Οστεοπόρωση: Διατροφή και θεραπεία

Η οστεοπόρωση είναι μια πάθηση του μεταβολισμού των οστών, κατά την οποία παρατηρείται σταδιακή μείωση της πυκνότητάς τους, με αποτέλεσμα να γίνονται πιο εύθραυστα και λεπτά. Ως ένα σημείο, η οστεοπόρωση είναι μια φυσιολογική διαδικασία, παράλληλη με τη γήρανση. Η μάζα των οστών δεν παραμένει σταθερή όπως νομίζει ο περισσότερος κόσμος. Κάθε χρόνο ανακυκλώνεται το 10-30% των οστών (διαλύονται από μια ομάδα κυττάρων που ονομάζονται οστεοκλάστες και ξαναδημιουργούνται από άλλη μια ομάδα κυττάρων που ονομάζονται οστεοβλάστες).

Όμως μετά την ηλικία των 30 ετών αρχίζει να υπάρχει μια ανισορροπία στον ρυθμό αναστύλωσης των οστών που καταλήγει σε μείωση της πυκνότητάς τους. Αν εξαφανίζεται το 0,5% της οστικής μάζας κάθε χρόνο, μετά από τρεις δεκαετίες θα έχει χαθεί περίπου το 15% των οστών, και αυτός ο βαθμός οστεοπόρωσης (οστά με πόρους) συμβαίνει κατά τη φυσιολογική γήρανση. Αν όμως εξαφανίζεται το 1% κάθε χρόνο, θα έχει χαθεί το 30% των οστών και τότε βέβαια υπάρχει σοβαρό πρόβλημα οστεροπόρωσης. Το πρόβλημα δεν γίνεται αντιληπτό διότι δεν υπάρχουν συμπτώματα και τελικά, ύστερα από μερικές δεκαετίες μπορεί κάποιος πάθει ένα κάταγμα και να πληροφορηθεί από το γιατρό ότι πάσχει από οστεοπόρωση. Κάτι πάντως που μπορεί να είναι σημάδι οστεοπόρωσης είναι οι αυξημένες ρυτίδες στο πρόσωπο.

 Βασικές αιτίες της οστεοπόρωσης

Μια βασική αιτία της οστεοπόρωσης είναι όταν δεν υπάρχει αρκετή πρόσληψη ασβεστίου από τη διατροφή. Η ασβέστιο είναι βασικό συστατικό των οστών και όταν λείπει από τη διατροφή, τα οστά δεν μπορούν να δημιουργηθούν. Το θέμα ωστόσο δεν είναι μόνο πόσο ασβέστιο υπάρχει στη διατροφή αλλά πόσο ασβέστιο απορροφά το σώμα από τη διατροφή. Η απορρόφηση του ασβεστίου εξαρτάται από διάφορους παράγοντες και κυρίως από τη ποσότητα της βιταμίνης D. Για να απορροφηθούν τα περίπου 200-350 mg ασβεστίου που έχει ανάγκη καθημερινά το σώμα, πρέπει να υπάρχει ικανοποιητική παραγωγή βιταμίνης D,  η οποία δυστυχώς μειώνεται με την πάροδο των δεκαετιών. Από το ίδιο φαγητό, ένα παιδί μπορεί να απορροφήσει το 50% του ασβεστίου και ένας ενήλικας μόνο το 15%. Έτσι η βιταμίνης D είναι πολύ σημαντική για την πρόληψη της οστεοπόρωσης.

Εκτός από τα γαλακτοκομικά, άλλες πλούσιες τροφές σε ασβέστιο είναι τα πράσινα λαχανικά, τα μικρά ψάρια όταν τρώγονται με το κόκαλο, τα αμύγδαλα, ενώ πρόσφατα στο εμπόριο κυκλοφορούν διάφορες τροφές εμπλουτισμένες σε ασβέστιο. Προσοχή όμως διότι η πρόληψη στην οστεοπόρωση δεν είναι η κατανάλωση συμπληρωμάτων ασβεστίου. Πρέπει να ξέρετε ότι το ασβέστιο ενοχοποιείται για καρδιακές προσβολές.

