Η χρήση κορτικοστεροειδών σχετίζεται με μεγαλύτερο Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) και αυξημένο κίνδυνο για μεταβολικό σύνδρομο στις γυναίκες, σύμφωνα με μια ολλανδική μελέτη που παρουσιάστηκε στο 99ο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας στο Ορλάντο.
Τα κορτικοστεροειδη είναι μια μεγάλη ομάδα χημικών ουσιών (ορμόνες) που παράγονται από το ανθρώπινο σώμα, όπως π.χ. η κορτιζόλη. Η πιο εμφανής παρενέργεια που έχουν είναι η αύξηση της όρεξης με αποτέλεσμα την αύξηση του σωματικού βάρους ενώ μπορούν να προκαλέσουν και ραγάδες στο δέρμα. Η μακροχρόνια χρήση τους μπορεί να προκαλέσει μείωση της πυκνότητας των οστών.
Ερευνητές του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου Erasmus στο Ρότερνταμ, με επικεφαλής την Elisabeth van Rossum, ανέλυσαν δεδομένα που αφορούσαν 140.879 κατοίκους της Ολλανδίας, που είχαν πάρει μέρος στη μελέτη Lifelines Study Cohort.
Οι συμμετέχοντες είχαν απαντήσει σε ερωτηματολόγια για την χρήση φαρμάκων και είχαν ελεγχθεί για συμπτώματα του μεταβολικού συνδρόμου.
Περίπου το 11% του δείγματος είχε κάνει χρήση κορτικοστεροειδών (15.328 άτομα) και από αυτούς το 50% είχε πάρει εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή.
Οι ερευνητές παρατήρησαν μια «αξιοσημείωτα ισχυρή σχέση» μεταξύ μεταβολικού συνδρόμου και κορτικοστεροειδών στις γυναίκες. Οι άνδρες που είχαν πάρει κορτικοστεροειδή δεν διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο μεταβολικού συνδρόμου αλλά οι γυναίκες είχαν 140% μεγαλύτερο κίνδυνο.
Τα εισπνεόμενα
Δεν είναι σαφές γιατί υπήρξε αυτή η συσχέτιση μόνο για τις γυναίκες. Ένας από τους λόγους θα μπορούσε να είναι ότι οι γυναίκες είναι πιο προσκολλημένες στη χρήση των φαρμάκων τους. Μια άλλη εξήγηση θα μπορούσε να είναι η διαφορά που υπάρχει στο σωματικό λίπος μεταξύ ανδρών και γυναικών – οι άνδρες είναι πιο πιθανό να έχουν λίπος γύρω από τη μέση. Τα κορτικοστεροειδή αυξάνουν το σωματικό λίπος, και ενδεχομένως να έχουν διαφορετική επίδραση στα δύο φύλα όσον αφορά την παχυσαρκία. Με τη σειρά του, το σωματικό λίπος σχετίζεται με το μεταβολικό σύνδρομο.
Οι γυναίκες που είχαν λάβει κορτικοστεροειδή είχαν επίσης μεγαλύτερη άνοδο στο ΔΜΣ σε σχέση με τους άνδρες (0,43 kg/m² έναντι 0,04 kg/m²).
Τα παραπάνω αποτελέσματα υπήρχαν τόσο για τα συστημικά κορτικοστεροειδή, δηλαδή αυτά που λαμβάνονται από το στόμα ή με ένεση, όσο και για τις τοπικές μορφές (αλοιφές, οφθαλμικές σταγόνες, ρινικά σπρέι και εισπνεόμενα). Ωστόσο, μεταξύ των τοπικών κορτικοστεροειδών, τα εισπνεόμενα ήταν αυτά που προκαλούσαν τη συσχέτιση.
Να σημειωθεί ότι τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή χορηγούνται συνήθως για την θεραπεία του άσθματος και άλλων αναπνευστικών παθήσεων. Μάλιστα, η χρήση τους τα τελευταία χρόνια έχει παρουσιάσει αύξηση.
«Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή έχουν μεγαλύτερες επιπτώσεις απ’ ότι πιστεύαμε μέχρι σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να παρακολουθούμε πιο στενά τις παρενέργειες που έχουν και ίσως πρέπει να είμαστε πιο αυστηροί στην συνταγογράφησή τους, ειδικά όταν πρόκειται για γυναίκες με υψηλό κίνδυνο μεταβολικού συνδρόμου», ανέφερε η Rossum.