Η αλήθεια είναι ότι τρώµε τρόφιµα µε διοξίνες και δεν υπάρχει τρόπος προστασίας εκτός κι αν εγκαταλείψουμε …το φαγητό. Πάντως τα ελληνικά τρόφιµα έχουν χαµηλότερα επίπεδα διοξινών σε σχέση µε τα ευρωπαϊκά. Χαρακτηριστικό παράδειγµα τα ελληνικά ψάρια: Σύµφωνα µε αναλύσεις την τελευταία δεκαετία από τον «∆ηµόκριτο», τα επίπεδα διοξινών και PCBs (πολυχλωριωµένα διφαινύλια) στα πελαγήσια ψάρια είναι 20 φορές κάτω από το ευρωπαϊκό όριο, ενώ στα ψάρια ιχθυοτροφείου 5 φορές. Τα ίδια σε γενικές γραµµές ισχύουν για τα ελληνικά πρόβατα, όπου οι διοξίνες που µετρήθηκαν είναι 5 φορές κάτω από το όριο – σε αντίθεση µε τον µέσο όρο 21 ευρωπαϊκών χωρών που έχουν σχεδόν τριπλάσια συγκέντρωση σε σχέση µε τα ελληνικά.
Τα χαµηλό επίπεδο διοξινών στο ζωικό βασίλειο της χώρας µας εξηγεί εν µέρει γιατί οι Ελληνες και οι Ελληνίδες παρουσιάζουν µικρότερες συγκεντρώσεις της συγκεκριµένης τοξικής ουσίας στο αίµα τους και στο µητρικό γάλα από άλλους λαούς. Σύµφωνα µε τον υπεύθυνο του Εργαστηρίου Φασµατοµετρίας Μάζας και Ανάλυσης ∆ιοξινών στο ΕΚΕΦΕ «∆ηµόκριτος» Λεόντιο Λεοντιάδη, τα επίπεδα της ουσίας στο αίµα των Ελλήνων που έχουν εξεταστεί δεν είναι τόσο χαµηλά όσο στα ελληνικά τρόφιµα και αυτό οφείλεται στα εισαγόµενα που καταναλώνονται και που έχουν υψηλότερα επίπεδα.
Το µεγάλο παράδοξο µε τα όρια
Πόσο µας προστατεύουν τα όρια για τις διοξίνες; Μπορούν να σταµατήσουν τις καρκινογόνες ουσίες από το να βρουν τον δρόµο για τα πιάτα µας; Οπως φαίνεται από την πρόσφατη 10ετή µελέτη της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ασφάλειας Τροφίµων, υπάρχει ένα µεγάλο παράδοξο στα όρια που τίθενται για τις διοξίνες από διεθνείς οργανισµούς: άγριοι σολοµοί, ρέγκες και σαρδελόρεγκες, που κατά κύριο λόγο προέρχονται από τη Βόρεια Θάλασσα και τη Βαλτική – οι οποίες θεωρούνται ιδιαίτερα µολυσµένες από βιοµηχανικά απόβλητα – αλλά κυκλοφορούν ελεύθερα στην αγορά, µπορεί να είναι εντός των ορίων που θέτει η Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οµως, αν φάει κανείς µια µερίδα από τα ψάρια αυτά, υπερβαίνει κατά πολύ το εβδοµαδιαίο όριο ανεκτής πρόσληψης διοξινών που θέτει ο Παγκόσµιος Οργανισµός Υγείας… Συγκεκριµένα, στη 10ετή έρευνα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Ασφάλειας Τροφίµων (EFSA), που δηµοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2010 και στην οποία συµµετείχαν 21 ευρωπαϊκές χώρες – συµπεριλαµβανοµένης και της Ελλάδας –, αναφέρεται ότι η µέση τιµή συγκέντρωσης διοξινών και PCBs (πολυχλωριωµένα διφαινύλια) στον άγριο σολοµό ήταν 7,99 πικογραµµάρια (τρισεκατοµµυριοστά του γραµµαρίου) µε το ευρωπαϊκό όριο να ανέρχεται στα 8 πικογραµµάρια ανά γραµµάριο σάρκας τουψαριού.