Μια δεύτερη πολύ σημαντική αιτία της οστεοπόρωσης είναι η έλλειψη άσκησης. Ακόμα κι αν καταπιείτε το ασβέστιο όλου του κόσμου δεν θα αποφύγετε την οστεοπόρωση στην περίπτωση που είστε ξαπλωμένοι όλη μέρα στο κρεβάτι. Το ασβέστιο τοποθετείται στα οστά μόνο υπάρχει άσκηση.  Ρώσοι κοσμοναύτες που έζησαν στο διάστημα αρκετούς μήνες είχαν εκτεταμένη απώλεια οστικής μάζας και επιστρέφοντας στη γη μεταφέρονταν με καροτσάκι. Και βέβαια, το ταξίδι στον Άρη που χρειάζεται ένα χρόνο για να ολοκληρωθεί δεν μπορεί να γίνει προς το παρόν διότι θα αφήσει ανάπηρο το πλήρωμα.

Η άθληση είναι πραγματικά το κλειδί για την πρόληψη της οστεοπόρωσης. Οι πρωτόγονες φυλές έχουν πιο γερά οστά από τον σύγχρονο άνθρωπο παρότι οι περισσότερες από αυτές καταναλώνουν λιγότερο ασβέστιο (διότι δεν έχουν γαλακτοκομικά προϊόντα). Αντίθετα, ο σύγχρονος άνθρωπος που καταναλώνει περισσότερο ασβέστιο πάσχει από οστεοπόρωση επειδή κάνει καθιστική ζωή. Όταν συγκρίνονται κόκαλα καθιστικών ανθρώπων και αθλητών υπάρχει μεγάλη διαφορά στη πυκνότητά τους και το συμπέρασμα είναι: ναι, σκεφτείτε την διατροφή σας (ασβέστιο και βιταμίνη D) αλλά ανησυχήστε για την φυσική σας δραστηριότητα διότι αυτή είναι που διεγείρει την εναπόθεση του ασβεστίου στα οστά και προλαβαίνει την οστεοπόρωση. Η καλύτερη άσκηση είναι αυτή στην οποία ασκούνται πιέσεις στα οστά, δηλαδή η άσκηση με βαράκια.

Μια τρίτη αιτία της οστεοπόρωσης είναι η υπερβολική κατανάλωση αλατιού. Το νάτριο (υπάρχει στο αλάτι) δεν ανεβάζει μόνο την πίεση του αίματος αλλά οδηγεί το ασβέστιο έξω από το σώμα. Οι πρωτόγονες φυλές έχουν γερά κόκαλα όχι μόνο λόγω αυξημένης  φυσικής δραστηριότητας αλλά κι επειδή καταναλώνουν μόνο όσο νάτριο υπάρχει εκ φύσεως στη τροφή. Όμως τα τρόφιμα του σύγχρονου ανθρώπου είναι παραγεμισμένα με αλάτι. Για κάθε 2,5 γρ. νατρίου που εισέρχονται στο σώμα, χάνονται 50 mg ασβεστίου. Αν αυτό συμβαίνει κάθε μέρα, σε 20 χρόνια η μέση γυναίκα θα έχει χάσει θεωρητικά 365 γρ. ασβεστίου, δηλαδή το μισό σκελετό της κάτι βέβαια που θα έχει δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα οστεοπόρωσης.

Μια τέταρτη αιτία της οστεπόρωσης είναι η κατανάλωση ορισμένων φαρμάκων. Η θυροξίνη για παράδειγμα, μια ορμόνη που χορηγείται σε ανθρώπους των οποίων ο θυρεοειδής αδένας παράγει λίγη ποσότητα, μπορεί να δημιουργήσει οστεοπόρωση όταν δίνεται σε υπερβολικές ποσότητες. Υπολογίζεται ότι ποσοστό 20% ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας παίρνουν θυροξίνη ακολουθώντας  μακροχρόνια αγωγή για υποθυρεοειδισμό. Οι ασθενείς αυτοί πρέπει να ελέγχονται τακτικά για να βεβαιώνονται ότι λαμβάνουν τη σωστή δόση θυροξίνης, διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος για οστεοπόρωση.

