Η μείωση της λειτουργίας του εγκεφάλου εμφανίζεται συχνά κατά τη γήρανση. Οι άνθρωποι ανησυχούν ότι η πτώση της λειτουργίας του εγκεφάλου είναι αναπόφευκτο μέρος της γήρανσης και θα οδηγήσει σε άνοια, αλλά δεν είναι έτσι.
Οι κλινικές μελέτες που παρακολούθησαν ηλικιωμένα άτομα εδώ και πολλά χρόνια έδειξαν με συνέπεια ότι η χρόνια χαμηλή αρτηριακή πίεση αυξάνει τον κίνδυνο μείωσης της γνωστικής λειτουργίας με την προχωρημένη ηλικία. Για παράδειγμα, μια μελέτη που δημοσιεύτηκε το 2017 και παρακολούθησε περισσότερους από 24.000 ανθρώπους για έως 27 χρόνια έδειξε ότι η χαμηλή αρτηριακή πίεση είναι ένας σημαντικός προγνωστικός παράγοντας της γνωσιακής παρακμής και της εμφάνισης άνοιας ανεξάρτητα από την ηλικία, το φύλο, το βάρος, τα καρδιαγγειακά, την υγεία των νεφρών ή την ύπαρξη διαβήτη.
Η χαμηλή αρτηριακή πίεση σχετίζεται με μειωμένη ροή αίματος στον εγκέφαλο όταν ένα άτομο κάθεται ή στέκεται. Πολλοί ερευνητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ανεπαρκής αιματική ροή του εγκεφάλου διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη της άνοιας, της νόσου Αλτσχάιμερ και ίσως της νόσου Πάρκινσον. Ορισμένοι πιστεύουν ότι μπορεί να διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο.
Πότε υπάρχει υπόταση;
Οι ερευνητές που μελετούν τη σχέση μεταξύ χαμηλής πίεσης του αίματος και των γνωστικών επιδόσεων πρέπει να καθορίσουν τι σημαίνει “χαμηλή” πίεση αίματος για ένα άτομο. Αυτό θα επέτρεπε στους γιατρούς να γνωρίζουν πότε πρέπει να παρέμβουν για να διορθώνουν τη χαμηλή αρτηριακή πίεση ενός ατόμου.
Σε μια έρευνα χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα που προέρχονταν από ένα σχετικά νέο εργαλείο αξιολόγησης της γνωστικής λειτουργίας σε άτομα ηλικίας άνω των 50 ετών, τα οποία έχουν πτυχίο ανώτερης εκπαίδευσης ή υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο. Αυτή η αξιολόγηση με βάση ένα τεστ στον υπολογιστή, που διαρκεί περίπου 10 λεπτά, παρέχει μια αξιολόγηση της γνωστικής λειτουργίας σε μια κλίμακα 0-100. Μια βαθμολογία άνω των 75 τοποθετεί το άτομο στην αναμενόμενη γνωστική λειτουργία για την ηλικία του, ενώ η βαθμολογία μεταξύ 50 και 75 δείχνει ότι ένα άτομο βρίσκεται στο κατώτερο φυσιολογικό εύρος και σε αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης άνοιας. Μια βαθμολογία μικρότερη από 50 είναι ενδεικτική ενός ατόμου που έχει χαρακτηριστικά άνοιας.
Η μελέτη συνέκρινε τις βαθμολογίες της γνωστικής λειτουργίας σε άτομα ηλικίας 50-95 ετών με τις πιέσεις του αίματος εν ώρα ηρεμίας. Από τις δύο συνιστώσες της αρτηριακής πίεσης φαίνεται πως η διαστολική αρτηριακή πίεση προέβλεπε καλύτερα την γνωστική απόδοση.
Η χαμηλή διαστολική αρτηριακή πίεση είναι εξαιρετικά κοινή. Πάνω από το 85% των κατά τα άλλα υγιών ατόμων ηλικίας 50-95 ετών έχουν κάτω από την κανονική διαστολική αρτηριακή πίεση. Ως χαμηλή αρτηριακή πίεση ή υπόταση, ορίζεται αυτή που μπορεί να προκαλέσει ζάλη, θολή όραση ή λιποθυμία. Αυτά τα συμπτώματα συμβαίνουν συνήθως όταν η διαστολική πίεση κάτω από 60 mmHg. Οι γιατροί τείνουν να μην ανησυχούν για τη χαμηλή αρτηριακή πίεση έως ότου η διαστολική πίεση πέσει κάτω από αυτό το επίπεδο.
