Γερμανοί επιστήμονες πέτυχαν ένα σημαντικό επίτευγμα, καθώς ανέπτυξαν ένα “τσιπάκι” που εμφυτεύεται στον αμφιβληστροειδή του ματιού και επιτρέπει σε τελείως τυφλούς να διακρίνουν σχήματα και αντικείμενα γύρω τους. Η νέα τεχνολογία-θεραπεία μπορεί να γίνει ρουτίνα για μερικά είδη τύφλωσης σε περίπου πέντε χρόνια. Η καινοτομική και πολλά υποσχόμενη συσκευή, που παρουσιάστηκε στο περιοδικό βιολογίας “Proceedings of Royal Society B” της Βασιλικής Εταιρίας επιστημών της Βρετανίας, αναπτύχθηκε από τον καθηγητή Έμπερχαρτ Τσρένερ, πρόεδρο του Οφθαλμολογικού Νοσοκομείου του πανεπιστημίου του Τίμπιγκεν και διευθυντή της εταιρίας Retinal Implant AG, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ, το BBC και τη βρετανική “Ιντιπέντεντ”.
Οφθαλμίατροι χαρακτήρισαν εντυπωσιακό το επίτευγμα και, όπως είπαν, μπορεί να αλλάξει τη ζωή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι υποφέρουν από μια κληρονομική γενετική εκφυλιστική νόσο, τη μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια (retinitis pigmentosa) που προκαλεί τύφλωση και η οποία πλήττει περίπου έναν στους 4.000 ανθρώπους διεθνώς.
Το “τσιπάκι” εμφυτεύεται -με την κατάλληλη χειρουργική επέμβαση- κάτω από τον αμφιβληστροειδή φακό του ασθενούς και αντικαθιστά τους κατεστραμμένους κυτταρικούς φωτο-υποδοχείς. Αφού επιτρέπει την ανίχνευση του φωτός που προσπίπτει στα μάτια, στη συνέχεια χρησιμοποιεί τις φυσικές λειτουργίες επεξεργασίας εικόνας, που διαθέτει το μάτι, για να παράγει μια σταθερή οπτική εικόνα.
Η τετράγωνη συσκευή, που βρίσκεται όλη στο εσωτερικό του ματιού, έχει μήκος και πλάτος μόλις τριών χιλιοστών και πάχος ένα δέκατο του χιλιοστού. Διαθέτει περίπου 1.500 μικροσκοπικούς φωτο-αισθητήρες που συνδέονται με ενισχυτές και ηλεκτρόδια. Μια μικρή μπαταρία τοποθετείται πίσω από το αυτί και τροφοδοτεί με ρεύμα το τσιπ, μέσω ενός μικρού καλωδίου που εμφυτεύεται και αυτό κάτω από το δέρμα.
Μέχρι τώρα υπήρχαν μόνο εμφυτεύματα που τοποθετούνταν πάνω -και όχι κάτω- από τον αμφιβληστροειδή και απαιτούσαν παράλληλα από τον πάσχοντα να φορά μια εξωτερική κάμερα και μια μονάδα επεξεργασίας, δημιουργώντας ένα είδος τεχνητού (βιονικού) ματιού.
Οι πρώτες δοκιμές ήσαν ενθαρρυντικές, καθώς τρεις τυφλοί (δύο άνδρες και μια γυναίκα) ξαναβρήκαν σε ένα βαθμό το φως τους. Τώρα θα ακολουθήσουν νέες δοκιμές σε περισσότερους ανθρώπους (20-50) στην Ευρώπη. Όπως είπε ο γερμανός ερευνητής, η συσκευή επιτρέπει στους πάσχοντες να διαθέτουν αρκετή όραση για να αυτοεξυπηρετούνται στην καθημερινή ζωή τους, καθώς μπορούν πλέον να εντοπίζουν αντικείμενα σε ένα τραπέζι μπροστά τους, καθώς και να περπατούν μέσα στο δωμάτιο μόνοι τους χωρίς να σκοντάφτουν σε εμπόδια.
Ένας μέχρι τώρα τυφλός 44χρονος άνδρας μπόρεσε να διακρίνει επτά διαφορετικές αποχρώσεις του γκρι, να διαβάσει γραμμένο το όνομά του, καθώς επίσης να διακρίνει ανάμεσα σε ένα μαχαίρι, ένα κουτάλι και ένα πιρούνι. Σε μερικούς πάντως πάσχοντες (έγιναν συνολικά εμφυτεύσεις σε 11 άτομα) δεν σημειώθηκε βελτίωση της όρασής τους, καθώς η περίπτωσή τους κρίθηκε πολύ προχωρημένη. Ο καθηγητής οφθαλμολογίας του πανεπιστημίου της Οξφόρδης Ρόμπερτ Μακλάρεν δήλωσε ότι είναι εντυπωσιακή πρόοδος “σε ένα ασθενή, που υπήρξε τυφλός για πολλά χρόνια και δεν μπορούσε να δει τίποτε, να αφυπνίζονται τα οπτικά νεύρα του και να μπορεί πια να ξαναδεί. Είναι ένα εκπληκτικό βήμα, να μπορεί να διαβάζει λίγα γράμματα και να βλέπει σχήματα, κάποιος που ήταν τελείως τυφλός για πολλά χρόνια”.
Όπως είπε ο Τσρένερ, σε δύο έως τρία χρόνια θα έχουν ολοκληρωθεί οι νέες κλινικές δοκιμές και, αν αποδειχτούν επιτυχείς, τότε σε περίπου πέντε χρόνια η συσκευή θα κυκλοφορήσει στην αγορά (παραμένει ακόμα άγνωστο πόσο καιρό θα διαρκεί η λειτουργία του εμφυτεύματος). Δεν απέκλεισε μάλιστα, όπως και ο Μακλάρεν, ότι αν η τεχνολογία αναπτυχθεί περαιτέρω στο μέλλον, κάποια μέρα η συσκευή να μπορεί να αξιοποιηθεί και για τις περιπτώσεις ωχράς κηλίδας, που συνιστά την κύρια αιτία τύφλωσης των ηλικιωμένων.