Που σηµαίνει ότι αυτοί που θα φάνε το συγκεκριµένο ψάρι µε τα οριακά επίπε δαδιοξινών δεν διατρέχουν κάποιον κίνδυνο, σύµφωνα πάντα µε τις αρµόδιες αρχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ωστόσο, αυτός ο άγριος σολοµός δεν είναι και τόσο ασφαλής, αν λάβει κανείς υπόψη του τα όρια που θέτει ο Παγκόσµιος Οργανισµός Υγείας: καταναλώνοντας µια µερίδα που δεν υπερβαίνει τα 250 γραµµάρια, προσλαµβάνονται 1.997,5 πικογραµµάρια διοξινών, την ώρα που το εβδοµαδιαίο όριο ανεκτής πρόσληψης για έναν άνθρωπο βάρους 80 κιλών ανέρχεται στα 1.120 πικογραµµάρια και για κάποιον 60 κιλών στα 840 πικογραµµάρια.
Παρόµοια ήταν τα αποτελέσµατα της µελέτης για τις ρέγκες και τις σαρδελόρεγκες. Με επίπεδα διοξινών και PCBs εντός των ευρωπαϊκών ορίων, στα 7,65 και 6,31 πικογραµµάρια αντίστοιχα,µε την κόκκινη γραµµή να µπαίνει στα 8, η κατανάλωσή τους σύµφωνα µετην Ε.Ε. είναι ασφαλής. Αντίθετα, µε τα όρια εβδοµαδιαίας ανεκτής πρόσληψης διοξινών του ΠΟΥ, οι συγκεκριµένες ρέγκες και σαρδελόρεγκες δεν θα έπρεπε να καταναλώνονται ούτε µια φορά την εβδοµάδα σε µερίδες 250 γραµµαρίων, καθώς υπερβαίνουν τα όρια από 50-90% για έναν άνθρωπο 80 κιλών και πάνω από 100% για άνθρωπο 60 κιλών.
Μολυσµένες ζωοτροφές από τον Μάρτιο
Η υπουργός Γεωργίας της Γερµανίας υποσχέθηκε χθες ότι θα διωχθούν ποινικά αυτοί που είναι υπεύθυνοι για τη µόλυνση ζωοτροφών µε καρκινογόνα διοξίνη, ένα σκάνδαλο που προκάλεσε το κλείσιµο αγροκτηµάτων και την επιβολή απαγορεύσεων στις εισαγωγές γερµανικών προϊόντων. Πάντως οι αρχές, έπειτα από ελέγχους, επέτρεψαν χθες να λειτουργήσουν εκ νέου τα περισσότερα από τα αγροκτήµατα που είχαν κλείσει για προληπτικούς λόγους.
Η υπουργός Γεωργίας Ιλζε Αϊγκνερ αποκάλεσε «εγκληµατική πράξη» τη συµπεριφορά που οδήγησε στη µόλυνση των ζωοτροφών µε διοξίνη.
«Ηταν ένα µεγάλο πλήγµα για τους αγρότες µας. Ενώ είναι εντελώς αθώοι, βρέθηκαν σ’ αυτή την κατάσταση από τις νοσηρές δολοπλοκίες λίγων ανθρώπων», δήλωσε η υπουργός σε συνέντευξή της στην εφηµερίδα «Μπιλντ αµ Ζόνταγκ».
«Είναι δύσκολο να µην υποπτευόµαστε, βάσει των όσων γνωρίζουµε ώς τώρα, ότι πρόκειται για εγκληµατική ενέργεια. Η ∆ικαιοσύνη πρέπει να επιληφθεί», υπογράµµισε.
