Η ενδοκαρδίτιδα είναι η οξεία φλεγμονή του ενδοκαρδίου, της μεμβράνης που περιβάλλει εσωτερικά τις τέσσερις κοιλότητες της καρδιάς και τις βαλβίδες της. Πριν από την ανακάλυψη των αντιβιοτικών, η φλεγμονή αυτή ήταν κατά κανόνα θανατηφόρα, σήμερα όμως όσο πιο έγκαιρα γίνει η διάγνωση της ενδοκαρδίτιδας, τόσο καλύτερο είναι το αποτέλεσμα της θεραπείας. Η θεραπεία γίνεται κατά κύριο λόγο με αντιβιοτικά.
Οι φυσιολογικές βαλβίδες της καρδιάς σπάνια προβάλλονται από ενδοκαρδίτιδα. Τα άτομα όμως με προϋπάρχουσα καρδιακή ασθένεια έχουν αυξημένο κίνδυνο. Ορισμένοι μικροοργανισμοί έχουν την τάση να κάθονται και να πολλαπλασιάζονται σε ανώμαλες βαλβίδες όπου υπάρχει αναταραχή της ροής του αίματος.
Αιτίες
Μικρόβια λόγω ουλίτιδας ή από το ουροποιητικό ή δερματικά αποστήματα μπορούν να προκαλέσουν ενδοκαρδίτιδα. Τα μικρόβια μπορεί να μπουν και στην κυκλοφορία του αίματος (μικροβιαιμία). Στη συνέχεια μπορεί να εγκατασταθούν σε πάσχουσες καρδιακές βαλβίδες (στενωμένες ή με ανεπάρκεια) ή άλλους πάσχοντες καρδιακούς ιστούς και να προκαλέσουν σημαντικές βλάβες. Πάντως, δεν προκαλούν όλα τα μικρόβια ενδοκαρδίτιδα.
Η ενδοκαρδίτιδα των προσθετικών βαλβίδων αποτελεί το 10-30% των περιπτώσεων ενδοκαρδίτιδας. Οι μισές περιπτώσεις των ασθενών που παθαίνουν ενδοκαρδίτιδα μετά από αντικατάσταση των καρδιακών βαλβίδων συμβαίνουν μέσα σε 2 μήνες από την επέμβαση αντικατάστασης βαλβίδων. Οι υπόλοιπες μπορούν να συμβούν οποτεδήποτε ο ασθενής δεν παίρνει τα κατάλληλα μέτρα προφύλαξης.
Επίσης ενδοκαρδίτιδα μπορεί να προκληθεί από τις καρδιολογικές ή τις καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις, καθώς έχει αυξηθεί ο αριθμός των ασθενών που φέρουν βηματοδότη, όπως και ο αριθμός των ασθενών που υποβάλλονται σε πλαστική επιδιόρθωση ή αντικατάσταση βαλβίδας.
Στους νοσοκομειακούς αρρώστους χρησιμοποιούνται ενδοφλέβιοι καθετήρες με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι ενδονοσοκομειακές ενδοκαρδίτιδες. Τα βακτήρια μπορεί να εισέλθουν στο σώμα μέσω του καθετήρα, ενός λεπτού σωλήνα που χρησιμοποιούν μερικές φορές οι γιατροί για να κάνουν ενέσεις ή να αφαιρούν υγρό από το σώμα. Μολυσμένες βελόνες και σύριγγες αποτελούν κίνδυνο για τους ανθρώπους οι οποίοι χρησιμοποιούν ενδοφλέβια ναρκωτικά.
Τις περισσότερες φορές η απότομη και οξεία μορφή της ενδοκαρδίτιδας οφείλεται σε ένα μικρόβιο που λέγεται χρυσίζων σταφυλόκοκκος (S. aureus) και προσβάλλει τις φυσιολογικές βαλβίδες της καρδιάς. Αντιθέτως, όταν η ενδοκαρδίτιδα εισβάλλει με ηπιότερη εικόνα, τότε το μικρόβιο προσβάλλει περιοχές της καρδιάς που δεν είναι φυσιολογικές, όπως π.χ. βαλβίδες της καρδιάς με στένωση ή ανεπάρκεια ή τρήματα με βλάβες εκ γενετής (μεσοκοιλιακή επικοινωνία, ανοικτός βοτάλλειος πόρος κτλ.). Οι μύκητες Candida ή άλλοι μικροοργανισμοί μπορεί επίσης να είναι υπεύθυνοι. Τα συνήθη μικρόβια που ανευρίσκονται είναι κοινά βακτήρια που ζουν στο στόμα, στην ανώτερη αναπνευστική οδό ή σε άλλα μέρη του σώματος.
Δεν είναι πολλά γνωστά για το ρόλο της διατροφής. Πάντως, μια μελέτη βρήκε ότι η υψηλή πρόσληψη μαγγανίου αυξάνει τον κίνδυνο για ενδοκαρδίτιδα. Φυσιολογικά, τα ουδετερόφιλα (κύτταρα του ανοσοποιητικού) φτάνουν στη θέση μόλυνσης και σκοτώνουν τα βακτήρια χρησιμοποιώντας ελεύθερες ρίζες οξυγόνου, αλλά η περίσσεια μαγγανίου στο σώμα εμποδίζει αυτήν τη διαδικασία.
Συμπτώματα και επιπλοκές
Συνήθως η ενδοκαρδίτιδα εκδηλώνεται με πυρετό, όπως κάθε λοίμωξη. Τα συμπτώματα μπορούν να ξεκινήσουν είτε με ήπιο είτε με οξύ τρόπο. Και στις δύο περιπτώσεις, υπάρχει συνεχής πυρετός και γενικευμένη αδυναμία.