Όμως τα δεδομένα δείχνουν ότι ακόμη και τα άτομα με διαστολική πίεση αρκετά πάνω από το όριο των 60 mmHg δεν μπορούν να υποστηρίξουν την κανονική γνωστική λειτουργία. Τα στοιχεία δείχνουν πως σε οποιαδήποτε διαστολική αρτηριακή πίεση που βρίσκεται σε κατάσταση ηρεμίας κάτω από την κανονική (80 mmHg), οι γνωστικές επιδόσεις των ηλικιωμένων μειώνονται σημαντικά. Είναι ενδιαφέρον ότι αυτά τα αποτελέσματα συμφωνούν με αναφορές επιζήμιων επιδράσεων της χαμηλής πίεσης στη γνωστική λειτουργία ακόμη και σε νεαρούς ενήλικες.

Οι ερευνητές ζήτησαν από 35 άτομα να ολοκληρώσουν μια αξιολόγηση 10 λεπτών στον υπολογιστή που μετρά τη γνωστική τους λειτουργία από το 0 έως το 100. Διαπίστωσαν πως όταν η αρτηριακή πίεση ηρεμίας ήταν χαμηλότερη, το ίδιο συνέβαινε και με τη γνωστική λειτουργία.
Ο εκπληκτικός ρόλος των υποκνημίδιων μυών
Η χαμηλή διαστολική πίεση μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα χρήσης φαρμάκων, καρδιακής ανεπάρκειας ή άλλων επιπλοκών της υγείας. Αλλά, στους περισσότερους ανθρώπους είναι απλά θέμα της καρδιάς που δεν παρέχει αρκετό αίμα σε κάθε χτύπο της, με άλλα λόγια υπάρχει χαμηλή καρδιακή παροχή (low cardiac output). Και η χαμηλή καρδιακή παροχή εμφανίζεται όταν δεν επιστρέφεται αρκετό αίμα στην καρδιά από το κάτω μέρος του σώματος.
Οι υποκνημίδιοι μύες (soleus muscle) είναι υπεύθυνοι για την άντληση του αίματος πίσω στην καρδιά. Είναι οι μικρότεροι μύες που βρίσκονται και κάτω από τους γαστροκνήμιους, δηλαδή τις γάμπες. Οι υποκνημίδιοι μύες διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη διατήρηση της φυσιολογικής πίεσης του αίματος κατά τη διάρκεια καθιστικών δραστηριοτήτων.

Μια αποτελεσματική στρατηγική για τη διατήρηση της φυσιολογικής αρτηριακής πίεσης και της ροής του αίματος στον εγκέφαλο είναι να επανεκπαιδεύσετε αυτούς του μύες. Αυτοί οι ορθοστατικοί μύες είναι πιο δραστήριοι κατά τη διάρκεια δραστηριοτήτων όπως όταν στέκεστε στα δάκτυλα των ποδιών ή όταν κοντοκάθεστε. Μπορείτε να ανοικοδομήσετε αυτούς τους μύες κάνοντας κανονικά τέτοιες δραστηριότητες, αν και απαιτείται αρκετή εξάσκηση κάθε μέρα. Μια άσκηση είναι το ημικάθισμα σε ένα πόδι και το άλλο σε έκταση. Εναλλακτικά, υπάρχουν επιλογές “παθητικής άσκησης”, οι οποίες επιτρέπουν μια πιο «άνετη» εκγύμναση των μυών σας, ήτοι ηλεκτρική και μηχανική διέγερση των μυών αυτών κάτι που έχει αποδειχθεί ότι αυξάνει σημαντικά την φλεβική επιστροφή στην καρδιά.
Ορισμένες μελέτες παρέχουν στοιχεία ότι η αύξηση της διαστολικής αρτηριακής πίεσης κατά την ηρεμία μέσω της καθημερινής διέγερσης των υποκνημίδιων μυών σε διάστημα αρκετών μηνών, μπορεί να αντιστρέψει τη γνωστική εξασθένηση που σχετίζεται με τη γήρανση. Δεν υπάρχουν σήμερα θεραπείες για την άνοια και οι γιατροί επικεντρώνονται στην πρόληψή της.
Πηγή: The Conversation