Γερµανοί εισαγγελείς, οι οποίοι ερευνούν την εταιρεία που είναι υπεύθυνη για τη µόλυνση των ζωοτροφών µε διοξίνη, έχουν ήδη ανακοινώσει πως ενδέχεται να ασκήσουν δίωξη εις βάρος της. Η Harles und Jentzsch διανέµει έλαια για παραγωγή ζωοτροφών και είχε παραδώσει σε πελάτες της λίπος µολυσµένο µε διοξίνη. Και την περασµένη εβδοµάδα αποκαλύφθηκε πως µερικά αυγά από γερµανικά αγροκτήµατα, όπου οι κότες έφαγαν ζωοτροφή µολυσµένη µε διοξίνη, ήταν κι αυτά µολυσµένα µε την καρκινογόνα ουσία. Οι αρχές ανακοίνωσαν πως ορισµένες ζωοτροφές για πουλερικά και για χοίρους ήταν µολυσµένες από τον περασµένο Μάρτιο.
Ως αποτέλεσµα της απειλής για τη δηµόσια υγεία, την περασµένη εβδοµάδα ανεστάλη η λειτουργία 4.700 αγροκτηµάτων στη Γερµανία. Χιλιάδες κότες θανατώθηκαν σε οκτώ γερµανικά κρατίδια, σε µια προσπάθεια να µη φτάσουν στα τραπέζια των πολιτών τρόφιµα που έχουν µολυνθεί από τη ζωοτροφή.
Περνάει στη διατροφική αλυσίδα
Οι διοξίνες ανήκουν στη «βρώµικη ντουζίνα» (dirty dozen) – κατηγορία επικίνδυνων χηµικών ουσιών που συµπεριλαµβάνει τοξικά παρασιτοκτόνα και βιοµηχανικά χηµικά προϊόντα, που είναι ιδιαίτερα τοξικά για τον άνθρωπο αλλά και για το περιβάλλον, µε αποτέλεσµα να γίνονται ενέργειες για την επιβολή περιορισµών στην παραγωγή και τη χρήση τους. Ειδικότερα,οι διοξίνες, σύµφωνα µε τον χηµικό κ. Μιχάλη Χάλαρη, παράγονται από βιοµηχανικές διαδικασίες, από πυρκαγιές και από την καύση σκουπιδιών.
Στη συνέχεια περνούν στον αέρα, στο χώµα, σταυδατικά συστήµατα «δηλητηριάζοντας» τα ζώα – όπως και στον άνθρωπο, έτσι και στα ζώα οι διοξίνες αποθηκεύονται στο λίπος τους. Ετσι άλλωστε εξηγείται και το γεγονός πως το 90% της ανθρώπινης έκθεσης στις χηµικές αυτές ενώσεις γίνεται µέσω της τροφής (ζωικό λίπος).
Στο λίπος
«Οταν οι διοξίνες απελευθερώνονται στο περιβάλλον και µέσω της διατροφικής αλυσίδας εισδύουν στον ανθρώπινο οργανισµό, εγκαθίστανται στο λίπος.
Και έχει αποδειχτεί πως ο µεταβολισµός των ουσιών αυτώνείναι ιδιαίτερα βραδύς – αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως ο χρόνος ηµιζωής τους στο ανθρώπινο λίπος φτάνειτα 7 – 11 χρόνια», υπογραµµίζει ο καθηγητής Παιδιατρικής στο Πανεπιστήµιο Αθηνών και στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστηµίου της Τζόρτζταουν στην Ουάσιγκτον Γιώργος Χρούσος.
Οπως ο ίδιος προσθέτει, έρευνες έχουν δείξει πως η υπερβολική και µακροχρόνια έκθεση του οργανισµού στις διοξίνες έχει ως αποτέλεσµα σοβαρές βλάβες – για παράδειγµα, έχει φανεί πως ευθύνονται για προβλήµατα στο αναπαραγωγικό σύστηµα, όπως είναι η ολιγοσπερµία και η ελάττωση της ορµόνης τεστοστερόνης.