C αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP) και καρδιακές προσβολές

Το 50% των καρδιακών προσβολών και των ισχαιμικών εγκεφαλικών επεισοδίων, συμβαίνουν σε άτομα που έχουν κανονική ή χαμηλή χοληστερίνη (χοληστερόλη). Αυτό συμβαίνει διότι η υψηλή χοληστερίνη δεν είναι ο μόνος παράγοντας κινδύνου για τα εμφράγματα. Το κάπνισμα, ο διαβήτης τύπου 2, η υψηλή πίεση του αίματος (υπέρταση) συμβάλλουν στις καρδιακές παθήσεις όμως φαίνεται πως υπάρχουν και άλλοι παράγοντες.

Στην προσπάθειά τους να βρουν τους άλλους παράγοντες, οι γιατροί ανακάλυψαν η υψηλή συγκέντρωση μιας πρωτεΐνης που κυκλοφορεί στο αίμα και λέγεται C αντιδρώσα πρωτεΐνη (C – reactive protein, CRP) προδιαθέτει για καρδιακή προσβολή. Δεν είναι τυχαίο ότι στράφηκαν στην μελέτη στης C αντιδρώσας πρωτεΐνης αφού πρόκειται μια μέτρηση της φλεγμονής και ως γνωστόν η αθηροσκλήρωση (βασική αιτία της καρδιακής προσβολής) είναι μια φλεγμονώδης διαδικασία.

C αντιδρώσα πρωτεΐνη και εμφράγματα

Καθώς λοιπόν οι γιατροί συνειδητοποίησαν ότι η αθηροσκλήρωση είναι προϊόν φλεγμονής που δημιουργείται με τη βαθμιαία εισχώρηση της LDL χοληστερίνης στο εσωτερικό τοίχωμα των καρδιακών αρτηριών (ονομάζονται στεφανιαίες αρτηρίες) προσπάθησαν να βρουν ένα τεστ που να μετράει το μέγεθός της φλεγμονής.

Είχε ανακαλυφθεί το 1931 πως όταν υπάρχει φλεγμονή στο σώμα, παράγεται ως αντίδραση μια πρωτεΐνη που είχε ονομαστεί C αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP). H CRP παράγεται στο συκώτι και η ποσότητά της ανεβαίνει σε υψηλά επίπεδα στο αίμα όταν υπάρχει κάποιο μικρόβιο, τραύμα, ή ασθένεια (π.χ σκωληκοειδίτιδα). Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ενώ τα φυσιολογικά επίπεδα της CRP είναι κάτω από το 1 mg/l, μπορεί να φτάσει πάνω από τα 10 mg/l και ορισμένες φορές πάνω από τα 150 mg/l.

Στη δεκαετία του 1990, οι γιατροί ανακάλυψαν ένα ευαίσθητο τεστ αίματος για την μέτρηση της C αντιδρώσας πρωτεΐνης εντοπίζοντας ακόμα και μικρές αυξομειώσεις της CRP στο αίμα. Αυτό το ευαίσθητο τεστ ονομάστηκε hs-CRP. Στη συνέχεια διαπιστώθηκε ότι το hs-CRP τεστ έχει σημαντική προγνωστική αξία για τις καρδιακές προσβολές. Αν μια εξέταση αίματος δείξει ότι η CRP βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, το hs-CRP τεστ δεν έχει αξία διότι προφανώς υπάρχει μια οξεία φλεγμονή στο σώμα ενώ η αθηροσκλήρωση είναι μια σιγανή φλεγμονή. Το τεστ της hs-CRP είναι χρήσιμο μόνο αν δώσει χαμηλή τιμή, μέχρι τα 5 mg/l. Κάτω από το 1 mg/l σημαίνει ότι ο κίνδυνος για καρδιακή προσβολή είναι μικρός, μεταξύ 1-3 mg/l ότι ο κίνδυνος είναι μέτριος και πάνω από τα 3 mg/l ότι ο κίνδυνος είναι μεγάλος. Αν η τιμή είναι πάνω από τα 5 mg/l, το hs-CRP τεστ πρέπει να επαναληφθεί όταν περάσει η μόλυνση που υπάρχει στο σώμα.

