Ψωρίαση: Αιτίες και θεραπεία

Η ψωρίαση είναι μια χρόνια, αυτοάνοση νόσος με απροσδιόριστη μέχρι σήμερα αιτία. Ως ένα βαθμό υπάρχει κληρονομική προδιάθεση, καθώς το 30% των ασθενών έχει κάποιο άτομο από το οικογενειακό τους περιβάλλον που πάσχει επίσης. Πιστεύεται ότι ένας συνδυασμός γενετικών, περιβαλλοντικών και ψυχολογικών παραγόντων επιδρά στην παθοφυσιολογία της ασθένειας, η οποία βασίζεται στη φλεγμονή.

Οι πληθυσμοί που βρίσκονται πιο μακριά από τον ισημερινό φαίνεται να έχουν υψηλότερο ποσοστό εμφάνισης της πάθησης και αυτό υποδεικνύει ότι η ηλιακή ακτινοβολία παίζει προστατευτικό ρόλο. Η ψωρίαση προσβάλλει περίπου το 2% του πληθυσμού της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Είναι πιο διαδεδομένη στους ενήλικες σε σχέση με τα παιδιά. Στους ενήλικες κυμαίνεται από από το 0,91% (ΗΠΑ) μέχρι 8,5% (Νορβηγία) και στα παιδιά από σχεδόν 0% (Ταϊβάν) μέχρι 2,1% (Ιταλία).

Τα συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται στους αγκώνες, τα γόνατα και στο τμήμα του δέρματος χαμηλά στη ράχη (στην “ουρά” όπως λέγεται) και μπορεί στη συνέχεια να εξαπλωθούν. Υπάρχουν περιπτώσεις ασθενών που έχουν ψωρίαση μόνο στο τριχωτό της κεφαλής, στα νύχια, στις παλάμες ή στα πέλματα.

Μερικές φορές η νόσος εμφανίζεται σε νεαρή ηλικία και συνδέεται με την κληρονομικότητα. Σ’ αυτήν την περίπτωση έχει πιο σοβαρή κλινική εκδήλωση. Άλλες φορές αφορά άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, 50-60 ετών, χωρίς οικογενειακό ιστορικό, με ηπιότερα συμπτώματα.

Η ψωρίαση μπορεί να διακριθεί σε ήπια, μέτρια και σοβαρή.

  • Ήπια: μόνο λίγες βλάβες, σε ποσοστό λιγότερο από το 3% της συνολικής επιφάνειας του δέρματος.
  • Μέτρια: προσβολή στο 3% με 10% της επιφάνειας του δέρματος.
  • Σοβαρή: προσβολή πάνω από το 10% της επιφάνειας του δέρματος.

Η θεραπεία με φάρμακα έχει βελτιωθεί αρκετά στις μέρες μας και μπορεί να εξαφανίσει τα συμπτώματα ενώ ενδέχεται και η διατροφή να επηρεάζει την πορεία της νόσου.

Αιτίες

Οι αιτίες που προκαλούν τη ψωρίαση παραμένουν προς το παρόν άγνωστες αν και τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί πρόοδος στην κατανόηση της αιτιοπαθογένειας της νόσου.

Για λόγους που ακόμα δεν έχουν εξακριβωθεί, το ανοσοποιητικό αρχίζει υπερπαράγει μία σειρά από ουσίες που λέγονται κυτοκίνες (ή κυτταροκίνες) και οι οποίες επιταχύνουν τον ρυθμό ωρίμανσης των κυττάρων της επιδερμίδας.

Έτσι, αντί τα κύτταρα της επιδερμίδας να κάνουν κύκλο ζωής περίπου 28 ημερών, κάνουν έναν κύκλο 6 ημερών, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οι χαρακτηριστικές πλάκες που καλύπτονται από ασημένια τμήματα. Σύμφωνα με μια θεωρία, το αρχικό έναυσμα μπορεί να δίνουν ορισμένοι μικροοργανισμοί -κυρίως στρεπτόκοκκοι- που βρίσκονται στο δέρμα. Επίσης ο ιός HIV έχει συσχετισθεί με την ψωρίαση και τη ψωριασική αρθρίτιδα.

Στην ψωρίαση και το ατοπικό έκζεμα εμπλέκονται τα Τ-κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Τα Τ-κύτταρα μαζί με τα Β-κύτταρα σχηματίζουν την ανοσολογική μνήμη και ξεκινούν μια ανοσολογική απάντηση όταν αναγνωρίζουν ουσίες που είναι ξένες προς το σώμα. Στην περίπτωση του ατοπικού εκζέματος, τα Τ-κύτταρα αναγνωρίζουν ουσίες όπως είναι τα συστατικά της γύρης, τα ακάρεα οικιακής σκόνης και τα βακτήρια προκαλώντας ανοσοαπόκριση. Στην περίπτωση της ψωρίασης, παραμένει ασαφές ποια μόρια είναι υπεύθυνα για την ανοσολογική αντίδραση.

