Ο γιατρός μπορεί να σας συνταγογραφήσει βενζοδιαζεπίνες με καλές προθέσεις, για να σας ηρεμήσουν από το άγχος, να σας βελτιώσουν τον ύπνο ή να μειώσουν την κατάθλιψη.
Ωστόσο, τα ηρεμιστικά που είναι γνωστά ως βενζοδιαζεπίνες μπορεί να οδηγήσουν σε μακροχρόνια χρήση στο 25% των ηλικιωμένων που τις λαμβάνουν, σύμφωνα με νέα έρευνα. Αυτό συμβαίνει παρά τις προειδοποιήσεις κατά της μακροχρόνιας χρήσης αυτών των φαρμάκων, ειδικά μεταξύ των ηλικιωμένων, γιατί μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο αυτοκινητιστικών ατυχημάτων και καταγμάτων από πτώσεις ενώ έχουν και άλλες παρενέργειες.
Η νέα μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό JAMA Internal Medicine από μια ομάδα ερευνητών του Πανεπιστημίου του Michigan, VA και του Πανεπιστημίου της Πενσυλβανίας, εξέτασε τη χρήση των βενζοδιαζεπινών σε ηλικιωμένους χαμηλού εισοδήματος. Οι ερευνητές αναφέρουν ότι τα ευρήματά τους καταδεικνύουν την ανάγκη για καλύτερη εκπαίδευση των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης και του κοινού σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με αυτά τα ηρεμιστικά.
Η μελέτη περιελάμβανε μόνο άτομα των οποίων οι βενζοδιαζεπίνες συνταγογραφήθηκαν από μη ψυχιάτρους, καθώς η πλειονότητα των ηλικιωμένων που λάμβαναν βενζοδιαζεπίνες είχαν συνταγές από τους γιατρούς πρωτοβάθμιας περίθαλψης ή άλλους μη ψυχίατρους. Από τους 576 ενήλικες που έλαβαν την πρώτη συνταγή βενζοδιαζεπίνης, από το 2008 έως το 2016, 152 είχαν ακόμα μια συνταγή ένα χρόνο αργότερα.
Οι ασθενείς ήταν τέσσερις φορές πιο πιθανό να παραμείνουν σε μακροχρόνια χρήση. Εκείνοι των οποίων οι αρχικές συνταγές γράφτηκαν για μεγαλύτερη δοσολογία ήταν επίσης πιθανότερο να γίνουν μακροχρόνιοι χρήστες βενζοδιαζεπίνης.
Για μόλις κάθε 10 επιπλέον ημέρες χορήγησης αυτών των φαρμάκων, ο κίνδυνος μακροχρόνιας χρήσης σχεδόν διπλασιάστηκε κατά το επόμενο έτος. Αυτός ο ρυθμός μακροχρόνιας χρήσης είναι αρκετά ανησυχητικός από μόνος του, είπε η Lauren Gerlach, κύρια συγγραφέας της μελέτης και γηριατρικός ψυχίατρος. Και πρόσθεσε: “Αυτό δείχνει ότι πρέπει να βοηθήσουμε τους παρόχους υγείας να έχουν στο μυαλό τους όταν συνταγογραφούν μια βενζοδιαζεπίνη να ξεκινούν με μια συνταγή μικρής δόσης εμπλέκοντας τους ασθενείς σε συζητήσεις για το πότε θα επανεκτιμήσουν τα συμπτώματά τους και θα αρχίσουν να μειώνουν τη δόση. Πρέπει επίσης να εκπαιδεύσουμε τους παρόχους για αποτελεσματικές εναλλακτικές λύσεις που δεν είναι φαρμακευτικές, όπως η γνωστική συμπεριφορική θεραπεία για αυτούς τους ασθενείς”.
Η Gerlach επισημαίνει και κάτι άλλο από την ανασκόπηση των αρχείων και τις λεπτομερείς συνεντεύξεις των συμμετεχόντων στο πρόγραμμα. Οι χρήστες βενζοδιαζεπίνης δεν ήταν πιο πιθανό να έχουν διάγνωση άγχους (το γεγονός αυτό ενίοτε αποτελεί ένδειξη μακροχρόνιας χρήσης). Επίσης, οι χρήστες μακράς διαρκείας είναι πιο πιθανό να αναφέρουν προβλήματα ύπνου – οι βενζοδιαζεπίνες δεν συνιστώνται για μακροχρόνια χρήση ως βοηθήματα ύπνου και μπορεί ακόμη να επιδεινώσουν τον ύπνο όσο περισσότερο χρησιμοποιούνται.
Η Gerlach και οι συνεργάτες της χρησιμοποίησαν δεδομένα από το πρόγραμμα υποστήριξης των ηλικιωμένων SUSTAIN (Supporting Seniors Receiving Treatment and Intervention). Πρόκειται για ένα συμπλήρωμα στο πρόγραμμα κάλυψης φαρμάκων της Πενσυλβάνια για ηλικιωμένους ενήλικες χαμηλού εισοδήματος. Το πρόγραμμα παρέχει υπηρεσίες συμπεριφοράς σε θέματα υγείας και διαχείρισης περιπτώσεων μέσω τηλεφώνου σε ολόκληρη την πολιτεία. Οι συμμετέχοντες στη μελέτη ζούσαν στο σπίτι ή σε άλλα κοινοτικά περιβάλλοντα, οπότε η μελέτη δεν περιέλαβε ασθενείς που νοσηλεύονται.
Κατά μέσο όρο, οι ασθενείς ήταν 78 ετών όταν έλαβαν την πρώτη συνταγή βενζοδιαζεπίνης. Πρόκειται για μια προχωρημένη ηλικία για τη χρήση τους καθώς σύμφωνα με τις εθνικές οδηγίες θα πρέπει σπάνια να χορηγούνται αυτά τα ηρεμιστικά σε άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών.