Μια ομάδα αντιβιοτικών που χορηγούνται για την αντιμετώπιση θανατηφόρων βακτηριακών λοιμώξεων, οι αμινογλυκοσίδες ευθύνονται για απώλεια ακοής, σύμφωνα με μελέτη που έγινε σε ποντίκια και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science Translational Medicine.
Οι αμινογλυκοσίδες συχνά χορηγούνται σε μωρά με επικίνδυνες λοιμώξεις για την υγεία τους. Η στρεπτομυκίνη ήταν η πρώτη αμινογλυκοσίδη, που ανακαλύφθηκε από το 1944.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Όρεγκον μελέτησαν τις αμινογλυκοσίδες, που χορηγούνται για τη θεραπεία της μηνιγγίτιδας, της βακτηριαιμίας και των αναπνευστικών λοιμώξεων σε ασθενείς με κυστική ίνωση. Τα συγκεκριμένα αντιβιοτικά είναι γνωστό ότι καταστρέφουν τα αισθητηριακά κύτταρα στο έσω ους, τα οποία είναι υπεύθυνα για την ανίχνευση του ήχου και της κίνησης.
Οι επιστήμονες χορήγησαν χαμηλές δόσεις αμινογλυκοσίδης σε ποντίκια και διαπίστωσαν ότι εμφάνισαν μικρού βαθμού απώλεια ακοής. Ωστόσο, όσα είχαν φλεγμονή σαν αυτή που θεραπεύουν οι αμινογλυκοσίδες στους ανθρώπους, εμφάνισαν μεγαλύτερου βαθμού απώλεια ακοής.
«Η φλεγμονή λόγω βακτηριακής λοίμωξης ενισχύει την απορρόφηση των αμινογλυκοσίδων από το έσω αυτί, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο απώλειας ακοής», ανέφεραν οι ερευνητές.
Και συμπλήρωσαν ότι ορισμένοι ασθενείς θα πρέπει να πληρώσουν το «τίμημα» προκειμένου να επιβιώσουν από μια επικίνδυνη για τη ζωή τους λοίμωξη. Στην προκειμένη περίπτωση είναι η απώλεια της ακοής.
«Στόχος μας είναι να δώσουμε στους γιατρούς ασφαλείς εναλλακτικές θεραπείες ώστε να μην θυσιάζεται καμιά αίσθηση προκειμένου να σωθεί η ζωή του ασθενή», κατέληξαν οι επιστήμονες.
Στις αμινογλυκοσίδες ανήκουν η στρεπτομυκίνη, γενταμικίνη, τομπραμυκίνη, αμικασίνη, νετιλμικίνη και η νεομυκίνη. Χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση των νοσοκομειακών λοιμώξεων και για ανθεκτικά μικρόβια κυρίως σε περιπτώσεις ανοσοκατασταλμένων ασθενών.
Οι κύριες παρενέργειες που έχουν είναι η νεφροτοξικότητα και η ωτοτοξικότητα.