Του Ζήση Ψάλλα
Μεγάλο μέρος των διαγνωστικών μηχανημάτων που διαθέτει η χώρα μας είναι κοντά στο “τέλος της ζωής τους” κι αυτό έχει επιπτώσεις όχι μόνο για τη σωστή διάγνωση των ασθενειών και άρα για την υγεία των Ελλήνων αλλά και στα οικονομικά του δημοσίου.
Δεν είναι μυστικό ότι λόγω της μεγάλης έλλειψης χρημάτων τα τελευταία οκτώ χρόνια, υπήρξε αποεπένδυση στον ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό των δημόσιων νοσοκομείων. Μάλιστα αρκετές από τις προμήθειες έχουν γίνει με δωρεές ή με κοινοτικά κονδύλια. Το αποτέλεσμα είναι πολλά διαγνωστικά μηχανήματα να είναι σήμερα παλιά, να μην συντηρούνται σωστά και να τίθενται εκτός λειτουργίας για μέρες. Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ) τουλάχιστον 16 νοσοκομεία δεν διαθέτουν αξονικό τομογράφο και περίπου 25 διαθέτουν τομογράφους παλιάς τεχνολογίας.
Αυτό που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό είναι ότι και ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα δεν παρουσιάζει μια καλή εικόνα τα τελευταία χρόνια, καθώς αντί να εισάγει καινούργια διαγνωστικά μηχανήματα, αγοράζει ως “επένδυση” τον απαρχαιωμένο εξοπλισμό της Ευρώπης. Έτσι, μπορεί η Ελλάδα να έχει πάρα πολλά διαγνωστικά μηχανήματα αναλογικά με τον πληθυσμό της -π.χ. είμαστε η πρώτη χώρα σε μαστογράφους στην Ευρώπη- αλλά οι εξεταζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν “ωκεανό σαβούρας” και χρειάζεται να χάσουν αρκετό χρόνο κάνοντας έρευνα αγοράς για να εντοπίσουν ποιο ιατρικό κέντρο έχει ποιοτικά μηχανήματα.
Τα παλιά μηχανήματα δεν είναι πάντα ικανά να δώσουν σαφή απεικόνιση αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο του διαγνωστικού λάθους. H ιατρική διάγνωση είναι εξαιρετικά επιρρεπής σε σφάλματα. Ο Arthur Elstein, ένας γνωστικός ψυχολόγος που αφιέρωσε την καριέρα του στο “πώς σκέφτονται οι γιατροί” κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το 10-15% των ιατρικών διαγνώσεων είναι λάθος. Στην περίπτωση των διαγνωστικών απεικονίσεων τα πράματα είναι καλύτερα αλλά θεωρείται πως τα λάθη είναι πάνω από το 4% παγκοσμίως.
Στην Ελλάδα είναι συχνό το φαινόμενο να επαναλαμβάνονται οι απεικονιστικές εξετάσεις, γιατί οι προηγούμενες δεν ήταν “καθαρές”. Κατά μια εμπειρική εκτίμηση, στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο «Αττικόν», ζητείται η επανάληψη των απεικονιστικών εξετάσεων που έχουν γίνει εκτός του νοσοκομείου σε ποσοστό που φτάνει το 20%. Εκτός από χάσιμο χρόνο και ταλαιπωρία, αυτό σημαίνει και μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση λόγω της αυξημένης συνταγογράφησης, τόσο για το κράτος όσο και για τους πολίτες.