Επίσης η κορτιζόνη μπορεί να γίνει καταστροφική για τα οστά. Η χρόνια χορήγηση κορτικοστεροειδών, για περισσότερο από 3 μήνες, σε δόση μεγαλύτερη των 5 mg την ημέρα, είναι γνωστό και καλά τεκμηριωμένο ότι αυξάνει την οστεοπόρωση. Τα κορτικοστεροειδή μειώνουν την απορρόφηση του ασβεστίου από το έντερο και αυξάνουν την αποβολή του από τα νεφρά άρα επηρεάζουν αρνητικά και έμμεσα την οστική αναδόμηση προκαλώντας οστεοπόρωση.

Ακόμη, τα οιστρογόνα προστατεύουν τα οστά των γυναικών γι’ αυτό και η πρόωρη εμμηνόπαυση (πριν από την ηλικία των 45 ετών) αποτελεί παράγοντα κινδύνου οστεοπόρωσης για τις γυναίκες. Τα οιστρογόνα είναι ορμόνες που παράγονται κυρίως από τις ωοθήκες και λιγότερο από τα επινεφρίδια και προφυλάσσουν από την οστεοπόρωση. Όταν μια γυναίκα παρουσιάσει εμμηνόπαυση πριν από την ηλικία των 45 ετών, αυτό σημαίνει ότι έχει πρόωρα μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων και γι’ αυτό είναι σε κίνδυνο για ανάπτυξη οστεοπόρωσης. Το κάπνισμα αποτελεί παράγοντα κινδύνου για οστεοπόρωση διότι μειώνει την παραγωγή οιστρογόνων και συμβάλλει στην πρώιμη εμμηνόπαυση.

Τέλος, ένας άλλο παράγοντας κινδύνου για οστεοπόρωση είναι η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ. Αν και η μέτρια κατανάλωση αλκοός αυξάνει την παραγωγή οστικής μάζας και άρα κάνει καλό στην οστεοπόρωση, η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ δρα τοξικά και μειώνει την παραγωγή οστικής μάζας.

 Η πρόληψη της οστεοπόρωσης

Στην πρωτογενή πρόληψη της οστεοπόρωσης εφαρμόζονται μέτρα που έχουν ως στόχο την εξουδετέρωση των τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου, ώστε να μην επιτραπεί η ανάπτυξη της νόσου. Στους στόχους της πρωτογενούς πρόληψης περιλαμβάνονται:

 Η απόκτηση του μέγιστου δυνατού επιπέδου της κορυφαίας οστικής μάζας μέχρι την ηλικία των 25 ετών και η διατήρησή της κατά την ηλικιακή περίοδο των 25-45 ετών.

 Η ελαχιστοποίηση της οστικής απώλειας μετά την ηλικία των 45 ετών.

Για την επίτευξη των στόχων αυτών θα πρέπει, λαμβάνοντας υπόψη τους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση αλλά και τους μηχανισμούς με τους οποίους αναπτύσσεται η νόσος, η στρατηγική για την πρωτογενή πρόληψη της οστεοπόρωσης να εφαρμόζεται σε ευρεία κλίμακα, να αρχίζει από την παιδική και εφηβική ηλικία και να περιλαμβάνει:

 Καθημερινή λήψη με την τροφή της απαραίτητης ανάλογα με το φύλο και την ηλικία ποσότητας ασβεστίου και βιταμίνης D.

 Πρόγραμμα σωματικής άσκησης

 Ρύθμιση της ανεπάρκειας των οιστρογόνων σε περιπτώσεις πρόωρης εμμηνόπαυσης ή παρατεινόμενης αμηνόρροιας

 Διατήρηση κανονικού σωματικού βάρους

 Όχι κάπνισμα

 Όχι μεγάλη κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών

 Σε παθήσεις που επιβάλλεται η λήψη κορτιζόνης, θα πρέπει με βάση τις οδηγίες του θεράποντος γιατρού το φάρμακο αυτό να λαμβάνεται, αν είναι επιτρεπτό, στη μικρότερη δυνατή δόση και πάντως όχι πάνω από τα 7,5 mg πρεδνιζολόνης ημερησίως. Αν χρειάζεται μεγαλύτερη δόση, τότε θα πρέπει να λαμβάνεται παράλληλα ασβέστιο και βιταμίνη D με βάση τις οδηγίες του θεράποντος γιατρού. Επιπλέον, με βάση τα αποτελέσματα της μέτρησης της οστικής πυκνότητας ο θεράπων γιατρός θα κρίνει αν στα παραπάνω προληπτικά μέτρα χρειάζεται και η προσθήκη αντιοστεοπορωτικών φαρμάκων που αναστέλλουν την οστική απορρόφηση.

