Ημικρανία και διατροφή: Δεν επηρεάζονται όλοι από τις ίδιες τροφές

Γράφουν οι Δρ. Μιχαήλ Βικελής, Νευρολόγος και Δρ. Κωνσταντίνος Ξένος, διατροφολόγος (το κείμενο είναι προσαρμογή από το άρθρο Ημικρανία, διατροφή και τροφική δυσανεξία και από το σχετικό κεφάλαιο στο βιβλίο “Ημικρανία και άλλες Κεφαλαλγίες” έκδοση του Συλλόγου Ασθενών με Ημικρανία και Κεφαλαλγία Ελλάδος, Αθήνα, 2021). 

Τα γονίδια είναι σημαντικά, αλλά δεν είναι τα πάντα στην ημικρανία. Αλλά σε αντίθεση με ορισμένες άλλες παθήσεις, όπου αν κάποιος έχει το υπεύθυνο γονίδιο, σίγουρα θα εμφανίζει την πάθηση, τις περισσότερες φορές στην ημικρανία τα γονίδια απλά δημιουργούν την προδιάθεσή για εμφάνιση ημικρανικών κρίσεων.

Διάφοροι παράγοντες -μεταξύ των οποίων και η διατροφή, οι οποίοι αποκαλούνται «εκλυτικοί», μπορεί να πυροδοτήσουν μία κρίση ημικρανίας, σε άτομα που έχουν την προδιάθεση. Είναι εντυπωσιακό πως ακόμη και σε διδύμους που έχουν ακριβώς ίδιο γενετικό υλικό (και πανομοιότυπη εξωτερική εμφάνιση), μπορεί ο ένας να έχει ημικρανία, ενώ ο άλλος όχι ή, αν έχουν και οι δύο ημικρανία, να υπάρχει σημαντική διαφορά στην συχνότητα, ένταση αλλά και στα γενικότερα χαρακτηριστικά της πάθησης. Η παρατήρηση αυτή αποδεικνύει το σημαντικό ρόλο των εκλυτικών παραγόντων στην ημικρανία.

Αν ανατρέξει κανείς σε ιατρικά βιβλία ή αντίστοιχούς δικτυακούς τόπους, θα δει ότι μεταξύ των πιο συχνά αναφερόμενων εκλυτικών παραγόντων περιγράφονται πολλοί: οι γυναικείες ορμόνες (πολλές γυναίκες παρατηρούν ότι οι κρίσεις έρχονται σε συγκεκριμένα σημεία του κύκλου), τροφές αλλά και άλλοι παράγοντες, όπως η έντονη κόπωση, το άγχος, το έντονο φως, οι οσμές, η στέρηση ύπνου, η αλλαγή του καιρού, και πολλοί άλλοι.

Αποτελέσματα Πανελλήνιας έρευνας του Συλλόγου Ασθενών με Ημικρανία και Κεφαλαλγία Ελλάδος (2018). Στρες/ πίεση/ στεναχώρια, ορμονικές μεταβολές, καιρικές συνθήκες και μη κανονικά ωράρια ύπνου αναφέρονται ως κυριότεροι πυροδοτικοί παράγοντες.

Πρέπει να τονιστεί ότι κάποιος παράγοντας μπορεί να προκαλεί κρίση ημικρανίας σε κάποιον άνθρωπο και να μην έχει καμία επίδραση σε κάποιον άλλο. Οι εκλυτικοί παράγοντες, δηλαδή, δεν είναι απαραίτητο ότι προκαλούν ημικρανία σε όλους τους ημικρανικούς. Επίσης, πολλές φορές δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε κάποιον συγκεκριμένο εκλυτικό παράγοντα για τις κρίσεις κάποιου ατόμου. Όλα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία, γιατί πολλές φορές οι γιατροί δίνουν την συμβουλή σε κάποιον άνθρωπο με ημικρανίες να αποφεύγει διάφορα πράγματα, τα οποία όμως μπορεί να μην έχουν καμία επίδραση στον συγκεκριμένο. Η χρήση του ημερολογίου κεφαλαλγίας μπορεί να βοηθήσει στη διαλεύκανση του ποιοι είναι οι εκλυτικοί παράγοντες σε κάθε συγκεκριμένο άνθρωπο με ημικρανία, ενώ οι γιατροί καλό είναι να αποφεύγουν τις «γενικές» συμβουλές για αλλαγή τρόπου ζωής.

