρχει φυσιολογικά σε διάφορα στοιχεία της διατροφής μας, όπως είναι τα κρεμμύδια, τα κεράσια, οι μπανάνες, τα δημητριακά, το καλαμπόκι, η βρώμη, το ρύζι, το κρασί, τα αρωματικά φυτά, ο δυόσμος, το θυμάρι, το φασκόμηλο, η λουΐζα κ.α. Σε μια ενδιαφέρουσα ερευνητική εργασία, επιστήμονες από το πανεπιστήμιο της Γρενάδας και άλλων ακαδημαϊκών ιδρυμάτων της Ισπανίας, βρέθηκε ότι η κατανάλωση μελατονίνης εξουδετερώνει τις οξειδωτικές βλάβες και καθυστερεί τις εκφυλιστικές διαδικασίες του νευρικού συστήματος που προκαλούνται από τη γήρανση. Η ορμόνη μελατονίνη φαίνεται ότι είναι ένας γενικός αντιοξειδωτικός παράγοντας, που έχει δράση σε όλα τα κύτταρα του οργανισμού. Συμμετέχει στη ρύθμιση του ανοσιακού συστήματος και εμφανίζει ανοσοενισχυτική δράση. Φαίνεται επίσης ότι έχει ισχυρή εμπλοκή στις διεργασίες της στεφανιαίας νόσου. Από ερευνητικά in vitro και in vivo δεδομένα προκύπτει ότι η μελατονίνη είναι ένας φυσικός ογκοστατικός παράγοντας και συμβάλλει στην προστασία του οργανισμού από την καρκινογένεση. Μέχρι σήμερα η μελατονίνη έχει συνδεθεί με πολλές δραστηριότητες του ανθρώπινου οργανισμού αλλά και πολλές παθολογικές καταστάσεις.
Η έκκριση της μελατονίνης είναι μικρή κατά τη γέννηση και αυξάνεται σημαντικά μέχρι την ηλικία των 3-5 ετών. Από την ηλικία των 6 ετών και μετά τα νυκτερινά επίπεδα της μελατονίνης ελαττώνονται βαθμιαία. Παλιότερα θεωρήθηκε ότι η εμφάνιση της εφηβείας συνδέεται με την ελαττωμένη έκκριση της μελατονίνης, κάτι που δεν υποστηρίζεται σήμερα. Τα επίπεδα της μελατονίνης που παρατηρούνται στην ενήλικο ζωή εμφανίζονται κατά τη δεύτερη δεκαετία της ζωής, διατηρούνται μέχρι την τέταρτη έως πέμπτη και κατόπιν σταδιακά ελαττώνονται, μέχρις ότου, κατά το γήρας, παρατηρούνται συνήθως πολύ χαμηλά επίπεδα της ορμόνης. Στα παιδιά και στους νέους η παραγωγή της μελατονίνης αυξάνεται κατά τη διάρκεια της νύχτας κατά 12 φορές, ενώ στους ενήλικες κατά 3 φορές. Με το πέρασμα των χρόνων ελαττώνεται η παραγωγή της μελατονίνης και τα επίπεδά της στους 80χρονους αντιστοιχούν μόνο στο 10% των επιπέδων των 20χρονων.