Μια μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου μπορεί να αποκαλύψει τη νόσο Αλτσχάιμερ περίπου μια δεκαετία προτού γίνει δυνατή η κλινική διάγνωση της ασθένειας. Αυτό γίνεται μέσω της καταγραφής της συρρίκνωσης τμημάτων του εγκεφάλου σε περιοχές του που συνδέονται με την εμφάνιση της ασθένειας. Τα αποτελέσματα της έρευνας που οδήγησε σε αυτό το συμπέρασμα δημοσιοποιήθηκαν στην Ιατρική Επιθεώρηση Νευρολογίας και ανοίγουν το δρόμο σε μια νέα μέθοδο έγκαιρης διάγνωσης της νόσου, που θα προσφέρει σημαντική βοήθεια στην ανάπτυξη αποτελεσματικών μορφών θεραπείας του Αλτσχάιμερ, μιας εκφυλιστικής ασθένειας του ανθρώπινου εγκέφαλου, που προσβάλλει περισσότερα από 26 εκατομμύρια ανθρώπους, παγκοσμίως.
«Τα μετρήσιμα στοιχεία από τη μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου, μπορούν να προσφέρουν σημαντικές ενδείξεις που θα βοηθήσουν να διακριβώσουμε ποιοι αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο να αναπτύξουν άνοια, εξαιτίας της προσβολής από τη νόσο Αλτσχάιμερ» αναφέρει η Λεϊλά ντε Τολέδο-Μορέλ, από το ιατρικό κέντρο του Πανεπιστημίου Ρας του Σικάγο, που συμμετείχε στην επιστημονική μελέτη. «Αν μία αποτελεσματική φαρμακευτική θεραπεία ανακαλυφθεί στο μέλλον, εκείνοι που δεν θα έχουν ακόμα εμφανίσει τα κλινικά συμπτώματα της νόσου, θα είναι οι περισσότερο ωφελημένοι από αυτήν» υποστηρίζει η ίδια.
Στην ομάδα ελέγχου της έρευνας που αποτελούνταν από άτομα άνω των 70 ετών, που δεν είχαν ενδείξεις εμφάνισης της νόσου και παρακολουθούνταν για χρονική περίοδο 10 ετών, μέσω τακτικών μαγνητικών εξετάσεων του εγκεφάλου, εκείνοι που παρουσίασαν συρρίκνωση σε συγκεκριμένα τμήματα του, που σχετίζονται με το Αλτσχάιμερ, είχαν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να νοσήσουν σε σχέση με τους υπόλοιπους που δεν εμφάνισαν τη συρρίκνωση.