Η ανάκαμψη μετά από πολλές νύχτες μειωμένων ωρών ύπνου μπορεί να απαιτήσει περισσότερο από το να κοιμηθεί κάποιος παραπάνω το Σαββατοκύριακο.
Νέα έρευνα δείχνει ότι οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της στέρησης ύπνου όπως η εργασία με βάρδιες ή το ξενύχτι για μελέτη, για διάστημα αρκετών ημερών ή εβδομάδων, απαιτούν περισσότερο από μια ή δυο νύχτες επαρκούς ύπνου για να εξουδετερωθούν.
Ο ερευνητής Daniel Cohen, του νοσοκομείου Brigham and Women’s Hospital στη Βοστόνη, δήλωσε ότι πολλοί άνθρωποι πιστεύουν λανθασμένα όσους τους καθησυχάζουν ότι μπορούν εύκολα να ανακάμψουν από χρόνιο έλλειμμα ύπνου με μια ή δυο μέρες επαρκούς ύπνου. Ωστόσο, η επίδραση της χρόνιας έλλειψης ύπνου προκαλεί επιδείνωση της επίδοσης όταν οι άνθρωποι αυτοί μείνουν ξύπνιοι για μεγάλο διάστημα.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι μια νύχτα πολλών ωρών ύπνου μπορεί να κρύψει προσωρινά τις συνέπειες της έλλειψης ύπνου και να αποκαταστήσει την επίδοση στα φυσιολογικά πλαίσια, βραχυπρόθεσμα, για περίπου 6 ώρες μετά το ξύπνημα. Ωστόσο, η επίδοση μπορεί να χειροτερέψει όσο περισσότερο χρόνο είναι ξύπνιος κάποιος και υπάρχει αυξημένος κίνδυνος λαθών που σχετίζονται με κούραση.
Η ερευνήτρια Elizabeth Klerman, του Brigham and Women’s Hospital, δήλωσε ότι οι άνθρωποι που κοιμούνται λίγο κατά τη διάρκεια της εβδομάδας που εργάζονται ή πηγαίνουν σχολείο και προσπαθούν να αναπληρώνουν τα Σαββατοκύριακα μπορεί να μη συνειδητοποιούν ότι συσσωρεύουν ένα χρόνιο έλλειμμα ύπνου. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια επικίνδυνη κατάσταση στην οποία οι άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν την έκταση της έλλειψης ύπνου και την επιρρέπειά τους σε ξαφνική νύστα όταν προσπαθούν να οδηγήσουν ή να δουλέψουν αργά τη νύχτα.
Στην έρευνα, που δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘Science Translational Medicine,’ οι ερευνητές υπέβαλαν 9 ενήλικες σε πρόγραμμα μειωμένου ύπνου ισοδύναμου με 5,6 ώρες ύπνου το εικοσιτετράωρο για 3 εβδομάδες.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι αν και οι περισσότεροι συμμετέχοντες ανέκαμψαν μετά από ύπνο 10 ωρών τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα της στέρησης ύπνου παρέμεναν.
Όσοι είχαν χρόνια έλλειψη ύπνου εμφάνισαν εξασθένηση στην επίδοση για κάθε ώρα που περνούσαν ξύπνιοι, γεγονός που τους καθιστούσε ευάλωτους σε λάθη και ατυχήματα, ιδιαίτερα αργά τη νύχτα.
Για παράδειγμα, καθώς αυξανόταν το ποσοστό έλλειψης ύπνου, η επίδοση σε εξετάσεις ανταπόκρισης χειροτέρευε με μεγαλύτερο ρυθμό για κάθε επιπρόσθετη ώρα που περνούσε κάποιος ξύπνιος αν και ο χρόνος ανταπόκρισης ήταν στα φυσιολογικά πλαίσια αμέσως μετά το ξύπνημα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι η έλλειψη ύπνου επηρεάζει τις συνήθειες ύπνου του εγκεφάλου τουλάχιστον με δυο τρόπους. Μια διαδικασία ρύθμισης ύπνου συσσωρεύεται τις ώρες που κάποιος είναι ξύπνιος και η άλλη συσσωρεύεται μέρες ή εβδομάδες στις όποιες υπάρχει έλλειψη ύπνου.
Πηγές: ‘Science Translational Medicine.’s