Ήσαν άραγε και οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, πριν 3.500 χρόνια, θύματα του “φαστ φουντ”, των λιπαρών φαγητών, της υψηλής χοληστερίνης, του άγχους και του καθισιού στον καναπέ ή μήπως άλλοι είναι οι λόγοι που, όπως τώρα ανακαλύπτουν οι επιστήμονες, οι μούμιες τους φέρουν μέχρι σήμερα σαφείς ενδείξεις αρτηριοσκλήρυνσης και ορισμένοι θάνατοί τους πιθανώς προήλθαν από πρόβλημα καρδιάς;
Μπορεί οι Φαραώ να θεωρούνταν θεοί και οι αυλικοί τους περίπου ημίθεοι, όμως οι καρδιές τους ήσαν απολύτως…ανθρώπινες. Αιγύπτιοι και αμερικανοί ερευνητές διεξήγαγαν έρευνες σε 22 μούμιες (που χρονολογούνται από το 1981 π.Χ έως το 334 μ.Χ.) και οι οποίες βρίσκονται στο εθνικό αρχαιολογικό μουσείο του Καΐρου. Διαπίστωσαν σε τρεις από αυτές σαφείς ενδείξεις για σκλήρυνση των αρτηριών τους και σε άλλες τρεις στοιχεία για πιθανή καρδιοπάθεια, κάτι που σημαίνει, όπως είπαν, ότι οι γνωστοί σύγχρονοι παράγοντες κινδύνου για καρδιοπάθεια ίσως είναι πολύ πιο αρχαίοι από ό,τι φαντάζονταν ως τώρα οι γιατροί.
Η έρευνα, που βασίστηκε σε τομογραφίες και ακτίνες Χ, έγινε από ερευνητές του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, του Καρδιολογικού Νοσοκομείου του Ουισκόνσιν, του Μεσο-Αμερικανικού Καρδιολογικού Ινστιτούτου και της Ιατρικής Σχολής Αλ Αζάρ του Καϊρου. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Ιατρικής Ένωσης και παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Αμερικανικής Καρδιολογικής Ένωσης, σύμφωνα με το BBC, το Science και το Live Science.
Όλες οι μούμιες, ανδρών και γυναικών, προέρχονταν από άτομα της ανώτερης κοινωνικοοικονομικής τάξης, που υπηρετούσαν στην αυλή του Φαραώ ή ανήκαν στο ιερατείο και θα είχαν μια πλούσια διατροφή (οι φτωχοί δεν είχαν την τύχη -ή ατυχία- να μουμιοποιούνται). Η πιο αρχαία μούμια που διαγνώστηκε με αρτηριοσκλήρυνση, είναι η Κυρία Ρατζ, που έζησε, επί 30 ή 40 χρόνια, γύρω στο 1530 π.Χ. και υπήρξε νταντά της βασίλισσας Νεφερτίτης.
Η έρευνα έδειξε ότι 16 από τις 22 μούμιες είχαν ευδιάκριτες αρτηρίες ή καρδιές που είχαν διατηρηθεί στο μουμιοποιημένο σώμα τους. Εννέα από αυτές είχαν ενδείξεις εναπόθεσης αλάτων ασβεστίου στα τοιχώματα των αρτηριών που οδηγούσαν στην καρδιά. Μερικές μούμιες είχαν ανάλογες ενδείξεις σε έξι διαφορετικές αρτηρίες. Σαφείς ενδείξεις αρτηριοσκλήρυνσης αρτηριών από εναπόθεση λίπους, χοληστερίνης, ασβεστίου και άλλων ουσιών εντοπίστηκαν σε τρεις μούμιες.
Από τις μούμιες που πέθαναν σε ηλικία άνω των 45 ετών, οι επτά στις οκτώ εμφάνιζαν ασβεστοποίηση (αποτιτάνωση αγγείων), ενώ στις μούμιες που ο θάνατος επήλθε σε νεότερη ηλικία, η αποτιτάνωση υπήρχε μόνο σε δύο από τις οκτώ. Μια μούμια είχε ενδείξεις πιθανού εμφράγματος. Δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών όσον αφορά την αποτιτάνωση.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι δεν κάπνιζαν καπνό, δεν έτρωγαν επεξεργασμένα φαγητά, ούτε φαίνεται να ζούσαν καθιστική ζωή, όμως είχαν εγκαταλείψει προ πολλού τη ζωή του κυνηγού-συλλέκτη για χάρη της γεωργίας, της κτηνοτροφίας και των πόλεων. Η κατανάλωση αλατισμένου κρέατος και αλατισμένων ψαριών, τυριών, βουτύρου κλπ. φαίνεται πως ήταν συνηθισμένη, κυρίως από τις ανώτερες τάξεις. Μια υπόθεση είναι ότι οι άνθρωποι εκείνης της εποχής έπασχαν συχνά από υπέρταση.
“Αν και δεν γνωρίζουμε αν η αρτηριοσκλήρυνση προκάλεσε τον θάνατο κάποιας από τις μούμιες που εξετάσαμε, μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ότι η ασθένεια ήταν παρούσα σε πολλές”, δήλωσε ο δρ Γρέγκορι Τόμας από το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, ήδη από τα αρχαία χρόνια, οι άνθρωποι είχαν τη γενετική προδιάθεση και παράλληλα συνυπήρχαν οι περιβαλλοντικοί παράγοντες για την εμφάνιση της ασθένειας.
Οι επιστήμονες είχαν ξανά στο παρελθόν κάνει ιατρικές-ανατομικές έρευνες σε μούμιες για εντοπισμό ασθενειών, όπως λέπρας, αρθριτικών και καρδιοπάθειας, όμως ποτέ ως τώρα δεν είχαν μελετήσει τόσες πολλές μούμιες μαζί και με τόσο σύγχρονες απεικονιστικές τεχνικές.