Η αξία της C αντιδρώσας πρωτεΐνης φάνηκε από μια μελέτη που διεξήχθη στη δεκαετία του 1980 ανάμεσα σε 22.000 γιατρούς. Είχαν ληφθεί δείγματα αίματος που διατηρήθηκαν στο ψυγείο κι αυτό επέτρεψε στον Πωλ Ράϊντκερ, καθηγητή επιδημιολογίας του Χάρβαρντ να ταξιδέψει πίσω στο χρόνο. Το 1997, ο Ράϊντκερ εξέτασε το συντηρημένο αίμα 543 γιατρών που είχαν υποστεί καρδιακή προσβολή και μέτρησε τα επίπεδα της CRP. Συνέκρινε το αποτέλεσμα με άλλα τόσα δείγματα που διάλεξε τυχαία από τους γιατρούς που δεν είχαν υποστεί καρδιακή προσβολή και το αποτέλεσμα ήταν πολύ ενδιαφέρον. Αυτοί που ανήκαν στο 25% με την υψηλότερη CRP, είχαν τρεις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για καρδιακή προσβολή από αυτούς που ανήκαν στο 25% με τη χαμηλότερη συγκέντρωση. Η μελέτη αυτή ήταν αρκετή για να βάλει τη C αντιδρωσα πρωτεινη στη λίστα των σημαντικών παραγόντων κινδύνου για καρδιακή προσβολή (έμφραγμα).

Στη συνέχεια, ο Ράϊντκερ και ο συνάδελφός του Νάντερ Ριφάϊ, καθηγητής παθολογίας στο Χάρβαρντ, διεξήγαγαν μια πιλοτική μελέτη σε 366 γυναίκες και βρήκαν ότι το hs-CRP τεστ προέβλεπε καλύτερη απ’ ότι η LDL χοληστερίνη για το ποια γυναίκα είναι υποψήφια για καρδιακή προσβολή. Αυτό τους παρακίνησε να αναλάβουν μια μεγάλη έρευνα επί 28.000 γυναικών άνω των 45 ετών που παρακολούθησαν επί οκτώ χρόνια. Τα αποτελέσματα δημοσιεύτηκαν το 2002 και έδειξαν ότι οι γυναίκες που είχαν υψηλά επίπεδα CRP κινδύνευαν από καρδιακή προσβολή έστω κι αν είχαν χαμηλή χοληστερίνη.

Τα τεστ της χοληστερίνης και το τεστ της hs-CRP μετρούν διαφορετικά πράγματα, δηλαδή δεν συσχετίζονται μεταξύ τους. Αν κάποιος έχει υψηλή C αντιδρώσα πρωτεΐνη δεν σημαίνει ότι έχει αναγκαστικά και υψηλή LDL χοληστερίνη, διαφορετικά τα δύο τεστ δεν θα ήταν ανεξάρτητα. Στη μελέτη επί των γυναικών, η CRP είχε την καλύτερη πρόγνωση για καρδιακή προσβολή, ακολουθούσε ο αθηρωματικός δείκτης και πιο πίσω ερχόταν η LDL χοληστερίνη. Παράγοντες που ελαττώνουν τα επίπεδα της hs-CRP είναι απώλεια βάρους, η τακτική άσκηση, η υγιεινή διατροφή, η αποφυγή αλκοόλ και η διακοπή καπνίσματος.

Μ’ αυτή και άλλες μελέτες, η C αντιδρώσα πρωτεΐνη και η φλεγμονή έγιναν το φλέγον θέμα σχετικά με την έρευνα γύρω από την αθηροσκλήρωση και τις καρδιακές προσβολές. Ο Ράϊντκερ δήλωσε ότι τα τεστ της hs-CRP και της χοληστερίνης, αν συνδυαστούν, μπορούν να προβλέψουν πολύ καλά το ποιος θα πάθει καρδιακή προσβολή ή ισχαιμικό εγκεφαλικό.

