Ένα τεστ αίματος στη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να αντικαταστήσει τους πιο πολύπλοκους και επεμβατικούς ελέγχους για τη διάγνωση του συνδρόμου Ντάουν, σύμφωνα με Ολλανδούς επιστήμονες. Σήμερα, οι έγκυες υψηλού κινδύνου πρέπει να κάνουν αμνιοκέντηση, μια διαδικασία που έχει τον κίνδυνο αποβολής του εμβρύου.
Οι Ολλανδοί ερευνητές, υπό την κλινική γενετίστρια Σουζάνα Φριντς του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Μάαστριχτ, μιλώντας στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας στη Ρώμη, σύμφωνα με το BBC, έκαναν γνωστό ότι έχουν σχεδόν ολοκληρώσει την ανάπτυξη μιας νέας ακριβούς μεθόδου ανάλυσης του αίματος της εγκύου για τον εντοπισμό τυχόν χρωμοσωμικών ανωμαλιών του εμβρύου.
Πρόκειται για μια παρόμοια τεχνική με αυτή που ήδη χρησιμοποιείται για την ανίχνευση προβλημάτων στο DNA του εμβρύου με βάση δείγματα που λαμβάνονται από το αμνιακό υγρό της μήτρας της εγκύου. Το πλεονέκτημα της νέας τεχνικής είναι ότι δεν είναι καθόλου επεμβατική, είναι ταχεία και δεν εμπεριέχει κανένα κίνδυνο για το έμβρυο.
Το νέο τεστ μπορεί να γίνει πολύ νωρίς, γύρω στις έξι έως οκτώ εβδομάδες της εγκυμοσύνης. Αν μετά από μια σειρά ελέγχων αποδειχτεί ότι η νέα τεχνική είναι όντως ασφαλής, τότε, σύμφωνα με τους ερευνητές, όλες οι γυναίκες θα έχουν στη διάθεσή τους ένα τέτοιο τεστ αίματος σε λίγα χρόνια, με κόστος γύρω στα 30 ευρώ, δηλαδή πολύ φθηνότερα σε σχέση με την τωρινή μέθοδο της αμνιοκέντησης.
Το δείγμα αίματος μπορεί να ληφθεί σε μια από τις συνήθεις επισκέψεις της εγκύου στον γιατρό της. Προς το παρόν, το τεστ αίματος έχει αξιοπιστία περίπου 80%, αλλά οι ερευνητές εργάζονται για να το βελτιώσουν.
Μια σειρά από επιστημονικά εργαστήρια ανά τον κόσμο μελετούν και αναπτύσσουν διάφορα εναλλακτικά διαγνωστικά τεστ για το σύνδρομο Ντάουν και άλλες γενετικές ανωμαλίες του εμβρύου.