Ο ρόλος της διατροφής στην ημικρανία

Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός πως η ισορροπημένη διατροφή αποτελεί σημείο αναφοράς για την υγεία και την εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού μας. Στην περίπτωση όμως της ημικρανίας, μπορεί πράγματι η διατροφή να διαδραματίσει κάποιον θετικό ρόλο ως προς την αντιμετώπιση της; Υπάρχουν έγκυρα επιστημονικά δεδομένα που να υποδεικνύουν την ανάγκη για συγκεκριμένες διατροφικές οδηγίες; Η ημικρανία μπορεί να οφείλεται στη διατροφή μας;

Αν και δεν γνωρίζουμε όλες τις λεπτομέρειες για το πως προκαλείται η ημικρανία, τα επιστημονικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι ο εγκέφαλος των ανθρώπων με ημικρανία είναι λίγο διαφορετικός από των υπολοίπων ανθρώπων και συγκεκριμένα είναι πιο «ευαίσθητος» σε κάποια ερεθίσματα. Έτσι, ένα ερέθισμα που σε έναν άνθρωπο χωρίς ημικρανία δεν προκαλεί κάποια αντίδραση, σε κάποιον με ημικρανία ενδέχεται να προκαλέσει μία έντονη αντίδραση, δηλαδή μία κρίση ημικρανίας (με πόνο και όλα τα άλλα συμπτώματα).

Αυτή η «υπεραντιδραστικότητα» του εγκεφάλου των ανθρώπων με ημικρανία οφείλεται σε γενετικούς λόγους, δηλαδή, στα γονίδια μας. Ωστόσο, αξίζει να μνημονεύσουμε τη ρήση της Judith Stern που υπήρξε καθηγήτρια διατροφής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, η οποία τόνισε την αλληλένδετη σχέση γονιδίων – περιβάλλοντος με τη φράση “genetics loads the gun but the environment pulls the trigger”, δηλαδή τα γονίδια οπλίζουν για την εμφάνιση μιας κατάστασης, αλλά οι περιβαλλοντικοί παράγοντες τραβούν εν τέλει τη σκανδάλη!

Έτσι λοιπόν και στην ημικρανία, το γενετικό προφίλ καθορίζει το επίπεδο αντίδρασης του εγκεφάλου, όμως συγκεκριμένοι εκλυτικοί παράγοντες, μεταξύ των οποίων και τροφικά «ερεθίσματα», πυροδοτούν την εμφάνιση της. Κρατείστε λοιπόν ότι η ημικρανία δεν έχει αιτία στη διατροφή μας, αλλά συχνά κάποιες διατροφικές συνήθειες πυροδοτούν την εμφάνιση ημικρανικών κρίσεων σε εκείνα τα άτομα με την ανάλογη γενετική προδιάθεση.

Τροφές «ένοχες» για κρίσεις ημικρανίας σε άτομα με ανάλογη προδιάθεση

Εδώ και πάρα πολλά χρόνια υπάρχουν αναφορές ότι συγκεκριμένες τροφές και ροφήματα ή ποτά μπορούν να παίξουν το ρόλο του εκλυτικού παράγοντα για την εμφάνιση ημικρανικών κρίσεων, σε ανθρώπους με τη σχετική γενετική προδιάθεση. Κάθε φορά που θα αναφερόμαστε σε τροφές ή συστατικά της τροφής που ενοχοποιούνται για κρίσεις ημικρανίας, εννοούμε αποκλειστικά και μόνον για άτομα με την ανάλογη γενετική προδιάθεση. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι οποιοσδήποτε έχει ημικρανίες πρέπει να θεωρεί «ένοχες» τις τροφές αυτές…

Η κατανάλωση σοκολάτας, τυριών, εσπεριδοειδών, αλκοόλ, ασπαρτάμης (τεχνητής γλυκαντικής ουσίας που θα βρείτε σε πολλά light τρόφιμα), γλουταμινικού μονονατρίου (ενισχυτικό γεύσης που υπάρχει σε βιομηχανοποιημένα τρόφιμα, αλλά χρησιμοποιείται και στην κινέζικη κουζίνα) και γαλακτοκομικών προϊόντων έχουν συσχετιστεί με την εμφάνιση ημικρανιών. Η καφεΐνη φαίνεται να κατέχει διττό ρόλο και να λειτουργεί είτε ως διεγέρτης του φαινόμενου (όταν καταναλώνεται σε μεγάλες ποσότητες) είτε ως αναστολέας (όταν καταναλώνεται σε δόσεις έως 200 mg την ημέρα).