Τα συμπτώματα συνήθως είναι:
- Πυρετός
- Ρίγος
- Εφίδρωση
- Νέο φύσημα στην καρδιά ή αλλαγή φυσήματος που προϋπήρχε
- Καταβολή
- Πόνος στις αρθρώσεις και τους μυς
- Δυσκολία στην αναπνοή και επίμονος βήχας
- Απώλεια βάρους, ωχρότητα στο δέρμα
- Ευαισθησία στην περιοχή του σπλήνα (αριστερό μέρος της κοιλιάς κάτω από τα πλευρά)
- Αίμα στα ούρα και κόκκινες κηλίδες στο δέρμα ή κάτω από τα νύχια.
Όταν η ενδοκαρδίτιδα προσβάλλει περιοχές της καρδιάς που ήδη παρουσιάζουν κάποια βλάβη, τότε τοπικά, πάνω στη βλάβη, δημιουργούνται νεκρωτικές μάζες που περιέχουν μικρόβια, αιμοπετάλια και ινική, οι οποίες ονομάζονται εκβλαστήσεις. Κατά την εξέλιξη της ενδοκαρδίτιδας είναι δυνατόν τμήματα της εκβλάστησης να αποσπαστούν και να δημιουργήσουν έμβολα, τα οποία με την κυκλοφορία του αίματος μπορεί να φτάσουν σε διάφορα όργανα και να δημιουργήσουν τοπικά σηπτικές εμβολές με μικρόβια. Έτσι είναι δυνατόν να εγκατασταθεί εγκεφαλικό επεισόδιο, έμφραγμα κτλ. Εκτός από τα εμβολικά επεισόδια, η ενδοκαρδίτιδα προκαλεί καρδιακή ανεπάρκεια λόγω της καταστροφής των βαλβίδων.
Μήκος εκβλάστησης πάνω από 10 χιλιοστά προβλέπει θνητότητα στους έξι μήνες. Η θνητότητα σε ενδοκαρδίτιδα αριστερών κοιλοτήτων φθάνει το 20%. Σύμφωνα με μια ελληνική μελέτη στην οποία συμμετείχαν 16 νοσοκομεία της Αττικής και δημοσιεύθηκε το 2007, η θνητότητα για την εξωνοσοκομειακή ενδοκαρδίτιδα ήταν 18% ενώ για την νοσοκομειακή ήταν 39%. Η αυξημένη θνητότητα από την νοσοκομειακή ενδοκαρδίτιδα οφείλεται στο γεγονός ότι τα μικρόβια στα νοσοκομεία, συνήθως στρεπτόκοκκοι και σταφυλόκοκκοι, είναι ανθεκτικά.
Διάγνωση και θεραπεία
Η θεραπεία πάντα στοχεύει στην καταπολέμηση του μικροβίου που αποκαλύπτουν οι αιμοκαλλιέργειες. Η προσβολή των βαλβίδων αποδεικνύεται από το διοισοφάγειο υπερηχοκαρδιογράφημα.
Από τις αιμοκαλλιέργειες απομονώνεται το μικρόβιο και με βάση την ευαισθησία του σε διάφορα αντιβιοτικά βρίσκεται το πλέον κατάλληλο αντιβιοτικό ή συνδυασμοί αντιβιοτικών, που μέσα σε λίγες εβδομάδες σκοτώνουν το μικρόβιο και αποτρέπουν την καταστροφή διαφόρων τμημάτων της καρδιάς (φυσικές ή τεχνητές βαλβίδες μετά από εγχείρηση και αντικατάσταση της φυσικής). Η πλήρης αποστείρωση του οργανισμού από τα μικρόβια που προκαλούν την ενδοκαρδίτιδα δεν είναι πάντα εφικτή. Για ορισμένα μάλιστα μικρόβια, όπως οι μύκητες, η αποστείρωση είναι πρακτικώς αδύνατη. Στην πράξη οι τεχνητές βαλβίδες δεν αποστειρώνονται πλήρως και κατά κανόνα ο ασθενής οδηγείται σε νέα εγχείρηση. Όταν ένας ασθενής έχει τεχνητές βαλβίδες και συμπτώματα λοίμωξης πρέπει πάντα να υπάρχει η υποψία ενδοκαρδίτιδας.
Όταν η θεραπεία με αντιβιοτικά φαίνεται να αποτυγχάνει ή όταν οι βλάβες που δημιούργησε η ενδοκαρδίτιδα είναι σοβαρές και ο ασθενής οδηγείται σε καρδιακή ανεπάρκεια, τότε η εγχείρηση είναι αναπόφευκτη. Η εγχείρηση στοχεύει στην αποκατάσταση της βλάβης που δημιουργήθηκε (συνήθως ανεπάρκεια των καρδιακών βαλβίδων), ώστε ο ασθενής να μην οδηγηθεί σε μόνιμη καρδιακή ανεπάρκεια.
Πρόληψη
Αν διατρέχετε κίνδυνο ενδοκαρδίτιδας, πρέπει να φροντίζετε καλά τα ούλα και τα δόντια σας. Η προφύλαξη με αντιβιοτικά σε ασθενείς υψηλού κινδύνου είναι επιτακτική όταν οι ασθενείς πρόκειται να υποβληθούν σε οποιαδήποτε αιματηρή επέμβαση. Πριν οποιαδήποτε επέμβαση στο στόμα ή στο λαιμό σας η οποία μπορεί να προκαλέσει αιμορραγία, ο γιατρός ή ο οδοντίατρος θα σας δώσει αμοξυκιλλίνη. Πάντως, η χημειοπροφύλαξη συστήνεται μόνο σε οδοντιατρικές πράξεις που απαιτούν χειρισμούς στα ούλα, στην ρίζα των δοντιών ή μπορεί να προκαλέσουν τραύμα του στοματικού βλεννογόνου.