ΦΛΑΒΟΝΟΕΙΔΗ

Τα φλαβονοειδή (flavonoids) βρίσκονται εν αφθονία στις τροφές φυτικής προέλευσης. Είναι υδατοδιαλυτά και βρίσκονται κυρίως στο κρασί, στο τσάι, στα μήλα, στα σταφύλια, στις φράουλες, στα μούρα, στα πορτοκάλια, στα κρεμμύδια, στο κακάο, στο ελαιόλαδο και σε ορισμένα προϊόντα σόγιας. Βρίσκονται σε όλα τα φρούτα και τα λαχανικά. Έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες παρόμοιες με αυτές των βιταμινών C και Ε.

Χημικά αποτελούνται από οργανικούς δακτυλίους που συνδέονται μεταξύ τους με δεσμούς οξυγόνου-υδρογόνου. Οι δακτύλιοι αυτοί ονομάζονται φαινόλες, γι΄ αυτό και τα φλαβονοειδή ανήκουν στις πολυφαινόλες (αποτελούν μάλιστα την μεγαλύτερη ομάδα τους).

Πολλά φλαβονοειδή είναι άχρωµα, αλλά µερικά είναι υπεύθυνα για τα φωτεινά χρώµατα πολλών φρούτων και λαχανικών. Τα φλαβονοειδή διαφέρεουν από τα καροτενοειδή, τα οποία είναι κόκκινες, κίτρινες και πορτοκαλί χρωστικές φυτικές ουσίες (τα καροτενοειδή είναι λιποδιαλυτά).

Περισσότερα από 4.000 φλαβονοειδή έχουν ταξινομηθεί. Αν και πολλά μελετήθηκαν στο εργαστήριο και στα ζώα, λίγα μόνο έχουν εξεταστεί στον άνθρωπο (εκτός από τη κερκετίνη) για το ρόλο που παίζουν στην υγεία.

Τα φλαβονοειδή υποδιαιρούνται στις εξής πέντε βασικές οµάδες:

  1. φλαβόνες (απιγενίνη, λουτεολίνη),
  2. φλαβονόλες (π.χ. καιµφερόλη, κερκετίνη και µυρικετίνη),
  3. προανθοκυανιδίνες (άφθονες στο σταφύλι),
  4. ανθοκυανίνες (οι κόκκινες χρωστικές ουσίες π.χ. στο κόκκινο κρασί, βατόµουρα, σµέουρα, µούρα),
  5. C-γλυκοσυφλαβόνες.

Οι κατεχίνες είναι επίσης μια ομάδα φλαβονοειδών. Οι κατεχίνες βρίσκονται στα φύλλα του τσαγιού, γι’ αυτό και το τσάι είναι η κύρια διατροφική πηγή κατεχινών. Η βιοδραστικότητα των κατεχινών αφορά κυρίως το καρδιαγγειακό σύστημα, την εγκεφαλική λειτουργία και την ενεργοποίηση του μεταβολισμού.

Άλλη ομάδα είναι οι τανίνες, περιέχονται κυρίως στα κόκκινα κρασιά (υπάρχουν και στα λευκά). Η τανίνες κάνουν το κόκκινο κρασί να διατηρεί τη ζωντάνια του σε βάθος χρόνου.

‘Άλλες οµάδες φλαβονοειδών περιλαµβάνουν: Αουρόνες, διφλαβονύλια, χαλκόνες, διϋδροχαλκόνες, φλαβανόνες, διϋδροφλαβονόλες, φλαβάνες και ισοφλαβόνες.

ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ

Το περιεχόµενο των τροφών σε φλαβονοειδή ποικίλλει. Το περιεχόµενο του κόκκινου κρασιού σε φλαβονοειδή µπορεί επίσης να ποικίλει ευρέως, ανάλογα µε την πηγή, τις συνθήκες καλλιέργειας και τη συγκοµιδή των σταφυλιών. Η πρόσληψη εξαρτάται από το είδος της διατροφής και μπορεί να φράνει το 1 γραμάριο την ημέρα. Τα βιολογικά φρούτα και λαχανικά περιέχουν περισσότερη ποσότητα φλαβονοειδών από α συμβατικά.

ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ

Τα φλαβονοειδή έχουν θετική επίδραση στην υγεία με διάφορους τρόπους:

  •  Έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες. Δεσµεύουν τις ελεύθερες ρίζες, συµπεριλαµβανοµένων των ανιόντων υπεροξειδίου, του µονήρους οξυγόνου και των ριζών υπεροξειδίου.
  •  Διαχωρίζουν τα ιόντα µετάλλων.
  • Αναστέλλουν την οξείδωση των λιποπρωτεϊνών χαµηλής πυκνότητας (LDL), δηλαδή καταπολεμούν την αθηροσκλήρωση και άρα προλαμβάνουν τα εμφράγματα.
  • Αναστέλλουν την κυκλοοξυγενάση, οδηγώντας σε µειωµένη συσσώρευση αιµοπεταλίων, σε µειωµένη τάση σχηµατισµού θρόµβων και σε µειωµένη αντιφλεγµονώδη δράση (αυτός είναι ένας άλλο τρόπος πρόληψης των εμφραγμάτων).
  • Αναστέλλουν την απελευθέρωση ισταµίνης.
  • Βελτιώνουν την λειτουργία των τριχοειδών αγγείων, µειώνοντας την ευθραυστότητα των τοιχωµάτων τους και παρεµποδίζοντας την διαρροή ουσιών προς τους περιβάλλοντες ιστούς.
  •  Εµποδίζουν την ανάπτυξη καρκινικών  όγκων (έχουν γίνει µελέτες σε ζώα µόνο).
  • Ενισχύουν την απορρόφηση της βιταμίνης C. Ο νομπελίστας βιοχημικός Albert Szent-Gyorgi ανακάλυψε ότι οι ουσίες που περιέχονται στα φυτά προωθούν τη δράση της βιταμίνης C και εμποδίζουν την οξείδωσή της (γι’ αυτό τις είχε θεωρήσει ως ξεχωριστή ομάδα βιταμινών, τη βιταμίνη P).