Οι ημερήσιες ανάγκες σε ασβέστιο που πρέπει να περιέχονται στη διατροφή έχουν υπολογιστεί ότι είναι περίπου 1 γραμμάριο για παιδιά μέχρι 10 ετών και για άνδρες μέχρι 65 ετών, ενώ είναι περίπου 1,5 γραμμάρια για εφήβους, γυναίκες όλων των ηλικιών και άνδρες άνω των 65 ετών. Οι ημερήσιες ανάγκες σε βιταμίνη D είναι 400-800 διεθνείς μονάδες. Το ασβέστιο λαμβάνεται κυρίως με τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Επομένως, είναι χρήσιμο να αναφερθεί η περιεκτικότητα σε ασβέστιο ανά κιλό γαλακτοκομικού προϊόντος: Γάλα αγελάδας 1,2 γραμμ. ανά κιλό, γάλα πρόβειο 2,1 γραμμ., γιαούρτι 1,7 γραμμ., τυρί φέτα 5 γραμμ. και τυρί κίτρινο 10-12 γραμμάρια ανά κιλό. Εκτός από τα γαλακτοκομικά προϊόντα καλές πηγές ασβεστίου είναι τα ψάρια και τα μεταλλικά νερά, ενώ η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, τα εμπλουτισμένα σε βιταμίνη D γαλακτοκομικά προϊόντα και τα παχιά ψάρια αποτελούν καλές πηγές βιταμίνης D.

Το πρόγραμμα σωματικής άσκησης θα πρέπει να εφαρμόζεται συστηματικά για 3-4 ώρες κάθε εβδομάδα και να περιλαμβάνει ασκήσεις που εκτελούνται υπό την επίδραση της βαρύτητας. Τέτοιες ασκήσεις είναι π.χ. το περπάτημα, το ελεγχόμενο τρέξιμο, το τένις, το ανεβοκατέβασμα σκάλας και ο χορός.

Θεραπεία για την οστεοπόρωση

Η θεραπεία της οστεοπόρωσης δεν μπορεί να πετύχει πλήρη αναπλήρωση της οστικής μάζας, που έχει ήδη χαθεί, ούτε αποκατάσταση της διαταραγμένης μικροαρχιτεκτονικής δομής των οστών και φυσικά δεν μπορεί να αναιρέσει τις σοβαρές συνέπειες των οστεοπορωτικών καταγμάτων, που μπορεί να έχουν ήδη συμβεί. Όλα αυτά βέβαια υπογραμμίζουν τη μεγάλη σημασία της πρωτογενούς κυρίως αλλά και της δευτερογενούς πρόληψης της οστεοπόρωσης.

Πολλοί γιατροί βασίζονται μόνο σε έξτρα ποσότητες ασβεστίου και βιταμίνης D, όταν προσπαθούν να θεραπεύσουν ή / και να προλάβουν την οστεοπενία (πρώιμο στάδιο απώλειας οστίτη ιστού) ή την οστεοπόρωση. Όταν αποδειχθεί όμως ανεπιτυχής αυτή η στρατηγική, στρέφονται σε γενικές γραμμές στα φάρμακα (π.χ. διφωσφονικά), που έχουν σχεδιαστεί ειδικά για να σταματούν την πρόοδο της νόσου.

Οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις αυτών των θεραπειών είναι ακόμα ασαφείς, από τη στιγμή που η αυξημένη οστική μάζα δεν συνεπάγεται και αυξημένη οστική αντοχή. Αντίθετα, επειδή ακριβώς η οστεοπόρωση αποτελεί νόσο που αφορά τον τρόπο ζωής μας, πρέπει πάνω από όλα να εξεταστούν οι παράγοντες εκείνοι που διαιωνίζουν την απώλεια του οστού. Η καθιστική ζωή, η κακή διατροφή (κυρίως η υπερκατανάλωση αλατιού, ζωικής πρωτεΐνης και αλκοόλ), η ανεπαρκής ή ελάχιστη πρόσληψη γαλακτοκομικών προϊόντων (ασβεστίου, φωσφόρου και βιταμίνης D κυρίως) και η ανεπαρκής έκθεση του δέρματος στον ήλιο (ώστε να παράγει το σώμα μας προβιταμίνη D) είναι κάποιοι από τους παράγοντες που συντελούν στην εμφάνιση ή την επιδείνωση οστεοπενίας / οστεοπόρωσης.

