Η λήψη συμπληρώματος βιταμίνης D συμβάλλει στην απώλεια βάρους και μειώνει παράγοντες κινδύνου για τη μελλοντική εκδήλωση καρδιακών και μεταβολικών παθήσεων σε υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά, σύμφωνα με νέα ευρήματα Ελλήνων ερευνητών, τα οποία παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του 57ου Συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης Παιδιατρικής Ενδοκρινολογίας που διεξήχθη στην Αθήνα από την Πέμπτη 27 έως και το Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018.
Mια απλή στρατηγική όπως η χορήγηση βιταμίνης D σε μορφή συμπληρώματος μπορεί να αποτελέσει μέρος ενός ευρύτερου πλάνου με στόχο την αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας και τη μείωση του κινδύνου σοβαρών προβλημάτων υγείας στο μέλλον, είπαν οι ερευνητές.
Η παχυσαρκία κατά την παιδική και εφηβική ηλικία αποτελεί μείζον ζήτημα δημόσιας υγείας παγκοσμίως, καθώς οδηγεί στην εκδήλωση σοβαρών επιπλοκών στη μετέπειτα ζωή, όπως η καρδιοπάθεια και ο διαβήτης.
Αν και η έλλειψη βιταμίνης D συνδέεται κυρίως με σκελετικά προβλήματα, όπως η οστεοπενία και η οστεοπόρωση, τα τελευταία χρόνια καθίσταται ολοένα και πιο εμφανές μέσα από τα διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα ότι έχει επίσης άμεση σχέση με τον ρυθμό συσσώρευσης λίπους στο σώμα και με την παχυσαρκία.
Οι ακριβείς μηχανισμοί πίσω από τη σχέση της βιταμίνης D με το σωματικό βάρος δεν έχουν καταστεί ακόμη απολύτως σαφείς, ωστόσο αποτελούν προτεραιότητα στην επιστημονική έρευνα.
Στο πλαίσιο της μελέτης τους, ο Δρ Χρήστος Γιαννιός, η καθηγήτρια Ευαγγελία Χαρμανδάρη και οι συνάδελφοί τους από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το Νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία» αξιολόγησαν 232 παχύσαρκα παιδιά σε βάθος 12 μηνών. Από το σύνολο των παιδιών, οι ερευνητές επέλεξαν τυχαία 117 και τους χορήγησαν συμπλήρωμα βιταμίνης D.
Οι δείκτες που αξιολογήθηκαν στην αρχή και στο τέλος της μελέτης ήταν τα επίπεδα βιταμίνης D στον οργανισμό των παιδιών, το ποσοστό σωματικού λίπους καθώς και δείκτες ηπατικής και καρδιακής λειτουργίας στο αίμα τους.
Όπως διαπιστώθηκε, τα παχύσαρκα παιδιά που έλαβαν το συμπλήρωμα βιταμίνης D είχαν μετά από 12 μήνες σημαντικά χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος, λιγότερο συσσωρευμένο λίπος στο σώμα τους και βελτιωμένα επίπεδα χοληστερόλης.
«Τα ευρήματα αυτά υποδεικνύουν ότι η απλή χορήγηση συμπληρώματος βιταμίνης D μειώνει τον μελλοντικό κίνδυνο εκδήλωσης σοβαρών καρδιακών και μεταβολικών επιπλοκών για τα παχύσαρκα παιδιά», είπε η Ευαγγελία Χαρμανδάρη.
Το επόμενο βήμα των ερευνητών θα είναι να εξετάσουν την επίδραση της λήψης συμπληρώματος βιταμίνης D στην υγεία παχύσαρκων παιδιών και εφήβων που έχουν ήδη εκδηλώσει προβλήματα υγείας που αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιοπάθειας, εγκεφαλικού και διαβήτη, όπως υπέρταση, αυξημένο σάκχαρο ή υψηλή χοληστερόλη.
«Αν και από τα πρώτα αυτά ευρήματα προκύπτει ότι η βιταμίνη D μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, δεν υπάρχουν ακόμη επαρκή τεκμήρια για την ασφάλεια και τις μακροπρόθεσμες επιδράσεις της χορήγησής της σε μορφή συμπληρώματος, ιδίως όταν δεν υπάρχει διαπιστωμένη έλλειψη της βιταμίνης στον οργανισμό» επισημαίνει η καθηγήτρια και καταλήγει: «Ωστόσο, αν ένα παιδί είναι υπέρβαρο ή παχύσαρκο θα συνιστούσα στους γονείς να συμβουλευτούν τον γιατρό τους για περαιτέρω καθοδήγηση και να σκεφτούν το ενδεχόμενο εξέτασης των επιπέδων βιταμίνης D του παιδιού».