Μερικά άτομα κληρονομούν την προδιάθεση για εμφάνιση της νόσου σε κάποια στιγμή της ζωής τους. Aν ένας γονιός έχει ψωρίαση, η πιθανότητα να εμφανίσει ο απόγονος τη νόσο είναι 10%. Aν έχουν ψωρίαση και οι δύο γονείς, η πιθανότητα αυξάνεται στο 50%. Aν οι γονείς δεν είναι ψωριασικοί, αλλά το παιδί έχει εμφανίσει τη νόσο, οι πιθανότητες να την εμφανίσει και άλλο παιδί του ζευγαριού φθάνει το 17%.  Οι σύγχρονες μελέτες αναφέρουν ότι η κληρονομικότητα σε μονοζυγωτικούς διδύμους (προέρχονται από το ίδιο ωάριο) είναι 72%  ενώ σε διζυγωτικούς διδύμους που είναι 22%. Τα ποσοστά αυτά είναι σημαντικά υψηλότερα από το 2% της πιθανότητας της νόσου όταν δεν υπάρχει στην οικογένεια άλλος ασθενής.

Σήμερα είναι γνωστό ότι υπάρχουν πολλά γονίδια, το καθένα με μια σχετικά μικρή επίδραση, που εμπλέκονται στην παθογένεση της ψωρίασης. Τα εν λόγω γονίδια σε συνδυασμό με περιβαλλοντικούς και ψυχολογικούς παράγοντες οδηγούν στην ανάπτυξη της ψωρίασης.

Εκλυτικοί παράγοντες

H κληρονομική προδιάθεση ίσως είναι απαραίτητη για την εμφάνιση της ψωρίασης σε πολλές περιπτώσεις, παρόλα αυτά χρειάζεται και η “σπίθα” που θα πυροδοτήσει την ανάπτυξη της δερματικής βλάβης.

Ενοχοποιούνται κυρίως οι εξής παράγοντες:

  1. Λοιμώξεις: Οι λοιμώξεις από στρεπτόκοκκο μπορεί να οδηγήσουν σε σταγονοειδή ψωρίαση. O ρόλος των στρεπτοκοκκικών λοιμώξεων (αμυγδαλίτιδες) εμπλέκεται σε ορισμένες παιδικές μορφές της νόσου. Άλλες φλεγμονές, κυρίως του αναπνευστικού συστήματος, καθώς και οι εμβολιασμοί μπορεί να εμπλέκονται. Παρατηρείται υποχώρηση των ψωριασικών βλαβών μετά την θεραπεία της λοίμωξης.
  2. Tραυματισμοί: Κάθε είδους τραυματισμός (μηχανικός, χημικός, χειρουργικός, θερμικός) μπορεί να πυροδοτήσει την εμφάνιση ψωρίασης, ακόμα κι αν είναι ένα γρατζούνισμα ή μικρό κόψιμο του δέρματος (φαινόμενο Köebner).
  3. Yπεριώδης ηλιακή ακτινοβολία: Συνήθως το ηλιακό φως δρα ευεργετικά στην ψωρίαση αλλά μπορεί να αποτελέσει εκλυτικό παράγοντα όταν προκαλέσει κάποιο έγκαυμα.
  4. Στρες: Φαίνεται πως οι νευροψυχικές διαταραχές (π.χ. πένθος, διαζύγιο, ανεργία, πτώχευση) παίζουν σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση της νόσου. Το 1977, μια μελέτη βρήκε ότι το 41% των ασθενών με ψωρίαση ανέφεραν ένα στρεσογόνο γεγονός πριν από την επανεμφάνιση της ασθένειας. Τα συμπτώματα της ψωρίασης μπορεί να εμφανιστούν εβδομάδες ή και μήνες μετά από το στρεσογόνο ερέθισμα. Από την άλλη μεριά, οι ψωριασικοί ασθενείς παρουσιάζουν συχνά άγχος και κατάθλιψη.
  5. Ορισμένα φάρμακα. Στην κατηγορία αυτήν ανήκουν το λίθιο (αντιψυχωσικό) και δύο οικογένειες φαρμάκων για την υπέρταση (βήτα-αναστολείς, α-ΜΕΑ).
  6. Eνδοκρινικοί παράγοντες: Διαταραχές στη λειτουργία της υπόφυσης, του θύμου αδένα, του θυρεοειδούς ή των επινεφριδίων, καθώς και η υπογλυκαιμία μερικές φορές επιταχύνουν την εμφάνιση των βλαβών.
  7. Κάπνισμα. Έχει ενοχοποιηθεί για την εμφάνιση ή επιδείνωση της φλυκταινώδους ψωρίασης. Το κάπνισμα προσδίδει αυξημένο κίνδυνο έως και 3,3 φορές. Οι καπνιστές πάσχοντες από ψωρίαση έχουν 70% περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν φλυκταινώδη ψωρίαση, μια ασυνήθιστη μορφή της νόσου κατά την οποία εμφανίζονται πολυάριθμα μικρά εξογκώματα με πύον.
  8. Αλκοόλ. Η κατανάλωση αλκοόλ είναι υψηλότερη σε ασθενείς με ψωρίαση σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
  9. Παχυσαρκία. Το αυξημένο σωματικό βάρος παίζει σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση  της ψωρίασης.

Θεραπεία

Αρκετές φορές η ψωρίαση δεν επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου. Έτσι, όταν υπάρχει μόνο ένα σημείο που δεν είναι ενοχλητικό, πολλοί ασθενείς επιλέγουν να μην ασχοληθούν με τη θεραπεία. Ωστόσο η ατιμετώπιση της ψωρίασης βελτιώνει και τις συννοσηρότητες, έτσι είναι σημαντικό κάποιος να κάνει τη σωστή θεραπεία.

Η έρευνα έχει αποκαλύψει πολύ σημαντικούς μηχανισμούς που εμπλέκονται στην ανάπτυξή της ψωρίασης και έχει οδηγήσει σε αποτελεσματικά φάρμακα που μπορούν να εξαφανίσουν εντελώς τις δερματικές βλάβες της νόσου. Με τα νέα φάρμακα οι οκτώ στους 10 ασθενείς μπορούν να έχουν μέχρι και 90% βελτίωση της ψωρίασης μέσα σε ένα μήνα. Σε άλλες περιπτώσεις, η ψωρίαση αποδεικνύεται μια χρόνια κατάσταση που απαιτεί σταθερή αντιμετώπιση.

Η ήπια έως μέτρια ψωρίαση μπορεί να αντιμετωπιστεί με τοπικές θεραπείες που μειώνουν τη φλεγμονή και τη φαγούρα. Στην τοπική αγωγή περιλαμβάνονται κερατολυτικές κρέμες και αλοιφές (σαλικυλικό οξύ, ευσερίνη, βαζελίνη, πίσσα, ανθραλίνη), τοπικά κορτικοστεροειδή (απαιτείται προσοχή στη χρησιμοποίησή τους και πλήρης συμμόρφωση με τις οδηγίες του δερματολόγου).

Άλλες χρήσιμες θεραπείες μπορούν να περιλαμβάνουν συνθετικές μορφές βιταμίνης D που μπορούν να βοηθήσουν στην επιβράδυνση του κυτταρικού κύκλου των κυττάρων, των τοπικών ρετινοειδών και τη χρήση της υπεριώδους ακτινοβολίας (φωτοθεραπεία).

Στη συστηματική θεραπευτική αγωγή της νόσου υπάγονται η μεθοτρεξάτη η οποία είναι μεν αποτελεσματική αλλά είναι και ηπατοτοξική. Δεν είναι σπάνια η περιοδική μεταβολή της φαρμακευτικής αγωγής (π.χ. ανά 12 μήνες) σε περίπτωση μη αποτελεσματικότητας της θεραπείας ή για την αποφυγή εμφάνισης παρενεργειών. Να σημειωθεί ότι η ψωρίαση επιδεινώνεται από την απότομη διακοπή της κορτιζόνης από το στόμα.

Την τελευταία πενταετία το θεραπευτικό οπλοστάσιο εναντίον της ψωρίασης εμπλουτίστηκε με στοχευμένα μόρια που δρουν πιο εκλεκτικά στον μηχανισμό της φλεγμονής που είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση της νόσου, όπως π.χ. οι αναστολείς της IL-17A (με εκπρόσωπο την σεκουκινουμάμπη). Ορισμένα από αυτά τα φάρμακα αυτά είναι εγκεκριμένα και για την ψωριασική αρθρίτιδα. Τα νέου τύπου φάρμακα λειτουργούν στοχευμένα στον μηχανισμό της φλεγμονής που είναι υπεύθυνη για την εμφάνιση της ψωρίασης, ωστόσο αυξάνουν την επιρρέπεια στις λοιμώξεις.

Επειδή η ψωρίαση δεν αφορά μόνο το δέρμα αλλά θεωρείται συστημική νόσος με αρκετές συννοσηρότητες πρέπει σε συνεργασία με το γιατρό σας να καταρτίσετε ένα πρόγραμμα προληπτικών εξετάσεων (για καρδιοπάθεια, οστεοπόρωσημ καρκίνο κ.λπ.) και να αποφεύγετε τους εκλυτικούς παράγοντες (π.χ. κάπνισμα, αλκοόλ, τατουάζ κλπ). Ενδέχεται η διατροφή να προσφέρει ανακούφιση από τα συμπτώματα της ψωρίασης. Η απώλεια βάρους πρέπει να είναι ένας από τους στόχους των υπέρβαρων ασθενών.

Δείτε επίσης