Σοβαρή η ρύπανση από άζωτο στην Ευρώπη

Η μόλυνση από άζωτο -από αγροκτήματα, κτηνοτροφικές μονάδες, οχήματα, βιομηχανίες και απόβλητα- κοστίζει στην Ευρώπη 70 έως 320 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο, εξαιτίας των επιπτώσεων στο περιβάλλον και στην υγεία, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη ευρωπαϊκή επιστημονική έρευνα, την πρώτη που αντιμετωπίζει με τόσο σφαιρικό τρόπο το πρόβλημα. Η μελέτη καλεί τις αρμόδιες αρχές να αντιμετωπίσουν με περισσότερους ελέγχους το ζήτημα, το οποίο μέχρι σήμερα δεν έχει αντιμετωπιστεί στις πραγματικές διαστάσεις του. Σύμφωνα με την έρευνα, μεταξύ άλλων, η ρύπανση από άζωτο πυροδοτεί την κλιματική αλλαγή, αλλά και συντομεύει κατά περίπου έξι μήνες το προσδόκιμο ζωής του μέσου ανθρώπου.

Η έκθεση (η πρώτη «Ευρωπαϊκή Αξιολόγηση Αζώτου») αποτελεί έργο 200 ειδικών από 21 χώρες και 89 ερευνητικούς φορείς. Είναι το επιστέγασμα ενός πενταετούς ερευνητικού προγράμματος και παρουσιάζεται επίσημα σήμερα στο πλαίσιο ενός πενθήμερου επιστημονικού συνεδρίου που ξεκινά στο Εδιμβούργο της Σκωτίας.

Η έρευνα κατέληξε στο ανησυχητικό συμπέρασμα ότι τα κόστη του αζώτου είναι υπερδιπλάσια από τα οφέλη του για τον ευρωπαϊκό αγροτικό τομέα, καθώς το άζωτο αποτελεί βασικό συστατικό των γεωργικών λιπασμάτων. Η έκθεση συστήνει να ληφθούν μέτρα, ώστε να μειωθεί η ποσότητα του αζώτου που καταλήγει στα ύδατα, τον αέρα, το χώμα και γενικά στα οικοσυστήματα.

Τα συνθετικά αζωτούχα λιπάσματα, που ανακαλύφθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα, έφεραν επανάσταση στην παραγωγικότητα της γεωργίας, αυξάνοντας τόσο την ποσότητα όσο και την ποιότητα των διαφόρων καλλιεργειών. Όμως σήμερα πια, όπως αποδεικνύεται, η συνολική ποσότητα αζώτου στο περιβάλλον έχει διπλασιαστεί σε παγκόσμιο επίπεδο και έχει τριπλασιαστεί ειδικότερα στην Ευρώπη.

Ο υπεύθυνος για την έκθεση Μαρκ Σάτον του Κέντρου Υδρολογίας και Οικολογίας του Εδιμβούργου τόνισε ότι «περισσότεροι από τους μισούς κατοίκους της Γης εξαρτώνται από τα συνθετικά αζωτούχα λιπάσματα για την παραγωγή τροφίμων, όμως χρειάζονται μέτρα για να μειωθεί η ρύπανση του περιβάλλοντος».

Οι προτεινόμενες λύσεις περιλαμβάνουν πιο αποδοτική χρήση των ανόργανων και οργανικών λιπασμάτων, όπως η κοπριά και το κοπρόχωμα («κομπόστα»), καθώς επίσης την αλλαγή των διατροφικών συνηθειών και ιδίως την μείωση της κατανάλωσης κρέατος διεθνώς. «Έχουμε την τεχνογνωσία να μειώσουμε την μόλυνση του αζώτου, όμως πρέπει να αρχίσουμε να εφαρμόζουμε αυτές τις λύσεις με ολοκληρωμένο τρόπο σε ευρωπαϊκό επίπεδο», επεσήμανε ο Σάτον.

Το άζωτο αποτελεί το πιο άφθονο χημικό στοιχείο της ατμόσφαιρας και είναι γενικά αβλαβές στην φυσική μορφή του. Όμως αυτό που παράγεται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες (δραστικό άζωτο), δημιουργεί μια αλυσίδα προβλημάτων. Οι εκπομπές αυτής της μορφής αζώτου ιδίως από διάφορες πηγές του τομέα της γεωργίας, θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολο να αντιμετωπιστούν.

Η ευρωπαϊκή έκθεση αναγνωρίζει ότι η Ευρώπη χρειάζεται τα αζωτούχα λιπάσματα για τη διατροφική ασφάλειά της, όμως επιρρίπτει ευθύνες σε πολλούς αγρότες που κάνουν υπερβολική χρήση τέτοιων χημικών ουσιών στις καλλιέργειές τους, με συνέπεια το υπερβάλλον άζωτο να καταλήγει στη φύση και να την ρυπαίνει. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με το άζωτο που προέρχεται από τα απόβλητα των ζώων της κτηνοτροφίας. Νέοι κανόνες θα ισχύσουν από το 2012 στην ΕΕ, με στόχο την μείωση της χρήσης του αζώτου, όμως οι συντάκτες της 600σελιδης έκθεσης εμφανίζονται επιφυλακτικοί κατά πόσο οι νέες ρυθμίσεις θα είναι αρκετά αυστηρές ή θα εφαρμοστούν δεόντως.

Η έκθεση καλεί τους αγρότες να μειώσουν τα λιπάσματα με άζωτο, τονίζοντας ότι αυτό αφενός θα κάνει καλό στο περιβάλλον, αφετέρου θα εξοικονομήσει χρήματα και στους ίδιους. Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι η κατανάλωση κρέατος αποτελεί την κυριότερη αιτία του «κύκλου του αζώτου» στην Ευρώπη, γι’ αυτό καλεί τους Ευρωπαίους να τρώνε λιγότερο κρέας.

Από την άλλη, άζωτο εκπέμπεται επίσης στις βιομηχανικές διαδικασίες και στις μεταφορές. Στη δεκαετία του ΄80, ελήφθησαν σχετικά μέτρα ελέγχου σε εργοστάσια και οχήματα, με αποτέλεσμα να μειωθούν οι σχετικές εκπομπές κατά 30%. Παρόλα αυτά, το πρόβλημα της μόλυνσης του αέρα από δραστικό άζωτο παραμένει, καθώς, μεταξύ άλλων, οι βιομηχανίες αντιστέκονται στην περαιτέρω μείωση των εκπομπών αζώτου, ενώ παράλληλα αυξάνεται ο αριθμός των κυκλοφορούντων οχημάτων στους δρόμους του πλανήτη.

Δείτε επίσης