Ύστερα από κατανάλωση παχυντικών φαγητών έστω και για δύο μέρες, αυξάνονται στο αίμα ορισμένοι βιοδείκτες που σχετίζονται με τον κίνδυνο καρδιοπάθειας, βρήκε μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό European Journal of Clinical Nutrition από ερευνητές του Πανεπιστημίου Βόρειου Τέξας.
Μια πρόσφατη εργαστηριακή μελέτη της ίδιας ερευνητικής ομάδας βρήκε ότι ο κίνδυνος ανάπτυξης αθηροσκλήρωσης οφείλεται στις κακές διατροφικές επιλογές και στην κατανάλωση υπερβολικών θερμίδων. Ο σκοπός της νέας μελέτης ήταν να εξεταστεί ποιοι βιοδείκτες οι οποίοι έχουν συνδεθεί με την εκδήλωση αθηροσκλήρωσης αυξάνονται με ένα γεύμα υψηλό σε θερμίδες και λιπαρά.
Στη μελέτη συμμετείχαν επτά νεαρές γυναίκες, υγιείς και φυσιολογικού σωματικού βάρους, οι οποίες έφαγαν επί δύο ημέρες ένα πολύ πλούσιο πρωινό γεύμα που περιείχε τηγανητά αυγά με μπέικον, λουκάνικα, τυρί και τηγανίτες από πατάτα. Το γεύμα αυτό παρείχε κατά μέσο όρο 1.118 θερμίδες εκ των οποίων οι 644 θερμίδες προέρχονταν από την κατανάλωση λιπαρών.
Οι επιστήμονες έκαναν εξετάσεις αίματος στις συμμετέχουσες τόσο πριν από την κατανάλωση του γεύματος όσο και μετά. Η αιμοληψία μετά το γεύμα γινόταν ανά μία ώρα για το επόμενο πεντάωρο μετά το φαγητό.
Βιοδείκτες αθηροσκλήρωσης
Ενώ την πρώτη μέρα δεν υπήρχε πριν και μετά το φαγητό ιδιαίτερη διαφορά στα επίπεδα των βιοδεικτών που εξετάστηκαν, την δεύτερη ημέρα η διαφορά σε ορισμένους από αυτούς ήταν απρόσμενη.
Σε οκτώ από τους 19 βιοδείκτες υπήρξαν αυξήσεις από 31% μέχρι 960% (μερικοί από τους βιοδείκτες που εξετάστηκαν ήταν η λεπτίνη, η ινσουλίνη, οι παράγοντες G-CSF και GM-CSF, το παγκρεατικό πολυπεπτίδιο (ΡΡΥ) και η έκφραση των μορίων προσκόλλησης CD11a, CD18 και CD54). Οι ερευνητές ανέφεραν ότι το μέγεθος των αλλαγών που παρατηρήθηκε σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα δεν αναμενόταν. Για παράδειγμα, τη δεύτερη μέρα ο παράγοντας GM-CSF αυξήθηκε κατά 47%, το PPY κατά 51%, το CD11a κατά 230% και το CD54 κατά 208%.
Οι ερευνητές έγραψαν πως μια παχυντική διατροφή οδηγεί σε συσσώρευση λιπωδών ιζημάτων στις αρτηρίες του σώματος και κυρίως της καρδιάς αλλά μέχρι τώρα πιστευόταν ότι αυτό συμβαίνει μακροπρόθεσμα, και όχι σε σύντομο χρονικό διάστημα. Τα νέα ευρήματα υποδηλώνουν ότι ο οργανισμός αρχίζει να υποφέρει μόλις έπειτα από δύο ημέρες κατανάλωσης υπερβολικών θερμίδων.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι η μελέτη τους είναι η πρώτη που κατέγραψε τις δυνητικές αλλαγές σε επιλεγμένους βιοδείκτες έπειτα από την κατανάλωση πολλών θερμίδων και απαιτούνται περαιτέρω έρευνες για να εξακριβωθεί αν αυτή η επίδραση επικρατεί μακροπρόθεσμα.