Στην αρχή η C αντιδρωσα πρωτεινη θεωρήθηκε απλώς ένα μέτρο του κινδύνου για καρδιακή προσβολή και όχι μια από τις αιτίες της. Στη συνέχεια όμως ανακαλύφθηκε η παρουσία της CRP μέσα στην αθηρωματική πλάκα και δημιουργήθηκε η υποψία ότι με κάποιο τρόπο μπορεί να συμμετέχει στη διαδικασία της αθηροσκλήρωσης. Είναι η CRP απλώς μια απάντηση του σώματος στη φλεγμονή ή συμβάλλει και η ίδια στην αθηροσκλήρωση; Στο ερώτημα αυτό δεν υπάρχει σαφής απάντηση.

Από νέες έρευνες έχει προκύπτει ότι οι ανεβασμένες τιμές της CRP μπορεί να μεταφράζονται και σε αύξηση του κινδύνου για καρκίνο της τάξεως του 20% – για ορισμένες μάλιστα μορφές, όπως ο καρκίνος του ήπατος, ο κίνδυνος ανέρχεται ακόμη και στο 51%! Αυτό σημαίνει ότι εκτός από την αθηροσκλήρωση και ο καρκίνος ενδεχομένως να έχει τη ρίζα του σε κάποιο είδος φλεγμονής.

Το μειονέκτημα της CRP και το PLAC τεστ

Παρότι η μέτρηση της C αντιδρώσας πρωτεΐνης μπορεί να δείξει αν κάποιος έχει αυξημένο  κίνδυνο για καρδιακή προσβολή, εντούτοις το τεστ της hs-CRP έχει ένα σημαντικό μειονέκτημα.  Διότι τα επίπεδα της CRP μπορεί να είναι αυξημένα λόγω πολλών άλλων καταστάσεων, όπως ένα χαλασμένο δόντι ή μια αμυγδαλίτιδα και όχι επειδή υπάρχει εκτεταμένη φλεγμονή μέσα στις αρτηρίες και άρα επικίνδυνη αθηροσκλήρωση.

Με άλλα λόγια, η υψηλή C αντιδρώσα πρωτεΐνη δεν μας λέει ότι υπάρχει φλεγμονή μέσα στην αρτηρία αλλά κάπου μέσα στο σώμα. Εκτός από αυτό, ορισμένα άτομα έχουν  γενετική προδιάθεση για υψηλά επίπεδα CRP ανεξάρτητα από το αν υπάρχει φλεγμονή στο σώμα τους. Αυτά τα άτομα αντιμετωπίζουν τον ίδιο κίνδυνο να πάθουν καρδιακή προσβολή ή ισχαιμικό εγκεφαλικό με τα άτομα που έχουν χαμηλά επίπεδα CRP.

Καθώς τα υψηλά επίπεδα της CRP μπορεί να είναι ένδειξη μιας άλλης ασθένειας οι ιατρικοί ερευνητές ανακάλυψαν ένα άλλο τεστ αίματος το οποίο είναι πιο εξειδικευμένο και δείχνει αν υπάρχει φλεγμονή μέσα στις αρτηρίες.

Όταν υπάρχει φλεγμονή μέσα σε μια αρτηρία, τα μακροφάγα κύτταρα που συσσωρεύονται μέσα της παράγουν ένα ένζυμο που λέγεται Α2 φωσφολιπάση (για την ακρίβεια λέγεται Lp-PLA2 ή lipoprotein-associated phospholipase A2) το οποίο στη συνέχεια κυκλοφορεί στο αίμα. Το τεστ που δείχνει τα επίπεδα του ενζύμου Lp-PLA2 στο αίμα ονομάζεται PLAC τεστ και μια υψηλή τιμή του αποτελεί ένδειξη για αυξημένο κίνδυνο για έμφραγμα.

Δείτε επίσης