Από τους πιο πάνω εκλυτικούς παράγοντες, η διακοπή της καφεΐνης και η κατανάλωση γλουταμινικού μονονατρίου υποστηρίζονται ως «ένοχοι» από αρκετές μελέτες, για την ασπαρτάμη υπάρχουν διφορούμενες μελέτες, ενώ για το αλκοόλ και τα τυριά οι μελέτες παρατήρησης καταλήγουν σε κάποιες μέτριες και όχι ισχυρές ενδείξεις.

Οι πιο σημαντικοί διατροφικοί παράγοντες που εμπλέκονται στην εμφάνιση ημικρανιών είναι η παράλειψη γευμάτων και η «ακαταστασία» σε επίπεδο συχνότητας λήψης τροφής, καθώς και η διακοπή της καφεΐνης.
Για την σοκολάτα, τα επιστημονικά στοιχεία δεν καταλήγουν σε ξεκάθαρα αποτελέσματα, με χαρακτηριστική μια μελέτη Αμερικανών ερευνητών πριν από πολλά χρόνια, που κατέληξε πως η σοκολάτα δεν αυξάνει το ρίσκο για εκδήλωση ημικρανίας σε ημικρανικούς ασθενείς, συγκρίνοντας την με το χαρούπι που χρησιμοποιήθηκε ως placebo (ψευδοφάρμακο). Την ίδια στιγμή, η παράλειψη γευμάτων, μια διατροφή πολύ πλούσια σε λίπος αλλά και η ανεπαρκής ενυδάτωση, φαίνεται ότι διαδραματίζουν τον δικό τους ρόλο στην εκδήλωση των συμπτωμάτων.

Αν, στηριζόμενοι σε επιστημονικά στοιχεία (που θα πρέπει να σημειώσουμε πως επειδή βασίζονται κυρίως σε αναφορές πασχόντων και λιγότερο σε επιστημονικές μεθοδολογίες παρέμβασης, δεν είναι ιδιαίτερα ισχυρά), προσπαθούσαμε να αναδείξουμε τους δύο πιο σημαντικούς διατροφικούς παράγοντες που εμπλέκονται στην εμφάνιση ημικρανιών, τότε θα μιλάγαμε πρώτα για την παράλειψη γευμάτων και την «ακαταστασία» σε επίπεδο συχνότητας λήψης τροφής (με τα μεγάλα διαστήματα χωρίς τροφή και τα υπερβολικά σε όγκο γεύματα να δεσπόζουν στα αίτια) και σε δεύτερο επίπεδο, για τη διακοπή της καφεΐνης.

Εν κατακλείδι, επειδή άλλο ενδείξεις και άλλο αποδείξεις, σημειώστε πως καμία συγκεκριμένη τροφή δεν έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να προκαλέσει κρίση ημικρανίας σε όλους ανεξαιρέτως τους ημικρανικούς. Συνεπώς, οι ειδικοί πρέπει να είναι προσεκτικοί πριν προβούν σε απαγορεύσεις τροφών, αλλά και οι ασθενείς δεν πρέπει να κάνουν αλλαγές στις διατροφικές τους συνήθειες, επειδή διάβασαν κάπου ότι μια τροφή ενδέχεται να τους βλάπτει. Η συσχέτιση λήψης συγκεκριμένης τροφής και πρόκλησης ημικρανικής κρίσης καλό είναι να τεκμηριώνεται εξατομικευμένα μέσα από την τήρηση ενός ημερολογίου κεφαλαλγιών.

Σχετίζεται η ημικρανία με τροφική αλλεργία, δυσανεξία ή υπερευαισθησία;