Κωνσταντίνος Δεληγιάννης, γενικός διευθυντής της General Electric Healthcare Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
“Ο ΕΟΠΠΥ είναι ίσως ο πιο γενναιόδωρος οργανισμός του κόσμου αφού πληρώνει ακόμα και για εξετάσεις που γίνονται σε ‘αρχαία’ μηχανήματα κάτι που δεν συμβαίνει πουθενά αλλού”, λέει ο Κωνσταντίνος Δεληγιάννης, γενικός διευθυντής της General Electric Healthcare Νοτιοανατολικής Ευρώπης. “Στη Ρουμανία, αν ένα διαγνωστικό μηχάνημα ξεπεράσει τα 10 χρόνια ζωής, που σημαίνει ότι η απεικονίσεις του δεν έχουν πλέον την ίδια ποιότητα με ένα σύγχρονο μηχάνημα, η εξέταση αποζημιώνεται με μικρότερο ποσοστό και αν το μηχάνημα είναι πάνω από 15 χρόνια δεν υπάρχει καμία αποζημίωση. Αλλά στην Ελλάδα συνεχίζουμε να αγοράζουμε μεταχειρισμένα μηχανήματα και να τα εγκαθιστούμε, όταν στην γειτονική Τουρκία κάτι τέτοιο απαγορεύεται. Κάθε πέντε χρόνια τα μηχανήματα είναι πολύ διαφορετικά. Ένα διαγνωστικό μηχάνημα του 2018 δεν έχει καμία σχέση με αυτό του 2008. Για παράδειγμα, υπάρχει τεράστια βελτίωση στο software και στα φίλτρα ακτινοβολίας των αξονικών τομογράφων με αποτέλεσμα να έχει περιοριστεί δραστικά η ακτινοβολία. Κάποτε μια αξονική θώρακος είχε 100 φορές περισσότερη ακτινοβολία από την ακτινογραφία θώρακος και τώρα έχει την ίδια ή και μικρότερη”.
Τα άλματα που γίνονται στην ιατρική τεχνολογία δεν τα βλέπουμε εύκολα σε άλλους κλάδους αλλά η Ελλάδα, λόγω της κρίσης, έχει μείνει πολύ πίσω σ’ αυτόν τον τομέα. Μ’ αυτή την κατάσταση όμως, ο ιατρικός τουρισμός, για τον οποίο έχει γίνει πολύς λόγος τα τελευταία χρόνια κινδυνεύει να ακούγεται ως ανέκδοτο. Δεδομένου ότι οι Έλληνες γιατροί έχουν καλή φήμη, κάποιοι πιστεύουν ότι ο ωραίος καιρός και οι θάλασσες μπορούν να προσελκύσουν κατοίκους άλλων χωρών για να κάνουν τις ιατρικές τους εξετάσεις, τυλίγοντας στο πακέτο την ιδέα της Μεσογειακής Διατροφής και την ιστορία της Ελλάδας.
Αλλά οι ιατρικοί επισκέπτες δεν έχουν καμία σχέση με τους κλασικούς τουρίστες και αυτό που θέλουν πάνω από όλα είναι να επισκεφθούν ένα καλά οργανωμένο νοσοκομείο που εμπιστεύονται, μεταξύ άλλων, και για τις διαγνωστικές εξετάσεις του. Υπολογίζεται ότι περί τους 300.000 Ρουμάνους ταξιδεύουν κάθε χρόνο έξω από τη χώρα τους για ιατρικούς σκοπούς αλλά η Ελλάδα δεν έχει κερδίσει το ενδιαφέρον τους, τη στιγμή που το έχει καταφέρει η Τουρκία.
Ο ιατροτεχνολογικός εξοπλισμός αξιολογείται σήμερα από μια υπηρεσία του “Δημόκριτου” που ελέγχει τα απολύτως απαραίτητα. Ένας ποιοτικός έλεγχος θα μπορούσε να βάλει φρένο στον μεγάλο αριθμό των απεικονιστικών εξετάσεων και η ευκαιρία δίνεται με την επιτροπή αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας που προωθεί η κυβέρνηση. Φαίνεται όμως πως ο στόχος είναι κυρίως τα φάρμακα προκειμένου να ελεγχθεί η φαρμακευτική δαπάνη. Ωστόσο, η αξιολόγηση των τεχνολογιών υγείας ξεκίνησε από τα μηχανήματα για να επεκταθεί στη συνέχεια και στα χάπια, όπου το πεδίο είναι ασαφές. Η αξιολόγηση τεχνολογιών υγείας θα μπορούσε να συνδέσει την αποζημίωση των διαγνωστικών υπηρεσιών με την ποιότητά τους μειώνοντας το κόστος και αυξάνοντας το όφελος για την υγεία των πολιτών.