Η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης που ακολουθούν εκατομμύρια γυναίκες για να ανακουφίσουν τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, ενδεχομένως να αυξάνει τον κίνδυνο σοβαρής αιμορραγίας του κατώτερου γαστρεντερικού συστήματος.
Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας έρευνας που παρουσιάστηκε στις 18 Μαΐου 2015 στο Digestive Disease Week, στην Ουάσινγκτον.
Η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης φάνηκε να έχει παρενέργειες για πρώτη φορά το 2002 από μια μελέτη που έδειξε ότι αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή και ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο. Αιτία είναι η μεγαλύτερη τάση για θρόμβωση που προκαλεί η θεραπεία.
H ορμονοθεραπεία συνδέεται επίσης με αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο ενώ τελευταία ερευνάται η σύνδεση με μεγαλύτερο κίνδυνο για άνοια. Σήμερα πολύ λιγότερες γυναίκες ακολουθούν τη συγκεκριμένη θεραπεία σε σχέση με 15-20 χρόνια πριν.
Ισχαιμική κολίτιδα
Οι ερευνητές του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης φέρνουν στην επιφάνεια νέα δεδομένα συνδέοντας την θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης με αυξημένη αιμορραγία του γαστρεντερικού συστήματος.
Οι επιστήμονες μελέτησαν στοιχεία που αφορούσαν περίπου 74.000 γυναίκες, συγκρίνοντας τα επεισόδια γαστρεντερικής αιμορραγίας μεταξύ εκείνων που είχαν υποβληθεί σε θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης και εκείνων που δεν είχαν ακολουθήσει την αγωγή.
Βρήκαν ότι οι γυναίκες που ακολουθούσαν θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης είχαν διπλάσιο κίνδυνο γαστρεντερικής αιμορραγίας. Πιο συγκεκριμένα, η θεραπεία διπλασίαζε τον κίνδυνο ισχαιμικής κολίτιδας και αιμορραγίας του κατώτερου γαστρεντερικού.
Η ισχαιμική κολίτιδα παρουσιάζεται όταν θρόμβοι αίματος μπλοκάρουν τα αιμοφόρα αγγεία στο παχύ έντερο. Αυτό διακόπτει την παροχή αίματος σε κάποιο τμήμα του εντέρου. Χωρίς την κατάλληλη παροχή αίματος, εκείνο το τμήμα του εντέρου πεθαίνει, κι έτσι ξεκινά η η αιμορραγία από τη συγκεκριμένη περιοχή.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι όσο μεγαλύτερη ήταν η διάρκεια της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης για μια γυναίκα τόσο σοβαρότερη ήταν η αιμορραγία του κατώτερου γαστρεντερικού.
Δεν υπήρξε πάντως καμία διαφορά στη συχνότητα της ανώτερης εντερική αιμορραγίας μεταξύ των γυναικών που χρησιμοποιούσαν τη θεραπεία και εκείνων που δεν το έκαναν.
Πριν καταλήξουν στο συμπέρασμά τους, οι επιστήμονες συνυπολόγισαν και άλλους γνωστούς παράγοντες κινδύνου γαστρεντερικής αιμορραγίας, περιλαμβανομένου του βάρους, του καπνίσματος, της χρήσης αντισυλληπτικών δισκίων, της ασπιρίνης και των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων όπως είναι η ιβουπροφαίνη και η ναπροξένη.
Η Τζένιφερ Γου, γυναικολόγος και στο Νοσοκομείο Lenox Hill στη Νέα Υόρκη, δήλωσε ότι “η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης είναι πολύ αποτελεσματική για τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, όπως είναι οι εξάψεις και οι νυχτερινές εφιδρώσεις, αλλά υπάρχουν παρενέργειες. Αυτοί οι κίνδυνοι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν οι γιατροί προτείνουν τη θεραπεία. Η μετεμμηνοπαυσιακή χρήση ορμονών πρέπει να γίνεται με τη μικρότερη δοσολογία και για όσο το δυνατόν συντομότερη διάρκεια”.