Λόγω της έντονης παραπληροφόρησης για τα τεστ δυσανεξίας αλλά και της «μόδας» να αποδίδονται πολλές παθήσεις σε αλλεργίες, δυσανεξίες και υπερευαισθησίες, αξίζει να διευκρινίσουμε τις διαφορές μεταξύ των όρων που προαναφέρθηκαν, θωρακίζοντας με γνώση όλους τους ασθενείς. Υπάρχουν λοιπόν περιπτώσεις όπου το ανοσοποιητικό μας σύστημα, η άμυνα του οργανισμού μας, «επιτίθεται» στους ίδιους του τους ιστούς, προκαλώντας βλάβες. Αυτό συμβαίνει όταν χωρίς να υπάρχει λοιμωξιογόνος παράγοντας, αναπτύσσεται μια υπερδραστήρια απάντηση του ανοσοποιητικού μας συστήματος. Οι συνέπειες που προκαλεί αυτή η απάντηση, αναφέρονται ως αντιδράσεις υπερευαισθησίας. Υπάρχουν 4 τύποι αντιδράσεων υπερευαισθησίας: υπερευαισθησία τύπου Ι (η γνωστή κλασική αλλεργία, μεσολαβούν τα IgE αντισώματα), υπερευαισθησία τύπου ΙΙ (μεσολαβούν τα IgG και IgM αντισώματα αντιδρώντας με αντιγόνα στα κύτταρα συγκεκριμένων ιστών), υπερευαισθησία τύπου ΙΙΙ (μεσολαβούν τα IgG αντισώματα αντιδρώντας με αντιγόνα στην κυκλοφορία του αίματος και καταλήγοντας στη δημιουργία ανοσοσυμπλεγμάτων σε διάφορους ιστούς) και υπερευαισθησία τύπου ΙV (μεσολαβούν 3 ομάδες Τ- λεμφοκυττάρων). Αντιθέτως, σε μια τροφική δυσανεξία, όπως η δυσανεξία στη λακτόζη, δεν υπάρχει εμπλοκή του ανοσοποιητικού, αλλά αδυναμία (μερική ή ολική) παραγωγής ενός ενζύμου (λακτάση) απαραίτητου για την πέψη του σακχάρου του γάλακτος.

Τα λεγόμενα τεστ διατροφικής «δυσανεξίας» που κυκλοφορούν στο εμπόριο, ανευρίσκουν τις τροφές εκείνες που δημιουργούν στον οργανισμό μας υπερευαισθησία από τα παραγόμενα αντισώματα IgG (και τους 4 τύπους αντισωμάτων IgG) και ίσως θα ήταν σωστό να χαρακτηρίζονται ως τεστ υπερευαισθησίας και όχι «δυσανεξίας».
Κάποιοι ερευνητές θεωρούν πως μια υπερευαισθησία τύπου ΙΙΙ, η οποία μπορεί να πυροδοτηθεί από τροφικά αντιγόνα, οδηγεί σε έξαρση των ημικρανιών τόσο ως προς τη δριμύτητα, όσο και ως προς τη συχνότητα τους. Οι επιστημονικές μελέτες που συνηγορούν πως ο αποκλεισμός των τροφών που δημιουργούν σε ένα άτομο παραγωγή IgG αντισωμάτων (έτσι όπως αυτές υποδεικνύονται από τα λεγόμενα τεστ «δυσανεξίας») μπορεί να παίξει θετικό ρόλο στην αντιμετώπιση των ημικρανιών είναι λίγες και σίγουρα όχι ικανές να θέσουν τα τεστ «δυσανεξίας» στη φαρέτρα του ειδικού.

Απαιτούνται και άλλες, καλά στοιχειοθετημένες μελέτες προτού καταλήξουμε σε σαφή συμπεράσματα για τις τροφικές υπερευαισθησίες και τις ημικρανίες. Σε κάποιες εξαιρέσεις και με την υπόδειξη του νευρολόγου που εκτιμά πλήρως την κλινική εικόνα, ίσως η παραπομπή για κάποιο αξιόπιστο τεστ να έχει νόημα (πχ σε περιπτώσεις ημικρανικών ασθενών που παρατηρείται ηωσηνοφιλία).  Γενικώς όμως και απροσδιορίστως, μια οδηγία προς τους ημικρανικούς ασθενείς κάντε τεστ «δυσανεξίας» και αποκλείστε από τη διατροφή σας τις υποδεικνυόμενες τροφές, είναι άτοπη και ενδέχεται να οδηγήσει σε σημαντικές διατροφικές ελλείψεις, με περαιτέρω επιπτώσεις στην υγεία τους.

Είναι η κετογονική διατροφή μια αποτελεσματική παρέμβαση για τις ημικρανίες;

