Το ψήσιμο κρέατος ρυπαίνει την ατμόσφαιρα της Αθήνας

Μελέτη του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΙΕΠΒΑ) του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικών Χημικών Διεργασιών του Πανεπιστημίου Κρήτης, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Atmospheric Chemistry and Physics, εξέτασε την επίδραση που έχει το μαγείρεμα και ειδικότερα το ψήσιμο κρέατος στην ατμόσφαιρα της Αθήνας.

Η μελέτη παρακολούθησε την ποιότητα της ατμόσφαιρας των Αθηνών την τελευταία πενταετία και βρήκε ότι το μαγείρεμα και κυρίως το ψήσιμο κρέατος συνεισφέρει σε ετήσια βάση περίπου το 10-15% της συνολικής μάζας του οργανικού αερολύματος της Αθήνας. Το ποσοστό είναι ανάλογο με εκείνο της κίνησης των αυτοκινήτων (15%), βρήκαν οι Έλληνες επιστήμονες.

Μάλιστα κάθε χρονιά, την Τσικνοπέμπτη, όταν παραδοσιακά το ψήσιμο μονοπωλεί τη βραδινή δραστηριότητα των κατοίκων της πόλης, η συνεισφορά του ψησίματος στη μάζα του οργανικού αερολύματος τριπλασιάζεται, ξεπερνώντας το 45% και επιβαρύνοντας την ποιότητα της ατμόσφαιρας σε αερολύματα ή αιωρούμενα σωματίδια.

Παρόμοια αποτελέσματα έχουν παρατηρηθεί και σε άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, όπως το Παρίσι, όπου η συνεισφορά του μαγειρέματος στη συνολική οργανική μάζα εκτιμάται σε 17% (το μεσημέρι αγγίζει το 35%). Επίσης 17% είναι στη Βαρκελώνη, 27% στο Λονδίνο, 19% στο Μάντσεστερ και 10-15% στη Ζυρίχη.

Τα αερολύματα στον ατμοσφαιρικό αέρα παράγονται από φυσικές πηγές όπως η θάλασσα, το έδαφος και η βλάστηση, καθώς επίσης από ανθρωπογενείς πηγές όπως οι καύσεις των ορυκτών καυσίμων και οι πυρκαγιές, παίζοντας σημαντικό ρόλο στο κλίμα και στην ανθρώπινη υγεία.

Εκτιμάται ότι περίπου 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν πρόωρα από τα αιωρούμενα σωματίδια, τα οποία αποτελούν σημαντικότερη αιτία θανάτου και από το κάπνισμα.

Τα οργανικά αερολύματα, σύμφωνα με τους ερευνητές, αποτελούν συχνά το μεγαλύτερο κομμάτι της μάζας των πολύ μικρών αερολυμάτων, των σωματιδίων με διάμετρο μικρότερη του ενός εκατομμυριοστού του μέτρου (ΡΜ1). Στις ηπειρωτικές περιοχές τα οργανικά συστατικά συνεισφέρουν από 40% ως 60% στη συνολική μάζα των σωματιδίων με διάμετρο μικρότερη των 2,5 εκατομμυριοστών του μέτρου (ΡΜ2.5), ενώ στις δασικές τροπικές περιοχές το ποσοστό τους μπορεί να φθάσει το 90%.

Χάρη στην ανάπτυξη τεχνολογιών όπως η φασματομετρία μάζας αερολυμάτων, έχει πια καταστεί εφικτός σε πραγματικό χρόνο ο υπολογισμός της συνεισφοράς των συγκεκριμένων επιμέρους πηγών των οργανικών αερολυμάτων, όπως είναι η κυκλοφορία των αυτοκινήτων, η βλάστηση και η ατμοσφαιρική γήρανση των πρωτογενών εκπομπών (δευτερογενή οργανικά αερολύματα).

Οι Έλληνες ερευνητές εξέτασαν κατά τη διάρκεια τεσσάρων ετών (2014, 2017, 2018 και 2019) τη σύσταση της ατμόσφαιρας την Τσικνοπέμπτη, καθώς επίσης τριών ημερών πριν και τριών ημερών μετά την Τσικνοπέμπτη.

Διαπιστώθηκε ότι η μάζα των οργανικών υπέρλεπτων σωματιδίων τις ημέρες της Τσικνοπέμπτης εμφανίζει υπερδιπλάσιες έως υπερτριπλάσιες συγκεντρώσεις σε σχέση με τις περιόδους πριν και μετά. Στις τρεις από τις τέσσερις χρονιές, τα οργανικά συστατικά ξεπέρασαν τα 25 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα, που είναι το όριο της συνολικής ημερήσιας μάζας των ΡΜ2.5 που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.

Επιπλέον, τις Τσικνοπέμπτες η συνεισφορά του ψησίματος στη συνολική μάζα του οργανικού αερολύματος φαίνεται να ξεπερνά το 45%, ποσοστό που είναι τριπλάσιο από το σύνηθες. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η Τσικνοπέμπτη αποτελεί τυπικό παράδειγμα επιβάρυνσης της ποιότητας της ατμόσφαιρας της Αθήνας και γενικότερα των μεγάλων αστικών κέντρων της Ελλάδας.

Δείτε επίσης