Η ανακάλυψη ενός ξεχωριστού χημικού “αποτυπώματος” που παράγει ο μεταβολισμός των αυτιστικών, μπρεί να οδηγήσει στη δημιουργία για πρώτη φορά ενός απλού τεστ ούρων με το οποίο θα καθορίζεται αν ένα παιδί πάσχει από αυτισμό, σύμφωνα με μια νέα βρετανο-αυστραλιανή επιστημονική έρευνα.
Μέχρι σήμερα μια σίγουρη διάγνωση του αυτισμού δεν γίνεται πριν το παιδί γίνει τουλάχιστον 18 μηνών και συνήθως συμβαίνει πολύ αργότερα. Μια νέα μέθοδος έγκαιρης διάγνωσης μέσω ενός τεστ ούρων θα βοηθούσε σημαντικά στην έγκαιρη αντιμετώπιση της νόσου.
Ο αυτισμός πλήττει περίπου έξι έως επτά παιδιά στα χίλια διεθνώς, με συμπτώματα που ποικίλουν (μειωμένες κοινωνικές ικανότητες, επαναληπτικές συμπεριφορές, δυσκολία έκφρασης συναισθημάτων, αποφυγή φυσικής διαπροσωπικής επαφής κ.α.). Αν και η πάθηση, για την οποία δεν υπάρχει ακόμα θεραπεία, υπάρχει συνήθως εκ γενετής, η διάγνωσή της είναι δύσκολη και καθυστερεί, επειδή τα συμπτώματά της συγχέονται με άλλα προβλήματα συμπεριφοράς. Η κυρίαρχη σήμερα μέθοδος διάγνωσης περιλαμβάνει μια μακρά διαδικασία τεστ κοινωνικών ικανοτήτων, επικοινωνιακών και φαντασίας.
Η ομάδα ερευνητών, υπό τον καθηγητή Τζέρεμι Νίκολσον, επικεφαλής του τμήματος χειρουργικής και καρκίνου του Imperial College του Λονδίνου, σε συνεργασία με συναδέλφους του από το πανεπιστήμιο της Νότιας Αυστραλίας, δημοσίευσαν εργασία στο περιοδικό “Journal of Proteome Research” της Αμερικανικής Χημικής Εταιρίας, σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, όπου παρουσιάζουν τα πρώτα στάδια μια νέας μεθόδου, αν και, όπως δήλωσαν, η δημιουργία ενός κανονικού τεστ ούρων θα πάρει ακόμα αρκετά χρόνια για να τελειοποιηθεί.
Οι άνθρωποι με αυτισμό συνήθως πάσχουν από γαστρεντερικά προβλήματα, τα οποία πηγάζουν από μια διαφορετική βακτηριακή σύνθεση στο έντερό τους. Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμα κατανοήσει πώς συνδέονται αυτές οι εντερικές διαταραχές με τον αυτισμό, αλλά η σχέση ανάμεσα σε αυτούς τους δύο παράγοντες είναι υπαρκτή.
Ο διακριτός τρόπος με τον οποίο το σώμα των αυτιστικών μεταβολίζει αυτή την μοναδική μικροβιακή εντερική “χλωρίδα” τους, δημιουργεί μια ειδική χημική “υπογραφή” στα ούρα τους. Χρησιμοποιώντας την τεχνική της φασματοσκοπίας, οι ερευνητές ανέλυσαν τα ούρα παιδιών τριών έως εννέα ετών και κατάφεραν να διαγνώσουν σωστά ποια από αυτά ήσαν αυτιστικά και ποια όχι.