Οι δράσεις των φλαβονοειδών εξαρτώνται από τη χηµική τους δοµή και δεν είναι γνωστό ποιες ομάδες παίζουν ιδιαίτερο ρόλο.

ΧΡΗΣΕΙΣ

Τα φλαβονοειδή έχουν µελετηθεί για τον ρόλο τους στην πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσηµάτων, του καρκίνου και του καταρράκτη. Η δράση τους ενάντια στα καρκινικά κύτταρα έχει αποδειχθεί σε πειράµατα στο εργαστήριο και υπάρχει αυξανόµενο ενδιαφέρον στην πιθανή χρησιµοποίησή τους στην πρόληψη και θεραπεία του καρκίνου.Ίσως παίζουν σηµαντικό ρόλο στην πρόληψη του σχηµατισµού καταρράκτη που έχει αιτία τον διαβήτη. Όταν υπάρχει σακχαρώδης διαβήτης παράγεται αρκετή σορβιτόλη (λέγεται και γλυκιτόλη) από τη µετατροπή της γλυκόζης µέσω του ενζύµου ρεδουκτάση των αλδοζών. Η σορβιτόλη δεν μεταβολίζεται περαιτέρω και τελικά σχηµατίζει μια κρυσταλλική στιβάδα στους φακούς των ματιών η οποία αποτελεί τον καταρράκτη. Τα φλαβονοειδή είναι πιθανοί αναστολείς του ενζύµου ρεδουκτάση.

Πειραµατικές έρευνες έχουν δείξει ότι ορισµένα φλαβονοειδή εµποδίζουν τη δηµιουργία έλκους και µπορούν να φανούν χρήσιµα στην θεραπεία του.

Τα φλαβονοειδή διερευνώνται για πιθανή αντιϊκή δράση. Πειράµατα στο εργαστήριο έχουν δείξει κάποια δράση ενάντια στους ιούς (είναι υπεύθυνοι για το 50% των κοινών κρυολογηµάτων) αλλά ελάχιστη ενάντια στον ιό του έρπητα και στον ιό της γρίπης.

Υποθέσεις έχουν γίνει για την θετική δράση των φλαβονοειδών κατά διαφόρων ασθενειών όπως αιµορροΐδες, αλλεργία, άσθµα, συµπτώµατα εµµηνόπαυσης καθώς και στην πρόληψη ανεπιθύµητης έκτρωσης, αλλά απαιτούνται περαιτέρω επιστηµονικές έρευνες.

ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΑ – ΔΟΣΟΛΟΓΙΑ

Μερικά φλαβονοειδή (π.χ. κερκετίνη, ρουτίνη) είναι διαθέσιµα µε τη µορφή διατροφικών συµπληρωµάτων, σε δισκία και κάψουλες. Συµπληρώµατα ρουτίνης και κερκετίνης παρέχουν γύρω στα 500 mg ανά χάπι.

Ένα από τα κυριότερα φλαβονοειδή είναι η κερκετίνη ή κουερσετίνη. Ως διατροφικό συµπλήρωµα χρησιµοποιείται για την πρόληψη και θεραπεία της αθηροσκλήρωσης, της υψηλής χοληστερίνης του διαβήτη, του καταρράκτη, του ηπατικού έλκους, της φλεγµονής και της προστατίτιδας. Η κερκετίνη εμποδίζει την οξείδωση της LDL, των πολυακορέστων λιπαρών οξέων στις μεμβράνες των κυττάρων και προστατεύει στους χυμούς των εσπεριδοειδών από την αυτοοξείδωση της βιταμίνης C.

Η ρουτίνη χρησιµοποιείται για την µείωση της διαπερατότητας των τριχοειδών αγγείων και για την αντιµετώπιση των συµπτωµάτων των κιρσών. Σε συνδυασµό µε τη βρωµελαΐνη και τη θρυψίνη χρησιµοποιείται για την θεραπεία της οστεοαρθρίτιδας. Εντούτοις, δεν υπάρχει επαρκής και αξιόπιστη πληροφόρηση σχετικά µε την αποτελεσµατικότητά τους για αυτές τις ασθένειες.

ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΘΗΛΑΣΜΟΣ

Δεν έχουν αναφερθεί παρενέργειες. Ωστόσο μελέτες έχουν δείξει ότι θα μπορούσε να υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ της βρεφικής λευχαιμίας και των υπερβολικών δόσεων φλαβονοειδών από τη μητέρα.

ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Δεν έχει αναφερθεί καµιά. Εντούτοις δεν υπάρχουν έρευνες για το πόσο ασφαλής είναι η χρήση συµπληρωµάτων φλαβονοειδών για µεγάλο χρονικό διάστηµα.

Δείτε επίσης