Το 1921 ο R. M. Wilder στη φημισμένη Mayo Clinic, πρότεινε για τη θεραπεία της επιληψίας μια δίαιτα η οποία μπορούσε να μιμηθεί τις βιοχημικές αλλαγές που συμβαίνουν στη νηστεία (οξέωση, αφυδάτωση, κέτωση). Βασική ένδειξη για την εφαρμογή κετογονικής δίαιτας στην επιληψία, ήταν και εξακολουθεί να είναι η παρουσία επιληπτικών κρίσεων, οι οποίες είναι δύσκολο να περιοριστούν ακόμα και με συνδυαστική φαρμακευτική αγωγή. Μόλις 7 χρόνια αργότερα (το 1928) έχουμε την δημοσίευση των αποτελεσμάτων της εφαρμογής κετογονικής δίαιτας σε μεμονωμένους ημικρανικούς ασθενείς. Το 50% των ημικρανικών ασθενών που εφάρμοσαν τη δίαιτα ανέφεραν κάποια βελτίωση. Από τότε μέχρι σήμερα υπάρχουν δημοσιευμένα αρκετά έγκυρα επιστημονικά στοιχεία, που καταλήγουν σε θετική έκβαση για τους ημικρανικούς ασθενείς, μετά από εφαρμογή κετογονικής δίαιτας.

Ο ακριβής μηχανισμός δράσης της κετογονικής δίαιτας στη μείωση των κρίσεων ημικρανίας δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί, παραταύτα τα κετονικά σώματα (ακετοξικό οξύ, β-υδροξυβουτυρικό οξύ και ακετόνη), τα οποία δημιουργούνται στο ήπαρ από τον μεταβολισμό των λιπαρών οξέων υπό συνθήκες μειωμένης γλυκόζης ορού, φαίνεται να αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της αποτελεσματικότητας της δίαιτας.

Η έναρξη, όπως και η διακοπή (σε περιπτώσεις στις οποίες δεν παρατηρείται αξιόλογη βελτίωση των κρίσεων) της κετογονικής δίαιτας, πρέπει να γίνεται σταδιακά ακολουθώντας συγκεκριμένο πρωτόκολλο. Η εφαρμογή κετογονικής δίαιτας στην ημικρανία, απαιτεί την άρτια εκπαίδευση του ασθενούς ή/και του οικογενειακού του περιβάλλοντος και βέβαια τη συνεχή εκτίμηση, από μέρους του ειδικού νευρολόγου και του κλινικού διαιτολόγου που συνέταξε τη δίαιτα, συγκεκριμένων βιοχημικών εξετάσεων και μετρήσεων των επιπέδων των κετονών στο αίμα και τα ούρα, ώστε να μειωθεί το ενδεχόμενο για εμφάνιση παρενεργειών.

Καταλήγοντας, πρέπει να τονισθεί πως η κετογονική δίαιτα δεν είναι lifestyle. Αποτελεί διατροφική παρέμβαση «φαρμακευτικού» τύπου και έχει συγκεκριμένες ενδείξεις, ενέργειες και παρενέργειες. Το αν αξίζει ένας ημικρανικός ασθενής να ακολουθήσει κετογονική δίαιτα ή όχι, αποτελεί πεδίο προσωπικής συζήτησης με τον θεράποντα νευρολόγο του, ο οποίος μπορεί να αξιολογήσει εξατομικευμένα τα δεδομένα και τα ζητούμενα.

Η παχυσαρκία συνδέεται με την εμφάνιση ημικρανιών;

Το 2003 αναφέρθηκε για πρώτη φορά από ομάδα ερευνητών ότι η παχυσαρκία μπορεί να συνδέεται με την εμφάνιση χρόνιων καθημερινών πονοκεφάλων. Στη μελέτη των συγκεκριμένων ερευνητών, τα παχύσαρκα άτομα φάνηκε πως είχαν 5 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν χρόνιους πονοκέφαλους σε καθημερινή βάση, σε σχέση με τα άτομα φυσιολογικού βάρους. Από τότε έως σήμερα, το συγκεκριμένο πεδίο συσχέτισης σωματικού βάρους και ημικρανιών, αποτελεί αντικείμενο μελέτης. Οι περισσότερες επιστημονικές μελέτες καταλήγουν πως η απώλεια βάρους οδηγεί σε μείωση της έντασης και της συχνότητας των ημικρανιών σε παχύσαρκες γυναίκες, φέρνοντας στην επιφάνεια ένα ακόμη θετικό αποτέλεσμα του αδυνατίσματος.

Η εξήγηση πίσω από τα πιθανά ευεργετικά αποτελέσματα που επιφέρει η απώλεια λιπώδους ιστού, φαίνεται να σχετίζεται με τη μείωση φλεγμονωδών παραγόντων, ακριβώς των ιδίων που βρίσκουμε ανεβασμένους κατά τη διάρκεια των ημικρανικών κρίσεων. Όπως και να έχει, η απώλεια λιπώδους ιστού σε παχύσαρκους ασθενείς με ημικρανίες πρέπει να ενθαρρύνεται.

Δείτε επίσης