Η ημικρανία είναι η πλέον διαδεδομένη νευρολογική διαταραχή παγκοσμίως με τεράστιες κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις.
Υπολογίζεται ότι πάνω από το 10% του πληθυσμού πάσχει από ημικρανία ενώ ένα σημαντικό ποσοστό πασχόντων, που μπορεί να προσεγγίζει το 50%, δεν έχει επισκεφθεί ποτέ ιατρό για να λάβει μια οποιαδήποτε διάγνωση και αντιμετωπίζει τις κρίσεις ημικρανίας με πληθώρα αναλγητικών ή άλλων φαρμάκων.
Πληθώρα θεραπειών χρησιμοποιούνται με τις περισσότερες από αυτές να μην έχουν την κατάλληλη ένδειξη, όπως αντικαταθλιπτικά, αντιεπιληπτικά, αντιυπερτασικά (β-αναστολείς). Αρκετά από αυτά τα προφυλακτικά φάρμακα, έχουν σοβαρές παρενέργειες, πρέπει να λαμβάνονται καθημερινά και σχετίζονται με μη σταθερή αποτελεσματικότητα.
Μεταξύ των θεραπειών που χορηγούνται για την αντιμετώπιση των κρίσεων είναι οι Τριπτάνες και τα ΜΣΑΦ / αναλγητικά.
Βάσει των στοιχείων της IQVIA από τις πωλήσεις των φαρμακείων προκύπτει ότι μόνο για την αγορά φαρμάκων της κατηγορίας N02C (Σκευάσματα κατά της ημικρανίας) δαπανήθηκαν 4,8 εκατομμύρια Ευρώ το 2018. Το σύνολο της δαπάνης για την αντιμετώπιση της νόσου είναι πολύ μεγαλύτερο καθώς πολλές από τις θεραπείες/φάρμακα που χρησιμοποιούνται είτε δεν έχουν την κατάλληλη ένδειξη είτε χορηγούνται χωρίς συνταγή από ιατρό.
Πρόσφατες μελέτες και έρευνες της IQVIA στην Ελλάδα αποκαλύπτουν ενδιαφέροντα στοιχεία σχετικά με την νόσο, την εμπειρία των γιατρών αλλά και τις επιπτώσεις των κρίσεων στην καθημερινή ζωή των πασχόντων. Οι ασθενείς βιώνουν την ημικρανία ως μια εξουθενωτική ασθένεια, η οποία σε συναισθηματικό επίπεδο μπορεί να χαρακτηριστεί και σαν μια αναπηρία και να επηρεάσει τον πάσχοντα, σε επαγγελματικό αλλά και σε προσωπικό επίπεδο κυρίως λόγω μειωμένης απόδοσης.
Σύμφωνα με αναφορές νευρολόγων με εξειδίκευση στην ημικρανία, προκύπτει ότι σε πολλές περιπτώσεις η νόσος συνοδεύεται από άλλες ασθένειες όπως η κατάθλιψη και οι αγχώδες διαταραχές, οι οποίες μπορεί είναι το αποτέλεσμα των έντονων κρίσεων και των επιπτώσεων τους στη ζωή του πάσχοντος.
Η πορεία των ασθενών μέχρι την τελική διάγνωση και την κατάλληλη αντιμετώπιση έχει διάφορες διακλαδώσεις, με αρκετούς από τους πάσχοντες να αντιμετωπίζουν την πρώτη σοβαρή ημικρανική κρίση με επίσκεψη σε επείγοντα νοσοκομείου όπου συνήθως παραπέμπονται σε νευρολόγο για την πλήρη διερεύνηση (συμπτώματα, μαγνητική τομογραφία, ημερολόγιο κρίσεων) και θεραπεία.
Νέες εξελίξεις στη θεραπεία της ημικρανίας
Αρκετοί από τους ασθενείς (περίπου 1 στους 3) αφού έχουν λάβει κάποια θεραπεία σταματούν να επισκέπτονται τον γιατρό τους. Οι ασθενείς αυτοί είτε συνεχίζουν να λαμβάνουν κατά το δοκούν την αρχική θεραπεία, είτε απευθύνονται σε μη ειδικούς για παρακολούθησή.
Αρκετοί είναι, σύμφωνα με τα στοιχεία των ερευνών της IQVIA, και οι ασθενείς που διακόπτουν ή τροποποιούν την θεραπεία ώστε να λαμβάνουν ‘λιγότερα’ φάρμακα, πρακτική που όμως οδηγεί σε αντίθετα αποτελέσματα και κυρίως δεν καλύπτει ικανοποιητικά τους πάσχοντες που οδηγεί σε κατάχρηση αναλγητικών.
Οι εξελίξεις όμως στη θεραπεία της ημικρανίας είναι σημαντικές καθώς αναμένεται άμεσα η κυκλοφορία των μονοκλωνικών αντισωμάτων κατά του μορίου CGRP. Οι αναστολείς CGRP αποτελούν την πρώτη κατηγορία φαρμάκων που αναπτύχθηκε ειδικά για κεφαλαλγία ημικρανίας.
Υπάρχουν 2 διαφορετικές κατηγορίες φαρμάκων που αναστέλλουν το CGRP για την πρόληψη της ημικρανίας: μονοκλωνικά αντισώματα (mAbs) και ανταγωνιστές υποδοχέων CGRP μικρών μορίων (gepants).
Τα mAbs αντιπροσωπεύουν μια ελκυστική προοπτική για τη θεραπεία της ημικρανίας καθώς έχουν μακρό χρόνο ημιζωής που τα καθιστά κατάλληλα για να δράσουν σε χρόνιες ημικρανικές επιθέσεις. Επιπλέον, μπορούν να σχεδιαστούν ώστε να έχουν ακριβή, μακρά διάρκεια δραστηριότητας που εμποδίζει τη συχνή δοσολόγηση, αυξάνοντας έτσι τη συμμόρφωση του ασθενούς και μειώνοντας τις παρενέργειες. Τα αντισώματα είναι ιδιαίτερα εξειδικευμένα, επιτρέποντάς τους να έχουν εξαιρετικά επιλεκτική στόχευση είτε του CGRP είτε του υποδοχέα του.
Το επόμενο βήμα είναι τα μικρά μόρια “gepants”, η πρώτη κατηγορία αντι-CGRP φαρμάκων που ερευνήθηκαν για ημικρανία. Το τοπίο των θεραπειών αντι-CGRP που βρίσκονται σε ανάπτυξη για την ημικρανία, περιλαμβάνει τρία προϊόντα που έχουν περάσει από περάσει από μελέτες φάσης ΙΙΙ, τέσσερα στην αξιολόγηση φάσης ΙΙΙ, ένα στην αξιολόγηση φάσης Ι και ένα στην προκλινική αξιολόγηση.