Μερικά βρέφη και παιδιά δεν τρώνε αλλά… γι’ αυτό ευθύνονται οι μαμάδες. Γονείς και παιδίατροι θα πρέπει να σεβαστούν τους ρυθμούς του παιδιού, επισημαίνει η διευθύντρια του Παιδοψυχιατρικού Τμήματος του Ιπποκράτειου, παιδιοψυχίατρος, Ιωάννα Καραγιαννάκη με αφορμή ομιλία της με θέμα «Και όμως υπάρχουν παιδιά που δεν τρώνε», στην αυριανή 31η Ενημερωτική Ημερίδα που διοργανώνει τη Θεσσαλονίκη η Α΄ Παιδιατρική Κλινική του ΑΠΘ.
«Τα υγιή βρέφη έχουν την ικανότητα να ”γνωρίζουν” πόσο γάλα χρειάζονται σε κάθε γεύμα, αλλά και πόσο συχνά χρειάζονται τα γεύματά τους. Είναι καθήκον της μητέρας, με τη βοήθεια του παιδιάτρου εφ΄όσον χρειάζεται, να αναγνωρίσει τα ”σήματα” που εκπέμπει το βρέφος για να δηλώσει τις ανάγκες του και να ανταποκριθεί με επάρκεια. Όταν τα βρέφη πεινάνε, κλαίνε και όταν χορτάσουν σταματάνε να θηλάζουν ή να καταπίνουν» εξηγεί η κ. Καραγιαννάκη.
Η μητέρα οφείλει να διατηρήσει την ψυχραιμία της και να ακολουθήσει το ρυθμό του βρέφους στην περίπτωση που οι επιθυμίες του βρέφους δεν συμπίπτουν με τις δικές της, εξασφαλίζοντας πάντα ότι το μωρό είναι υγιές. Η «κόντρα» μητέρας- βρέφους για το θέμα του φαγητού καθιστά το γεύμα πεδίο ανταγωνισμού και οδηγεί στην σοβαρή καταστρατήγηση του μεγίστου αναπτυξιακού δικαιώματος του παιδιού.
«Αν η μητέρα εξαναγκάσει το βρέφος να προσλάβει μεγαλύτερη ποσότητα ή αν προσπαθήσει να του καθορίσει διαφορετικές ώρες γευμάτων, του αρνείται το δικαίωμα να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού του και το πιθανότερο είναι να το κάνει νευρικό και γκρινιάρικο και ”δύσκολο” στο φαγητό του. Η νευρικότητα του βρέφους θα πυροδοτήσει το άγχος της μητέρας και το αίσθημα αποτυχίας στη φροντίδα και το άγχος της μητέρας θα επανατροφοδοτήσει τη νευρικότητα του βρέφους και ούτω καθεξής. Η ήρεμη ατμόσφαιρα και το αίσθημα ασφάλειας χάνεται, το γεύμα παύει να είναι θετική δραστηριότητα και αντί για ευκαιρία να μοιραστούν θετικά συναισθήματα ανάμεσα στο βρέφος και τη μητέρα το γεύμα γίνεται πεδίο ανταγωνισμού και προσπάθεια επικράτησης του ενός έναντι του άλλου, δηλαδή μια σοβαρή καταστρατήγηση του μέγιστου αναπτυξιακού δικαιώματος του βρέφους» υπογραμμίζει η παιδοψυχίατρος.
Το πέρασμα από το γάλα στη στερεά τροφή και το τάισμα με το κουτάλι είναι ένας σημαντικός σταθμός για τα μεγαλύτερα βρέφη. «Όλα τα βρέφη δεν είναι έτοιμα να περάσουν στη στερεά τροφή στην ίδια ακριβώς ηλικία με ένα γραμμικό τρόπο. Θα πρέπει πάλι η μητέρα να σεβαστεί τον ρυθμό του βρέφους, να το περιμένει με ψυχραιμία και να αναπτύξει τεχνικές για σταδιακό και αργό πέρασμα για όσο διάστημα χρειαστεί» αναφέρει η κ. Καραγιαννάκη.
Σύμφωνα με την ίδια ο ρόλος του παιδιάτρου είναι ιδιαίτερα σημαντικός για το καθησυχασμό της μητέρας και την καθοδήγηση της σχετικά με τη διατροφή, έχοντας υπ΄ όψη του ότι αυτές οι δυσκολίες είναι δυνατόν να αποτελέσουν την αρχή για σοβαρά προβλήματα διατροφής, που είναι δυνατόν να διαρκέσουν για πολλά χρόνια με πολυεπίπεδες επιδράσεις στη ζωή του παιδιού και στη σχέση του με τη μητέρα τους (γονείς του).
Σύμφωνα με τη κ. Καραγιανάκη εκτός από τους ιδιοσυστατικούς παράγοντες δεν πρέπει να υποτιμηθεί και η ανορεξία που οφείλεται στο άγχος του βρέφους (ενδογενές ή μεταφερόμενο από τη μητέρα) αλλά και η δυσκολία στη διατροφή που είναι δυνατό να είναι σύμπτωμα ψυχοπαθολογίας ή να είναι εκδήλωση δυσμενών συνθηκών ζωής.