Η νόσος Αλτσχάιμερ “κλέβει” τη συνείδηση και τη ζωή περισσότερων από 30 εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως. Η οριστική διάγνωση της νόσου μπορεί να γίνει σήμερα μόνο μετά θάνατον, με βιοψία.
Όμως, μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences (ΡΝΑS) βρήκε ότι ένα τεστ αίματος είναι ικανό σε μεγάλο βαθμό να διαγνώσει πρώιμα τη νόσο Αλτσχάιμερ. Τα πρώτα αποτελέσματα είναι πολύ ενθαρρυντικά αλλά η ακρίβεια του τεστ δεν είναι ακόμη η υψηλότερη δυνατή και απαιτούνται βελτιώσεις προτού η εξέταση φθάσει να έχει ευρεία κλινική εφαρμογή. Πάντως, οι ερευνητές θεωρούν ότι μια μέρα ένα τέτοιο τεστ θα εφαρμόζεται προληπτικά σε όλο τον πληθυσμό.
Για την ανάπτυξη του τεστ συνεργάστηκαν ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κεντρικού Λάνκασιρ (UCLan) με συναδέλφους τους από τα πανεπιστήμια του Μάντσεστερ και του Λάνκαστερ στη Βρετανία καθώς και από το Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο του Rio Grande do Norte στη Βραζιλία.
Η μελέτη ανέλυσε 549 δείγματα αίματος από άτομα ηλικίας 23-90 ετών, εκ των οποίων τα 347 άτομα έπασχαν από νευροεκφυλιστικές νόσους και τα 202 ήταν υγιή. Τα περισσότερα από τα δείγματα ανήκαν σε ασθενείς με Αλτσχάιμερ προχωρημένου σταδίου. Το τεστ αίματος είχε 86% ευαισθησία και ειδικότητα (η ευαισθησία αναφέρεται στον εντοπισμό των ορθώς θετικών δειγμάτων, ενώ η ειδικότητα στον εντοπισμό των ορθώς αρνητικών).
Το τεστ μπορεί να διακρίνει από ποια μορφή άνοιας πάσχει ο ασθενής. Για παράδειγμα είναι σε θέση να διαχωρίσει τη νόσο Αλτσχάιμερ από την άνοια με σωμάτια Lewy, με ακρίβεια της τάξεως του 90%. Ήδη γίνεται περαιτέρω έρευνα για μια μορφή άνοιας που ονομάζεται μετωποκροταφική. Πολλοί αθλητές, όπως οι ποδοσφαιριστές και οι μποξέρ, είναι δυνατόν να ωφεληθούν από το τεστ, αφού συχνά τραυματίζονται στο κεφάλι -το τραύμα θεωρείται ότι μπορεί ορισμένες φορές να είναι ερέθισμα πρόκλησης άνοιας. Επίσης, η εξέταση μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμη για την παρακολούθηση της πορείας της νευροεκφυλιστικής νόσου μετά τη διάγνωση.
Δονητική φασματοσκοπία
Η μέθοδος που χρησιμοποιεί η ερευνητική ομάδα για τη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ και άλλων μορφών άνοιας ονομάζεται δονητική φασματοσκοπία. Για να καταστεί δυνατή η εξέταση απαιτείται ένα φασματόμετρο, κόστους περίπου 20.000-25.000 ευρώ, το οποίο φέρει ειδικούς ανιχνευτές. Με τη χρήση του μηχανήματος αποκαλύπτονται οι χημικοί δεσμοί των βιομορίων στο δείγμα του αίματος και τα βιοχημικά δεδομένα που προκύπτουν αναλύονται ώστε να φανεί αν υπάρχει ίχνος νευροεκφυλιστικής νόσου και ποιας μορφής.
Το δείγμα αίματος τοποθετείται επάνω σε μια πλάκα, όπως στο μικροσκόπιο, και έρχεται σε επαφή με έναν κρύσταλλο. Στην πίσω πλευρά του κρυστάλλου εκπέμπεται υπέρυθρη ακτινοβολία η οποία τον διαπερνά και φθάνει στο αίμα. Η υπέρυθρη ακτίνα προκαλεί δονήσεις μεταξύ των χημικών δεσμών των μορίων του αίματος και ένας ανιχνευτής καταγράφει τις δονήσεις αυτές. Δημιουργείται έτσι ένα φάσμα που αποτυπώνει διάφορα βιομόρια, όπως πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, DNA και RNA.
Το τεστ δεν αποτυπώνει κάθε πρωτεΐνη ξεχωριστά αλλά λαμβάνει μια συνολική εικόνα που αποτελείται από πολλούς βιοδείκτες. Η ίδια μέθοδος εξετάζεται από την ομάδα του UCLan και σε ό,τι αφορά τη διάγνωση ορισμένων καρκίνων όπως του ενδομητρίου και του τραχήλου της μήτρας.