Ολες οι κλινικές παρατηρήσεις και τα ερευνητικά δεδομένα συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η ψυχική και η σωματική υγεία είναι αλληλένδετες. Για παράδειγμα το 30-40% των καρδιοπαθών παρουσιάζει σημαντικά συμπτώματα κατάθλιψης (Thombs και συν., 2008). Οι καρδιοπαθείς και οι καταθλιπτικοί έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν σε σχέση με αυτούς που πάσχουν από τη μία νόσο, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο στην επιθεώρηση «Heart» και στην οποία αναλύθηκαν τα δεδομένα 6.000 μεσήλικων βρετανών. Ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι η κατάθλιψη πολύ συχνά επιδεινώνει το σωματικό νόσημα μέσα από διάφορους μηχανισμούς και έτσι μπαίνουμε σε φαύλο κύκλο που μπορεί να είναι καταστροφικός .
Στον διαβήτη, π.χ., η κατάθλιψη αυξάνει τον κίνδυνο επικίνδυνων επιπλοκών. Η αποκατάσταση των ασθενών με χρόνια σωματικά νοσήματα βλάπτεται ουσιαστικά όταν συνυπάρχει κατάθλιψη που δεν έχει διαγνωσθεί. Ο ασθενής δεν συνεργάζεται, δεν βοηθά τον γιατρό, δεν βοηθά τον εαυτό του. Πρέπει λοιπόν να γίνεται ”ολιστική” (ψυχοσωματική) αντιμετώπιση των ασθενών και προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η κατάλληλη εκπαίδευση των γιατρών .
Η κατάθλιψη, η «ασθένεια με τα χίλια πρόσωπα» (όπως την ονομάζουν οι ψυχίατροι), εξαπλώνεται σιωπηλά σαν επιδημία στον σύγχρονο κόσμο. Οι επιστήμονες της Παγκόσμιας Ψυχιατρικής Εταιρείας και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας υπολογίζουν ότι θα είναι μέσα στην επόμενη δεκαετία η δεύτερη πιο συχνή αιτία «αναπηριών». Είναι μια ασθένεια που περιλαμβάνει και την ψυχή και το σώμα, όπως λένε οι επιστήμονες της Κλινικής Μάγιο στις ΗΠΑ. Επηρεάζει το πώς αισθάνεται, σκέπτεται και συμπεριφέρεται ο ασθενής. Μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στις καθημερινές δραστηριότητες του ασθενούς ή να τον κάνει να αισθάνεται ότι δεν αξίζει να ζει. Οι γυναίκες, οι διαζευγμένοι, οι άγαμοι, και οι άνεργοι νοσούν συχνότερα. Αν και η μέση και η τρίτη ηλικία πλήττονται περισσότερο από την κατάθλιψη, περίπου 5% των παιδιών και των εφήβων υποφέρει επίσης από τη νόσο.
Δεν είναι ακριβώς γνωστό τι προκαλεί την κατάθλιψη. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι εμπλέκονται πολλοί παράγοντες, όπως βιολογικές διαφορές στον εγκέφαλο, ορμονικές αλλαγές (όπως στην εμμηνόπαυση ή σε διαταραχές του θυρεοειδούς), η κληρονομική προδιάθεση, γεγονότα της ζωής (απώλεια αγαπημένου προσώπου, οικονομικά προβλήματα, υψηλό στρες κ.ά.) και ένα τραυματικό γεγονός στην παιδική ηλικία (π.χ. κακοποίηση από τον γονέα). Πρόσφατες επίσης έρευνες από τον Οργανισμό «Mental Health America» έδειξαν ότι οι άνεργοι έχουν τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν συμπτώματα κατάθλιψης σε σχέση με όσους έχουν δουλειά, ενώ οι άνθρωποι των οποίων οι δουλειές επηρεάστηκαν από την οικονομική κρίση έχουν διπλάσιες πιθανότητες να νοσήσουν από σοβαρή κατάθλιψη.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Αύγουστο στο περιοδικό «Nature» κατεληξε ότι κάποιες περιοχές του εγκεφάλου έχουν καθοριστικό ρόλο στην εκδήλωση κατάθλιψης στα παιδιά και τους εφήβους. Μια άλλη μελέτη εξέτασε απεικονιστικά τους εγκεφάλους 238 νέων πιθήκων και διαπίστωσαν ότι η αυξημένη δραστηριότητα στην αμυγδαλή και στον πρόσθιο ιππόκαμπο προέβλεπαν καταθλιπτική και αγχώδη ιδιοσυγκρασία.
Μια άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην επιθεώρηση «Biological Psychiatry» κατέδειξε ότι οι ορισμένοι άνθρωποι με κατάθλιψη πραγματικά βλέπουν τον κόσμο στις αποχρώσεις του γκρι. Γερμανοί ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Freiburg χρησιμοποίησαν εξετάσεις του αμφιβληστροειδούς και βρήκαν ότι οι πάσχοντες από κατάθλιψη είχαν θεαματικά χαμηλότερη ανταπόκριση στις αντιθέσεις μαύρου – λευκού σε σχέση με όσους δεν έπασχαν από τη νόσο.
Η διατροφή
Πρόσφατες έρευνες συσχετίζουν και τη διατροφή με την κατάθλιψη. Από μελέτη της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (με επικεφαλής την κ. Χ. Χρυσοχόου) σε 673 ηλικιωμένους στην Ικαρία το 2009 διαπιστώθηκε ότι όσοι έτρωγαν περισσότερο ψάρι είχαν χαμηλότερα ποσοστά κατάθλιψης. Επίσης, Ισπανοί ερευνητές από τα Πανεπιστήμια της Ναβάρα και του Λας Πάλμας μελέτησαν 11.000 ανθρώπους και ανακάλυψαν ότι όσοι ακολουθούσαν πιο συστηματικά μεσογειακή διατροφή (με πολλά φρούτα, λαχανικά, ψάρι και όσπρια) είχαν 30% λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν κατάθλιψη σε σχέση με όσους είχαν λίγα τέτοια τρόφιμα στο διαιτολόγό τους _ αν και δεν βρέθηκε το γιατί (η μελέτη δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Archives of General Psychiatry»). Τέλος, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης που παρακολούθησαν επί 10 χρόνια 1.046 γυναίκες, 20-93 ετών, διαπίστωσαν ότι οι διαταραχές της διάθεσης ήταν κατά 50% πιο συχνές σε γυναίκες που τρέφονταν με επεξεργασμένα και λιπαρά τρόφιμα (τσιπς, χάμπουργκερ, μπισκότα, λευκό ψωμί κ.λπ.).