H ξανθοχουμόλη (λυκίσκος και μπύρες) κάνει καλό στο μεταβολικό σύνδρομο

Ο λυκίσκος, γνωστός και ως Humulus lupulus (χούμουλος ο λυκίσκος) είναι ένα φαρμακευτικό βότανο, συγγενικό της κάνναβης, με καταπραϋντικές ιδιότητες. Έχει χρησιμοποιηθεί ιστορικά για να θεραπεύσει μια σειρά από προβλήματα υγείας (συμπεριλαμβανομένης της αϋπνίας και των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης).

Στον λυκίσκο οφείλονται επίσης κάποια αρώματα και γεύσεις στις μπύρες. Σε αυτό το ζυθοβότανο, που έχει χρησιμοποιηθεί ως συντηρητικό και ως γευστικός παράγοντας σε μπύρες από τον 11ο αιώνα, οφείλονται κάποια από τα χαρακτηριστικά της μπύρας, όπως η πικράδα που ισορροπεί την γλύκα των δημητριακών.

Ερευνητές από το Oregon State University δημοσίευσαν μία μελέτη στο περιοδικό Molecular Nutrition and Food Research, σύμφωνα με την οποία η ξανθοχουμόλη (xanthohumol), ένα φλαβονοειδές που βρίσκεται στον λυκίσκο και ονομάζεται ξανθοχουμόλη (Xn), μπορεί είναι ένας τρόπος αντιμετώπισης του μεταβολικού συνδρόμου.

Προηγούμενη μελέτη που είχε δημοσιευτεί στο Journal of Agricultural and Food Chemistry έδειξε ότι η ξανθοχουμόλη παρέχει σημαντικά οφέλη στον εγκέφαλο και μπορεί να συμβάλει στην πρόληψη της άνοιας και τη νοητικής κατάπτωσης.

Στην παρούσα μελέτη, παρατηρήθηκε ότι ενώσεις του λυκίσκου μπορεί να καταπολεμούν το μεταβολικό σύνδρομο μέσω αλλαγών που προκαλούν στο εντερικό μικροβίωμα και στον μεταβολισμό των χολικών οξέων.

Τα άτομα με μεταβολικό σύνδρομο έχουν τουλάχιστον τρεις από τους κακούς για την υγεία παράγοντες που ακολουθούν: κοιλιακή παχυσαρκία, υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλό σάκχαρο, χαμηλά επίπεδα «καλής» χοληστερόλης και υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων.

Η έρευνα έχει δείξει ότι μια διατροφή υψηλή σε τρανς λιπαρά, κορεσμένα λιπαρά και ζάχαρη προκαλεί χρόνια φλεγμονή χαμηλού βαθμού που συνεισφέρει στην ανάπτυξη του μεταβολικού συνδρόμου, το οποίο με τη σειρά του σχετίζεται με γνωστική δυσλειτουργία και άνοια, ενώ αποτελεί και παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις και διαβήτη τύπου 2.

Οι ερευνητές έκαναν πρόοδο στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί η ξανθοχουμόλη και τα παράγωγά της DXn (α,β‐dihydro‐XN) και TXn (tetrahydro‐XN).

Επίδραση στον μεταβολισμό του λίπους

Σε προηγούμενη μελέτη, η εξέταση ενός μοντέλου πειραματόζωων έδειξε ότι οι ενώσεις Xn, DXn και TXn βελτιώνουν τη δυσανεξία στη γλυκόζη, την αντίσταση στην ινσουλίνη και την ευαισθησία στη λεπτίνη (μια ορμόνη που σχετίζεται με το αίσθημα κορεσμού της πείνας). Αυτές οι επιδράσεις θεωρούνται επωφελείς για την υγεία γενικά και ειδικότερα για το μεταβολικό σύνδρομο.

Τα πειραματόζωα έλαβαν μια διατροφή υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά ή την ίδια διατροφή μαζί με τις ενώσεις Xn, TXn ή DXn. Στη συνέχεια, οι επιστήμονες μέτρησαν τις επιδράσεις στα χολικά οξέα, τη φλεγμονή και τη σύνθεση του εντερικού μικροβιώματος.

Η μελέτη έδειξε ότι ξανθοχουμόλη και τα δύο παράγωγά της οδήγησαν σε μείωση της παραγωγής δευτερογενούς χολικού οξέος και αύξηση των συζευγμένων χολικών οξέων. Αυτό μπορεί να ακούγεται περίπλοκο αλλά σημαίνει ότι ο λυκίσκος άλλαξε τον τρόπο μεταβολισμού του λίπους (επειδή η χολή είναι ένα υγρό που παράγεται στο συκώτι και βοηθά στην πέψη των λιπών). Τα αποτελέσματα έδειξαν επίσης αλλαγές στην ποικιλία των μικροβίων του εντέρου και μειωμένη φλεγμονή στους ιστούς των πειραματόζωων.

“Οι αλλαγές στο εντερικό μικροβίωμα και τον μεταβολισμό των χολικών οξέων φαίνεται να εξηγούν, τουλάχιστον εν μέρει, γιατί η ξανθοχουμόλη και τα παράγωγά οδήγησαν σε βελτιώσεις στην παχυσαρκία και σε άλλες πτυχές του μεταβολικού συνδρόμου”, είπαν οι ερευνητές.

Πηγή: Improvements in Metabolic Syndrome by Xanthohumol Derivatives are Linked to Altered Gut Microbiota and Bile Acid Metabolism. Molecular Nutrition & Food Research, 2019; 1900789 DOI: 10.1002/mnfr.201900789.

Δείτε επίσης