Γίνεται δηλαδή αντιληπτό, ότι ένα συμπλήρωμα ασβεστίου – βιταμίνης D δεν μπορεί να διορθώσει καθένα από τα προβλήματα αυτά. Είναι επιτακτική ανάγκη να λαμβάνεται ένα ακριβές και αναλυτικό ιστορικό, ώστε να εντοπίζονται τα όποια προβλήματα αλλά και να οριοθετείται η παρέμβαση που χρειάζεται ο κάθε ασθενής.

Τα διφωσφονικά είναι τα κυριότερα φάρμακα για τη θεραπεία-αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Αποτελούν θεραπεία πρώτης γραμμής για τη διαγνωσμένη οστεοπόρωση, σε γυναίκες. Τα πιο συχνά συνταγογραφούμενα είναι το sodium alendronate, 10 mg/ μέρα ή 70 mg/ 1 φορά την εβδομάδα, το ridedronate, 5 mg/ μέρα ή 35 mg/ 1 φορά την εβδομάδα και το ibandronate, 1 φορά / μήνα. Επειδή απορροφούνται σχετικά δύσκολα, τα από του στόματος διφωσφονικά να λαμβάνονται με άδειο στομάχι, χωρίς να ακολουθεί φαγητό ή ποτό για τα επόμενα 30 λεπτά.

Πρόσφατα, το teriparatide, ανασυνδυασμένη παραθορμόνη φάνηκε να είναι αποτελεσματικό στη θεραπεία της οστεοπόρωσης. Δρα ενεργοποιώντας τους οστεοβλάστες, που παράγουν οστίτη ιστό. Χρησιμοποιείται όταν τα διφωσφονικά αποδειχθούν αναποτελεσματικά ή αντενδείκνυνται. Δεν πρέπει όμως να χορηγείται σε ασθενείς που έχουν υποστεί ακτινοθεραπεία, μικρής ηλικίας ή με νόσο Paget.

Το strondium ranelate (2 gr/ μέρα, από του στόματος) φαίνεται ότι διεγείρει τον πολλαπλασιασμό των οστεοβλαστών, αναστέλλοντας τον αντίστοιχο των οστεοκλαστών. Δεν προκαλεί προβλήματα στο ανώτερο πεπτικό σύστημα, σε αντίθεση με τα διφωσφονικά.

Η αναπλήρωση οιστρογόνων σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες θεωρείται καλή θεραπεία για την πρόληψη της οστεοπόρωσης, αλλά συνοδεύεται από πλήθος παρενεργειών. Οι επιλεκτικοί ρυθμιστές οιστρογονικών υποδοχέων (SERMs, Selective estrogen receptor modulator), όπως το raloxifene, δρούν στο οστό καθυστερώντας την αποδόμησή του από τους οστεοκλάστες. Γεγονός που επιβεβαιώνεται και από κλινικές μελέτες.

Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται γα τη θεραπευτική αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης αναστέλλουν την οστική απορρόφηση ή αυξάνουν την οστική παραγωγή και είναι τα παρακάτω:

 Διφωσφονικά

 Στρόντιο

 Καλσιτονίνη

 Εκλεκτικοί τροποποιητές των υποδοχέων των οιστρογόνων

 Τεριπαρατίδη

 Παραθορμόνη

 Οιστρογόνα

 Ασβέστιο

 Βιταμίνη D

Είναι αυτονόητο ότι το θεραπευτικό πρόγραμμα, που θα εφαρμοστεί σε ένα συγκεκριμένο ασθενή με οστεοπόρωση, δηλ. ποιο φάρμακο από τα παραπάνω θα χρησιμοποιηθεί και αν το φάρμακο αυτό θα συνδυαστεί ή όχι και με ασβέστιο ή/και βιταμίνη D, καθορίζεται από το θεράποντα γιατρό με βάση τα κλινικά δεδομένα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου ασθενούς.

 

 

Δείτε επίσης